Συχνά συμπτώματα κεφαλαλγίας παρουσιάζουν τα άτομα
που έχουν στραβό διάφραγμα. Αιτία είναι η ανάπτυξη τοπικών φλεγμονών στους
παραρρίνιους κόλπους με πάχυνση του βλεννογόνου και η παρεμπόδιση της
παροχέτευσης των εκκρίσεών τους, η οποία συσσωρεύεται και δημιουργεί πίεση εκ
των έσω.
«Σύμφωνα με την Αµερικανική Ακαδηµία
Ωτορινολαρυγγολογίας-Χειρουργικής Κεφαλής και Τραχήλου, 8 στους 10 ανθρώπους
υποφέρουν από σκολίωση ρινικού διαφράγματος. Το διάφραγμα είναι το ανατομικό
στοιχείο που χωρίζει τη μύτη στις δύο ρινικές θαλάμες, το μπροστινό τμήμα του
οποίου αποτελείται από χόνδρο και το οπίσθιο από οστό. Αυτή η παραμόρφωση δεν
είναι συνήθως έντονη, οπότε περνά απαρατήρητη, χωρίς να δημιουργεί προβλήματα.
Όμως, σε ένα ποσοστό ανθρώπων η ελλιπής ευθυγράμμιση είναι τόσο έντονη που
παρουσιάζεται δυσκολία στην αναπνοή και αδυναμία παροχέτευσης της βλέννας που
φυσιολογικά δημιουργείται στη μύτη. Η παραμονή της στους κόλπους οδηγεί σε
λοιμώξεις και σε πονοκεφάλους», μας εξηγεί ο πλαστικός χειρουργός προσώπου –
ΩΡΛ Δρ. Γεώργιος Μοιρέας και συνεχίζει «Στα πιο συχνά συμπτώματα
συμπεριλαμβάνονται οι ρινορραγίες, ο βήχας, το ροχαλητό και η δυσκολία στον
ύπνο, τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε ξηροστομία (εξαιτίας της στοματικής
αναπνοής στην οποία συχνά καταφεύγουν οι ασθενείς), σε υπνική άπνοια, ακόμα και
σε καρδιοπνευμονικά προβλήματα λόγω των απνοιών».
Οι κεφαλαλγίες που νοιώθουν συχνά όσοι έχουν στραβό
διάφραγμα οφείλονται στις χρόνιες ή οξείες λοιμώξεις που προκαλούν τα βακτήρια,
τα οποία εύκολα αναπτύσσονται σ’ ένα περιβάλλον με υπερβολική βλέννα. Συχνά οι
οξείες βακτηριακές λοιμώξεις συνοδεύονται από πυρετό, οπότε ο ασθενής πρέπει να
λάβει αντιβιοτικά. Για τη περαιτέρω διερεύνηση μπορεί να χρειαστεί η διενέργεια
απλής ακτινογραφίας κόλπων/προσώπου ή ακόμη και αξονικής ή μαγνητικής
τομογραφίας, δεδομένου ότι εάν μια λοίμωξη των παραρρινοειδών κόλπων αφεθεί
χωρίς θεραπεία, μπορεί να οδηγήσει σε ενδοκρανιακή διασπορά, βλάβη μεγάλων
νεύρων και άλλες επιπλοκές.
Οι άνθρωποι που πάσχουν από τέτοιου είδους
κεφαλαλγίες περιγράφουν ότι νοιώθουν παράλληλα ένα μπούκωμα στη μύτη και πίεση
γύρω από τα μάτια, τα μάγουλα και το μέτωπο. Επειδή δε σε ορισμένους ένα
παρεκκλίνον διάφραγμα δεν είναι εμφανές οπτικά, χρειάζεται η βοήθεια ενός ΩΡΛ
για να προσδιοριστεί αν το ρινικό διάφραγμα έρχεται σε επαφή με το εξωτερικό
τοίχωμα της μύτης και προκαλεί τον πόνο. Είναι άλλωστε ο μόνος ειδικός για να
αποφασίσει εάν απαιτείται χειρουργική επέμβαση, προκειμένου ο ασθενής να
βοηθηθεί αποτελεσματικά και μόνιμα, αλλά και για τους πιθανούς κινδύνους που
εγκυμονεί για την υγεία η συνέχιση της ζωής με ένα στραβό διάφραγμα.
