Με βάση την ενημέρωση από τα ΜΜΕ για το
νέο σχέδιο νόμου που αφορά τα όρια συνταγογράφησης φάρμακων είδαμε ότι υπάρχει
πάλι το αντιεπιστημονικό και καθαρά λογιστικό κριτήριο συνταγογράφησης του
μέσου όρου ανάλογα με πάθηση, ειδικότητα, γεωγραφική περιοχή και μήνα του
έτους. Με απλά λόγια το σύστημα βλέπει τι έχει συνταγογραφηθεί για την
συγκεκριμένη πάθηση τον προηγούμενο χρόνο διαιρεί με αριθμό ιατρών και βγάζει
ένα μέσο όρο ανά περιοχή και μήνα. Σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Ένωσης
Ελευθεροεπαγγελματιών Καρδιολόγων Ελλάδος (ΕΕΚΕ) κ. Φώτιο Πατσουράκο «υπό αυτές τις συνθήκες χρειαζόμαστε λογιστές (με κάθε σεβασμό στους
λογιστές) και όχι ιατρούς, αφού δεν λαμβάνονται υπόψιν επιστημονικά κριτήρια
και φυσικά τα πρωτόκολλα, που από διετίας εκπονούνται από ομάδες εργασίας, έχουν
θεσμοθετηθεί με την έγκρισή τους από την ολομέλεια της αντίστοιχης επιτροπής
του Υπουργείου Υγείας, έχουν αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του υπουργείου και
έχουν δοθεί στην ΗΔΙΚΑ για ψηφιοποίηση και εφαρμογή».
Με δεδομένη λοιπόν την εφαρμογή των
διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων, που ιδίως στην Καρδιολογία έχουν
εκπονηθεί τα σημαντικότερα που αφορούν τουλάχιστον το 80% της συνταγογράφησης,
δεν είναι κατανοητό γιατί να ισχύουν αριθμητικά και λογιστικά κριτήρια.
Τέλος πρέπει να επισπευτεί και η
εκπόνηση όλων των πρωτοκόλλων έτσι ώστε να μην υπάρχει καμία δυνατότητα πιθανής
υπερσυνταγογράφησης και άρα καμίας περαιτέρω αιτίας εφαρμογής αριθμητικών ορίων,
με παράλληλη αύξηση της χρηματοδότησης για την υγεία ιδίως στο σκέλος της ΠΦΥ
και των διαγνωστικών εξετάσεων και πράξεων που θα έχει ως αποτέλεσμα την
κατάργηση του επαχθούς clawback που έχει φέρει στα όρια της κατάρρευσης
ιατρεία, εργαστήρια και πολυϊατρεία.
Κατόπιν των
ανωτέρω η Ένωση Ελευθεροεπαγγελματιών Καρδιολόγων Ελλάδος
(ΕΕΚΕ) με χθεσινή επιστολή της προς τον Υπουργό
Υγείας κ. Ανδρέα Ξανθό και τον αναπληρωτή Υπουργό Υγείας κ. Παύλο Πολάκη ζητά όπως
εξεταστεί εκ νέου το θέμα των αριθμητικών ορίων συνταγογράφησης.