Περισσότερα
από 6,5 εκατομμύρια παιδιά έχουν γεννηθεί με τη βοήθεια της εξωσωματικής στις
τέσσερις δεκαετίες που εφαρμόζεται, αλλά ακόμα και σήμερα πολλοί φοβούνται για
την μακροπρόθεσμη ασφάλεια των φαρμάκων που χορηγούνται στις γυναίκες.
«Παρά
τους φόβους, τα ελληνικά και διεθνή επιστημονικά στοιχεία αποδεικνύουν ότι τα
φάρμακα που χορηγούνται για τη διέγερση των ωοθηκών είναι ασφαλή, τόσο
βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα» λέει ο ο μαιευτήρας-χειρουργός
γυναικολόγος Δρ. Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Υποβοηθούμενη
Αναπαραγωγή και ιδρυτικό μέλος του Institute of Life-ΙΑΣΩ (www.gynecologie.gr).
«Αρκεί, βέβαια, να γίνεται προσεκτικά η επιλογή των γυναικών στις οποίες θα
χορηγηθούν».
Οι
περισσότερες ανησυχίες επικεντρώνονται στο ενδεχόμενο να αυξάνεται
μακροπρόθεσμα ο κίνδυνος καρκίνου, επειδή τα φάρμακα διεγείρουν την παραγωγή
ορμονών στον οργανισμό.
Ωστόσο
η λήψη των φαρμάκων της γονιμότητας δεν σχετίζεται αιτιολογικά με την ανάπτυξη
καρκίνου στις γυναίκες με χαμηλό κίνδυνο για εκδήλωση της νόσου, δηλαδή για
όσες δεν έχουν ατομικό ιστορικό ή οικογενειακό ιστορικό καρκίνου.
Αντίστοιχα,
απαιτείται προσοχή στις γυναίκες με υψηλό κίνδυνο για καρκίνο, δηλαδή σε όσες
έχουν ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό ορισμένων μορφών της νόσου, αλλά και σε
όσες έχουν μεγαλύτερη ηλικία ή είχαν κάνει κατά το παρελθόν πολλές θεραπείες με
ορμονικά φάρμακα.
«Στις
γυναίκες αυτές πρέπει να γίνει πολύ προσεκτικά η επιλογή της φαρμακευτικής
αγωγής, επειδή η ορμονική θεραπεία μπορεί να προάγει την ανάπτυξη παθολογίας
στα ορμονοευαίσθητα όργανα», εξηγεί ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Επομένως, πριν από την
έναρξη της ορμονικής θεραπείας σε μία γυναίκα απαιτείται λεπτομερής λήψη του
ατομικού και του οικογενειακού ιστορικού της, αναγνώριση των παραγόντων
επικινδυνότητας και διεξαγωγή προληπτικών εξετάσεων, όπως το τεστ Παπανικολάου,
ο υπέρηχος μαστού, η μαστογραφία και το υπερηχογράφημα των γεννητικών οργάνων».
Όσον
αφορά το ενδεχόμενο καρκίνου στα παιδιά της εξωσωματικής, αλλεπάλληλες μελέτες
το έχουν αποκλείσει. Μία από τις μεγαλύτερες μελέτες δημοσιεύθηκε το 2013 στο
επιστημονικό περιοδικό New England Journal of Medicine και κατέληξε στο
συμπέρασμα ότι η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή δεν συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο
καρκίνου (ούτε λευχαιμίας ή όγκων στον εγκέφαλο).
Τα
καρδιαγγειακά νοσήματα
Μία
άλλη πηγή ανησυχίας είναι μήπως οι ορμονικές αλλαγές που επιφέρουν τα φάρμακα
της εξωσωματικής, αυξάνουν μακροπρόθεσμα τον κίνδυνο καρδιαγγειακών ασθενειών
και διαβήτη.
Τα έως
τώρα επιστημονικά δεδομένα υποδηλώνουν ότι τα φάρμακα της εξωσωματικής καθαυτά
δεν αυξάνουν τις πιθανότητες εκδήλωσης καρδιολογικών προβλημάτων στο μέλλον.
Ωστόσο πολλές γυναίκες είναι υπογόνιμες εξαιτίας υποκείμενων παθήσεων οι οποίες
φέρουν αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο και γι’ αυτό έμμεσα διατρέχουν αυξημένο
κίνδυνο.
