Η ολική θυρεοειδεκτομή μπορεί να μειώσει τα
συμπτώματα του πόνου και της κόπωσης που επιμένουν ακόμα και μετά τη ρύθμιση
της λειτουργίας του αδένα με την καθιερωμένη φαρμακευτική θεραπεία στους
ενήλικες με νόσο Hashimoto. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για τους
συγκεκριμένους ασθενείς, τα συμπτώματα των οποίων εξακολουθούν να υφίστανται
παρά την επαρκή αντικατάσταση της θυρεοειδικής ορμόνης με φάρμακα. Όπως έχει
αποδειχθεί, η πλήρης απομάκρυνση του αντιγονικού ιστού μέσω ολικής
θυρεοειδεκτομής μειώνει την αυτοάνοση ανταπόκριση και τις αρνητικές επιπτώσεις
στην υγεία και ζωή του ασθενή.
«Η νόσος Hashimoto είναι μια από τις πιο συχνές
αυτοάνοσες νόσους παγκοσμίως. Χαρακτηρίζεται από την παρουσία αντισωμάτων
έναντι της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης
(αντι-ΤΡΟ). Η νόσος επηρεάζει τη λειτουργία του θυρεοειδούς και τελικά
οδηγεί σε υποθυρεοειδισμό. Η υποκατάσταση των ορμονών είναι αποτελεσματική για
ορισμένους ασθενείς, αλλά ορισμένοι υποφέρουν από επίμονα συμπτώματα, όπως
βαθιά κόπωση, κακή ποιότητα ύπνου, πόνους στις αρθρώσεις και μυϊκές κράμπες,
ξηροστομία και ξηροφθαλμία, παρά την ιατρική θεραπεία. Δυστυχώς, μέχρι σήμερα,
δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για την ύφεσή τους», μας εξηγεί ο Δρ. Αναστάσιος
Ξιάρχος - Διευθυντής της χειρουργικής κλινικής του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών -
Ιατρικού Περιστερίου και Πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Ορθοπρωκτικής
Χειρουργικής (www.axiarchos.gr).
Ειδικότερα, η ετήσια επίπτωση της θυρεοειδίτιδας
Hashimoto παγκοσμίως υπολογίζεται σε 0,3-1,5 περιπτώσεις ανά 1000 άτομα.
Επηρεάζει το 5% -10% του γυναικείου πληθυσμού σε αναπαραγωγική ηλικία κι έχει
αποδειχθεί ότι σχετίζεται με διάφορα γυναικολογικά προβλήματα αλλά και άλλα
προβλήματα, όπως αύξηση βάρους, δυσανεξία στο κρύο, απώλεια μνήμης,
δυσκοιλιότητα, μελαγχολία και κακή διάθεση, τριχόπτωση κ.ά.. Μέχρι σήμερα,
πιστεύεται ότι τα φαινόμενα αυτά σχετίζονται με την παρουσία υποθυρεοειδισμού.
Ωστόσο, πολλοί ασθενείς που πάσχουν από Hashimoto - ακόμη και εκείνοι που λαμβάνουν
θυρεοειδικές ορμόνες - αντιμετωπίζουν φάσεις γενικής αδιαθεσίας που συνδέονται
με διάφορα συμπτώματα. Από μελέτες έχει αποδειχθεί ότι τα υψηλότερα επίπεδα
αντι-ΤΡΟ συνδέονται με αυξημένα συμπτώματα και με μειωμένη ποιότητα ζωής.
Σύμφωνα με ευρήματα μίας νορβηγικής μελέτης που
δημοσιεύθηκαν στο Annals of Internal Medicine, ερευνητές μελέτησαν 147 ενήλικες
με τη νόσο Hashimoto στο Telemark Hospital μεταξύ 13 Φεβρουαρίου 2012 και 10
Απριλίου 2015. Οι μισοί εξ αυτών (73), επιλέχθηκαν τυχαία για να υποβληθούν σε
θυρεοειδεκτομή. Η μέση ηλικία τους ήταν 48 ετών, με το 93,2% να είναι
γυναίκες. Οι άλλοι μισοί (74)
ακολούθησαν φαρμακευτική θεραπεία. Η μέση ηλικία τους ήταν 49,2 ετών, με το
90,5% να είναι γυναίκες.
Οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν για 18 μήνες, με επισκέψεις
κάθε 3 μήνες. Οι ερευνητές κατά τη διάρκεια των follow-up μετρούσαν τα επίπεδα
αντισωμάτων έναντι της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης (αντι-ΤΡΟ), της ορμόνης
διέγερσης θυρεοειδούς (TSH), της ελεύθερης θυροξίνης (T4), της ελεύθερης
τριιωδοθυρονίνης (FΤ3), καθώς και τα επίπεδα του ασβεστίου και της
παραθυρορμόνης των ασθενών. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο για
την γενική κατάσταση της υγείας τους (SF-36) και ένα ειδικό ερωτηματολόγιο για
την κόπωση, προκειμένου να αξιολογηθεί η υγεία και τα συμπτώματα που
σχετίζονται με τη νόσο Hashimoto.
Ο μέσος όρος βαθμολογίας υγείας για τους
συμμετέχοντες που υποβλήθηκαν σε θυρεοειδεκτομή αυξήθηκε κατά 26 μονάδες μετά από τη χειρουργική επέμβαση, σε σύγκριση
με τη βαθμολογία που είχαν συγκεντρώσει πριν από αυτήν (64 έναντι 38). Στην
ομάδα που έλαβε την στάνταρ ιατρική περίθαλψη (φαρμακευτική), οι ερευνητές
βρήκαν πτώση 3 βαθμών στις βαθμολογίες, από 38 πριν από την επέμβαση σε 35 μετά
απ’ αυτή, με αποτέλεσμα η μέση διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων να είναι 29
βαθμών.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν, επίσης βελτιώσεις στα
αναφερόμενα επίπεδα κόπωσης των συμμετεχόντων που υποβλήθηκαν σε
θυρεοειδεκτομή. Συγκεκριμένα, παρατηρήθηκε μείωση 9 βαθμών στα αποτελέσματα
κόπωσης (από 23 πριν από τη χειρουργική επέμβαση σε 14 μετά απ’ αυτήν). Μόνο το
35% των συμμετεχόντων στην ομάδα της θυρεοειδεκτομής ανέφεραν χρόνια κόπωση
μετά από τη χειρουργική επέμβαση, συγκριτικά με το 82% που ένιωθαν κόπωση πριν
χειρουργηθούν. Αντίθετα, στην ομάδα που έλαβε τυπική ιατρική περίθαλψη δεν
διαπιστώθηκε σημαντική αλλαγή στις βαθμολογίες κόπωσης, ενώ ο επιπολασμός του
χρόνιου πόνου μειώθηκε από 84% πριν την επέμβαση στο 74% κατά τη λήξη της
μελέτης.
Η θυρεοειδεκτομή φάνηκε να ομαλοποιεί τα επίπεδα
της αντι-ΤΡΟ, με τα επίπεδα να πέφτουν από κατά μέσο όρο 92% - στα 152 IU / mL
στην ομάδα που υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση, ενώ η μέση μέτρηση για τη
ομάδα που έλαβε φαρμακευτική αγωγή ήταν 1300 IU / mL μετά την παρέμβαση.
«Δεδομένου ότι ο θυρεοειδής αδένας είναι ο
σπουδαιότερος του ανθρώπινου σώματος -αφού η καλή λειτουργία του επηρεάζει
πλήθος λειτουργιών του οργανισμού, όπως τις καύσεις, την ανάπτυξη, το
μεταβολισμό, την ψυχική υγεία και ισορροπία- η καλή ρύθμισή του πρέπει να
αποτελεί προτεραιότητα του ασθενή», καταλήγει ο Δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος.