Αναμφισβήτητη είναι πλέον η άνοδος της
υπογονιμότητας παγκοσμίως. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου το 14% των γυναικών
ηλικίας 15 έως 44 ετών εκτιμάται ότι δυσκολεύεται να συλλάβει ή να διατηρήσει
την εγκυμοσύνη. Σε όλο τον κόσμο, τουλάχιστον 1 στα 7 ζευγάρια αντιμετωπίζει
προβλήματα γονιμότητας. Το ήμισυ αυτών των περιπτώσεων θεωρείται ότι οφείλονται
σε παράγοντες που αφορούν στη γυναίκα.
«Ως υπογονιμότητα νοείται η αποτυχία επίτευξης
επιτυχούς εγκυμοσύνης μετά από 12 μήνες συστηματικών προσπαθειών, χωρίς τη λήψη
προφυλακτικών μέσων. Ωστόσο, στα ζευγάρια που η γυναίκα είναι άνω των 35 ετών η
διαγνωστική εκτίμηση πραγματοποιείται μετά από ανικανότητα σύλληψης αφού έχει
προηγηθεί 6μηνη προσπάθεια. Υπολογίζεται ότι η υπογονιμότητα του 10 – 20% των
ζευγαριών με αδυναμία σύλληψης είναι ανεξήγητη, δηλαδή οι συνήθεις διαγνωστικοί
έλεγχοι που θα μπορούσαν να δώσουν μια εξήγηση είναι φυσιολογικοί», διευκρινίζει
ο χειρουργός γυναικολόγος ογκολόγος – μαιευτήρας και εξειδικευμένος στην
ορμονική αποκατάσταση με βιομιμητικές ορμόνες –Δρ. Κυριάκος Τίγκας.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, τα ζευγάρια αυτά
αποφασίζουν να συνεχίσουν τις προσπάθειες εκπλήρωσης του ονείρου τους να γίνουν
γονείς, υποστηριζόμενοι από ειδικούς στην εξωσωματική γονιμοποίηση.
Η επίτευξη όμως της εγκυμοσύνης, μπορεί να είναι
απλούστερη εάν εξετασθεί η πιθανότητα ύπαρξης ορμονικής ανισορροπίας και
αντιμετωπιστεί εξατομικευμένα.
«Εάν δούμε τα διεθνή ποσοστά των αιτίων της
γυναικείας υπογονιμότητας, θα καταλάβουμε άμεσα τη μέγιστη βαρύτητα και
συμμετοχή της ορμονικής ανισορροπίας.
Το 25% των αιτίων αφορούν στην ανεπαρκή ή ασθενή
λειτουργία των ωοθηκών, με αποτέλεσμα ορμονική ανυπαρξία ή ανεπάρκεια ή
ανισορροπία μεταξύ τους. Έτσι παρατηρείται ανωοθυλακιορρηξία, ανεπαρκές ωχρό
σωμάτιο, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, πρόωρη εμμηνόπαυση, γενετικές ή
επίκτητες βλάβες των ωοθηκών.
Το 35% της υπογονιμότητας χρεώνεται στην
ενδομητρίωση, με ή χωρίς αποφρακτικά προβλήματα, που συνεπάγεται ορμονική
ανισορροπία μεταξύ οιστρογόνων και προγεστερόνης στη γυναίκα.
Το 20% οφείλεται σε φλεγμονές, ανατομικές ανωμαλίες
και βλάβες του γεννητικού συστήματος, από τον τράχηλο της μήτρας μέχρι τις
σάλπιγγες.
Το 10% προκαλείται από ενδοκρινοπάθειες, σακχαρώδη
διαβήτη και ανοσολογικές διαταραχές και το τελευταίο 10% παραμένει αδιάγνωστο.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν, ότι πάνω από το 80% η
γυναικεία υπογονιμότητα, οφείλεται σε ορμονικά αίτια και δυσλειτουργίες», μας
εξηγεί ο Δρ. Τίγκας και συνεχίζει: «Η ορμονική αλληλεπίδραση μεταξύ των
ωοθηκών, του προσθίου λοβού της υπόφυσης και του υποθαλάμου, ρυθμίζουν την
αναπαραγωγική ικανότητα της γυναίκας, η οποία φυσιολογικά αρχίζει να φθίνει
μόλις από την ηλικία των 28 ετών.
Η ορμονική δε πτώση (hormone decline), σε κάθε
ανθρώπινο ον, αρχίζει από τα 25 μας χρόνια και μετά.