Πιο
χαρακτηριστική περίπτωση είναι το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών, το οποίο
αποτελεί συχνή αιτία γυναικείας υπογονιμότητας και ταυτοχρόνως θέτει τις
γυναίκες σε αυξημένο κίνδυνο παχυσαρκίας, διαβήτη, αυξημένης χοληστερόλης και
υπέρτασης. Οι παθήσεις αυτές, τόσο μεμονωμένα όσο και σε συνδυασμό μεταξύ τους
(σε τέτοια περίπτωση η γυναίκα πάσχει από μεταβολικό σύνδρομο), αυξάνουν
σημαντικά τον κίνδυνο καρδιαγγειακών προβλημάτων, ιδιαίτερα μετά την
εμμηνόπαυση.
Οι
ανεπιθύμητες ενέργειες
Όπως
όμως ισχύει για όλα τα φάρμακα, έτσι και αυτά της εξωσωματικής μπορεί να έχουν
βραχυπρόθεσμες ανεπιθύμητες ενέργειες. Οι πιο συνηθισμένες από αυτές είναι το
«φούσκωμα», ο πονοκέφαλος, η ευαισθησία των μαστών, τα στομαχικά ενοχλήματα, οι
εξάψεις και οι διακυμάνσεις της ψυχικής διάθεσης.
«Οι
ανεπιθύμητες ενέργειες που μπορεί να εκδηλώσει μια γυναίκα εξαρτώνται από τα
φάρμακα που λαμβάνει, την δόση τους (συνήθως όσο υψηλότερη είναι, τόσο
αυξάνεται η πιθανότητα να υπάρξει κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια) και φυσικά τον
οργανισμό της γυναίκας», τονίζει ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Οι παρενέργειες αυτές
συνήθως είναι ήπιες και διαχείρισιμες. Πολύ σπάνια θα υπάρξει κάτι σοβαρό, όπως
π.χ. μια αλλεργική αντίδραση. Δυστυχώς δεν μπορούμε να ξέρουμε εκ των προτέρων
αν μια γυναίκα θα εκδηλώσει ανεπιθύμητες ενέργειες ή όχι, αλλά το βέβαιο είναι
πως αυτές υποχωρούν μόλις διακοπεί η λήψη των φαρμάκων».
Σε
γενικές γραμμές τα φάρμακα για τη γονιμότητα που λαμβάνονται από το στόμα έχουν
λιγότερες πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες απ’ ό,τι τα ενέσιμα.
Υπερδιέγερση
των ωοθηκών
Μία
ανεπιθύμητη ενέργεια που μπορεί μερικές φορές να είναι σοβαρή είναι το σύνδρομο
υπερδιέγερσης των ωοθηκών. Αυτό οφείλεται στο ότι διεγείρονται πάρα πολύ από τα
φάρμακα οι ωοθήκες, με συνέπεια να διογκώνονται και να γίνονται επώδυνες.
Τυπικά
αυτό διαρκεί μία εβδομάδα και συνοδεύεται από πόνο στην κοιλιά. Η γυναίκα
μπορεί επίσης να έχει τυμπανισμό (φούσκωμα), ενώ μερικές φορές παρατηρούνται
ναυτία, έμετος και διάρροια.
Σε πολύ
σπάνιες περιπτώσεις το σύνδρομο μπορεί να οδηγήσει σε θρομβώσεις και προβλήματα
στους νεφρούς.
Ωστόσο,
«ο κίνδυνος εμφάνισης του συνδρόμου είναι πολύ σπάνιος με τη χρήση των
ανταγωνιστών και με την εμβρυομεταφορά σε δεύτερο χρόνο, έπειτα από την
κατάψυξη των εμβρύων», λέει ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Επιπλέον, τα νεότερα φάρμακα
της εξωσωματικής επιτρέπουν την ολοκλήρωση της θεραπείας στο μισό χρονικό
διάστημα συγκριτικά με τα φάρμακα της προηγούμενης γενιάς. Και τα νεότερα
πρωτόκολλα καθιστούν τον έλεγχο της ανταπόκρισης των ωοθηκών πιο εύκολο και επιτρέπουν
την μείωση της ανάπτυξης του συνδρόμου υπερδιέγερσης των ωοθηκών».
Και
καταλήγει: «Ο μεγαλύτερος υπαρκτός κίνδυνος που συνδέεται με τις θεραπείες
γονιμότητας ήταν και παραμένουν οι πολύδυμες κυήσεις, αλλά και αυτός
περιορίζεται σημαντικά με τους περιορισμούς που έχουν θεσπιστεί στον αριθμό των
εμβρύων που μπορούν να μεταφερθούν στη μήτρα σε κάθε προσπάθεια».