Βεβαίως, άτομα με ελαφρώς αποκλίνον διάφραγμα
μπορεί να βρίσκουν προσωρινή ανακούφιση από τη λήψη αποσυμφορητικών,
αναλγητικών, αντιισταμινικών και κορτικοστεροειδών σπρέι που μειώνουν τη
συμφόρηση και τον πόνο. Για πολλούς, όμως, η συνεχής ανάγκη φαρμάκων δεν είναι
αποδεκτή, οπότε καταφεύγουν στη χειρουργική αποκατάσταση του ρινικού
διαφράγματος για ουσιαστική και μόνιμη βελτίωση.
«Εάν η μόνη αιτία των χρόνιων τοπικών φλεγμονών
είναι το αποκλίνον διάφραγμα, τότε ένας ασθενής μπορεί να βρει ανακούφιση απλώς
με τον ευθειασμό του. Σε σοβαρότερες περιπτώσεις, όμως, η διόρθωση αυτή μπορεί
να απαιτεί συνδυασμό με επέμβαση στους παραρρίνιους κόλπους ή με παρέμβαση στην
εξωτερική εμφάνιση, καθώς η σκολίωση δύναται να προκαλέσει εμφανή δυσμορφία της
μύτης. Οι δυσμορφίες αυτές μπορεί να είναι μια εμφανώς στραβή μύτη και
διάφραγμα που αποφράσσει τελείως το ένα ρουθούνι, αποκλείοντας την είσοδο του
αέρα, ή/και μια προεξέχουσα ή με μεγάλο ύβο (καμπούρα) ή πολύ στενή μύτη»,
τονίζει ο Δρ. Μοιρέας.
Όπως μας εξηγεί περαιτέρω, η αφαίρεση ή/και
μετακίνηση του διαφράγματος στην προβλεπόμενη θέση αλλάζει ριζικά την ανατομία
της περιοχής, οδηγώντας στη δραστική αύξηση της ποσότητας του αέρα που μπορεί
να περάσει από τη μύτη. Οπότε ο ασθενής άμεσα και μόνιμα αναπνέει σωστά, η
βλέννα παροχετεύεται, παύουν οι φλεγμονές, μειώνεται το ροχαλητό και οι πιθανές
άπνοιες κατά την κατάκλιση. «Πρόκειται για ένα χειρουργείο που δεν προκαλεί καθόλου
μετεγχειρητικό πόνο, εφόσον έχει ακολουθηθεί σωστή χειρουργική τεχνική, και που
πραγματοποιείται αφού το κορίτσι γίνει 16 ετών ή το αγόρι 18 ετών περίπου»,
σημειώνει.
Ο συνδυασμός δε της επέμβασης με αισθητική
ρινοπλαστική μπορεί να αλλάξει τελείως τη ζωή του ασθενούς, αφού σε ελάχιστο
χρόνο μπορεί να βελτιωθεί ταυτόχρονα και η εξωτερική εμφάνισή του, δίνοντάς του
άλλες προοπτικές στην προσωπική και επαγγελματική του πορεία. Με την είσοδο της
diamond ρινοπλαστικής, η επέμβαση έχει καταστεί απολύτως ανώδυνη, εξαιτίας της
δυνατότητας που δίνει στον χειρουργό να σμιλεύει τα οστά χωρίς να τα σπάει και
χωρίς να επηρεάζει τους μαλακούς ιστούς της μύτης. Έτσι, ο ασθενής δεν
εμφανίζει μώλωπες και οίδημα μετεγχειρητικά, εκτός εάν έχει προδιάθεση,
αναρρώνει και επανέρχεται στις καθημερινές υποχρεώσεις του ταχύτατα, έχοντας
απαλλαγεί από τα συμπτώματα, τους κινδύνους και τις αισθητικές δυσμορφίες που
δύναται να δημιουργήσει ένα στραβό διάφραγμα.