Η ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη FSH και η ωχρινοτρόπος
ορμόνη LH είναι δύο γλυκοπρωτεΐνες της υπόφυσης που είναι απαραίτητες για τη
φυσιολογική λειτουργία των γονάδων. Η ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη παίζει σημαντικό
ρόλο στην ωογένεση. Προκαλεί την ωρίμανση των ωοθυλακίων και τη σύνθεση της
αρωματάσης, του ενζύμου που είναι υπεύθυνο για την μετατροπή των ανδρογόνων σε
οιστρογόνα. Και οι δύο ορμόνες προάγουν την ωορρηξία και διεγείρουν τις ωοθήκες
στην παραγωγή οιστραδιόλης και προγεστερόνης. Η λεπτή ισορροπία των διαφόρων
ορμονών που εμπλέκονται στη ρύθμιση των αναπαραγωγικών οργάνων, καθιστά δυνατή
και διατηρεί τη γονιμότητα. Οι ορμόνες ελέγχουν όλες τις διαδικασίες, όπως την
απελευθέρωση ωαρίων από τις ωοθήκες (ωοθυλακιορρηξία) και την πάχυνση του
εσωτερικού βλεννογόνου της μήτρας (ενδομήτριο). Εάν διαταραχθεί αυτή η
ισορροπία, προκύπτει μεταξύ άλλων και υπογονιμότητα. Αποδεικνύεται λοιπόν ότι
οι ορμόνες, παίζουν πρωταρχικό ρόλο στην αιτιοπαθογένεια και της ανεξήγητης
υπογονιμότητας», εξηγεί περαιτέρω ο Δρ. Τίγκας.
Δηλαδή, οποιαδήποτε ανισορροπία αυτών των ορμονών
και κάθε παρέκκλιση από τις βέλτιστες για την κάθε ηλικία τιμές, μπορεί να
ευθύνεται για την αποτυχία των προσπαθειών των ζευγαριών να αποκτήσουν
απογόνους. Τα ορμονικά επίπεδα είναι καθορισμένα από μελέτες όπως άλλωστε και η
κυκλική εναλλαγή τους, ώστε να επιτυγχάνεται η απελευθέρωση του ωαρίου και η
γονιμοποίησή του.
«Ο εντοπισμός της ύπαρξης ορμονικής ανισορροπίας με
αιματολογικές και λοιπές ανά περίπτωση εξετάσεις και η στοχευμένη αποκατάστασή
της, θα πρέπει να προηγείται κάθε άλλης ιατρικής πρακτικής που αποσκοπεί στην
επίτευξη της εγκυμοσύνης. Διότι είναι σε θέση να άρει τα εμπόδια εξασφαλίζοντας
μια εγκυμοσύνη. Η επαναφορά των ορμονικών επιπέδων στη γυναίκα δύναται να καταστήσει τη σύλληψη με φυσικό τρόπο εφικτή.
Πέραν, όμως, αυτού η επίτευξη των βέλτιστων ορμονικών επιπέδων και κατά τη
διάρκεια της κύησης επίσης εξασφαλίζει την ομαλή έκβασή της. Τέλος, μέγιστης
σημασίας είναι η ορμονική επαναφορά με ασφάλεια και ομαλότητα, της γυναίκας,
αμέσως μετά τον τοκετό», τονίζει ο Δρ. Τίγκας.
Η επαναφορά των ορμονικών επιπέδων στα ιδανικά κατά
περίπτωση όρια μπορεί να πραγματοποιηθεί με την αποκατάσταση του οργανισμού με
βιομιμητικές ορμόνες, δηλαδή φυσικές, ίδιες ορμόνες με εκείνες που παράγει το
γυναικείο σώμα. Πρόκειται για ορμόνες που προέρχονται από φυσικούς καρπούς, οι
οποίοι μετά από φαρμακευτική επεξεργασία έχουν την ίδια ακριβώς χημική σύσταση
και δομή με τις ανθρώπινες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από το σώμα, χωρίς
καμία παρενέργεια.
Με τη λήψη τους, παράλληλα με την ομαλοποίηση της
εμμήνου ρύσεως και της ωορρηξίας, μπορούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση
πολλαπλών υφιστάμενων νοσημάτων, προάγοντας τη γενικότερη υγεία της γυναίκας.
Με αυτόν τον τρόπο, η εγκυμοσύνη επιτυγχάνεται με απολύτως φυσικά μέσα εντός
μικρού χρονικού διαστήματος. Υπάρχουν περιπτώσεις που η ορμονική ισορροπία
εξασφαλίστηκε σε μόλις 6 μήνες!
Επιπλέον, η φυσική επαναφορά της ορμονικής ισορροπίας
στη γυναίκα που επιδιώκει τη σύλληψη και μια ομαλή κύηση, αποκλείοντας την
πιθανότητα αποβολής του εμβρύου εξ αυτού του λόγου, καθησυχάζει το ζευγάρι,
απαλλάσσοντάς το από το καθημερινό άγχος και τις επιπτώσεις του.
«Η υπογονιμότητα είναι για πολλούς συνανθρώπους
μας, ένας σιωπηλός καθημερινός αγώνας. Τα ζευγάρια που προσπαθούν να συλλάβουν,
αναφέρουν συχνά συναισθήματα κατάθλιψης, άγχους, απομόνωσης και απώλειας
ελέγχου. Τα επίπεδα κατάθλιψης σε ασθενείς με υπογονιμότητα, έχουν συγκριθεί με
εκείνα ανθρώπων που έχουν διαγνωσθεί με καρκίνο! Η θεραπεία με βιομιμητικές
ορμόνες και η φυσιολογική εγκυμοσύνη που επιτυγχάνεται, προστατεύει και την
ψυχολογία του ζευγαριού, που τόσο επιδρά στην ποιότητα της μεταξύ τους σχέσης,
αλλά και της ζωής καθενός χωριστά», καταλήγει
ο Δρ. Τίγκας.