Ανακούφιση
από τα συμπτώματα της εαρινής αλλεργικής ρινίτιδας μπορεί να προσφέρει η
ρινοπλαστική σε συνδυασμό με την ανοσοθεραπεία στους ανθρώπους με ανατομικά
προβλήματα στη μύτη. Η λύση που δίνεται
συνήθως με τη φαρμακευτική αγωγή δεν οδηγεί στην εξάλειψη του προβλήματος.
Μάλιστα, η έντονη ανάγκη να μειώσουν οι ασθενείς τις ανυπόφορες, πολλές φορές,
επιπτώσεις της, οδηγεί σε παρατεταμένη χρήση των φαρμάκων, με αντίθετα από τα
επιθυμητά αποτέλεσμα.
«Οι
αλλεργίες μπορεί να εμφανιστούν σχεδόν οποιαδήποτε εποχή του χρόνου σε κάποιον
που είναι επιρρεπής σ’ αυτές και ο καλύτερος τρόπος για τον έλεγχό τους είναι η
αποφυγή της αιτίας που τις προκαλεί. Η εαρινή ρινίτιδα, ειδικότερα, μπορεί να
επηρεάσει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών. Η γύρη των λουλουδιών και
των δέντρων είναι η κυρίως ένοχη, οπότε οι αλλεργικοί είναι εξαιρετικά δύσκολο
να αποφύγουν την έκθεση σ’ αυτή ακόμα κι όταν ζουν στην πόλη. Έτσι καταφεύγουν
στη λήψη φαρμάκων, τα οποία αφενός δεν εξαλείφουν απόλυτα τα συμπτώματα και
αφετέρου δεν αντιμετωπίζουν την αιτία αυτών των συμπτωμάτων. Ορισμένοι,
μάλιστα, ασθενείς και συνήθως αυτοί που ταλαιπωρούνται και από άλλες αλλεργίες
που προκαλούν ρινική συμφόρηση, λαμβάνουν για παρατεταμένο χρονικό διάστημα
φάρμακα, υπερβάλλουν δηλαδή στη χρήση τους, με κίνδυνο να εμφανίσουν
φαρμακευτική ρινίτιδα», σημειώνει ο πλαστικός χειρουργός προσώπου – ΩΡΛ Δρ.
Γεώργιος Μοιρέας.
Οι
περισσότερες αλλεργίες έχουν κληρονομικό υπόβαθρο. Εάν ένας γονέας είναι
αλλεργικός, το παιδί αντιμετωπίζει αυξημένο κίνδυνο κατά 50% να αναπτύξει κάποιου είδους αλλεργία
(είτε την ίδια, είτε σε άλλο αλλεργιογόνο), ποσοστό που αυξάνεται στο 75% εάν
και οι δύο γονείς του είναι αλλεργικοί. Οι περιβαλλοντικές αλλεργίες μπορούν να
προκαλέσουν πλήθος συμπτωμάτων. Οι περισσότερες αλλεργικές αντιδράσεις είναι
ήπιες και τα συμπτώματα περιλαμβάνουν φτέρνισμα, ρινική συμφόρηση και καταρροή,
κνησμό, υγρά μάτια και κεφαλαλγίες. Υπάρχουν ωστόσο και σοβαρότερες
αντιδράσεις, οι οποίες είναι όμως σπάνιες.
Η
αποφυγή της αιτίας που προκαλεί ειδικά την εαρινή αλλεργία είναι σχεδόν
ακατόρθωτη. Η μόνιμη αντιμετώπιση όμως έρχεται μέσω της ανοσοθεραπείας ή αλλιώς
απευαισθητοποίησης σε συνδυασμό με τη ρινοπλαστική. Η ανοσοθεραπεία
αντιμετωπίζει στη ρίζα το πρόβλημα καθώς βοηθά τον οργανισμό να δημιουργήσει
αντισώματα έναντι του παράγοντα στον οποίο είναι αλλεργικός και έτσι να μην
εκδηλώσει συμπτωματολογία. «Αφού γίνουν τα αλλεργικά τεστ, με έναν πολύ απλό τρόπο – στο δέρμα του
χεριού των ασθενών που θέλουν να μάθουν σε τι είναι αλλεργικοί – βρίσκουμε το
αλλεργιογόνο που είναι υπεύθυνο για την αλλεργία που καλούμαστε να
αντιμετωπίσουμε. Κατόπιν επιλέγουμε την ανοσοθεραπεία η οποία μπορεί να είναι
πόσιμη ή ενέσιμη και ουσιαστικά το πρώτο και σημαντικότερο βήμα στην
αντιμετώπιση της αλλεργίας έχει γίνει!», υποστηρίζει ο Δρ. Μοιρέας.
Το
μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων που υποφέρουν από αλλεργική ρινίτιδα
παρουσιάζουν και ανατομικές ανωμαλίες που εντείνουν ακόμη περισσότερο τα
συμπτώματά τους. Στραβό ρινικό διάφραγμα, υπερτροφικές και οιδηματώδεις ρινικές
κόγχες που συχνά οδηγούν σε ρινορραγίες, μικρά σε μέγεθος ρουθούνια, μορφώματα
της μύτης που μπορεί να δυσχεραίνουν την αναπνοή όπως ρινικοί πολύποδες που
φράσσουν τη μύτη και δεν αφήνουν χώρο για τη διέλευση του αέρα. Σ’ αυτές τις
περιπτώσεις υπάρχει η επιλογή της χειρουργικής επέμβασης.
«Η
χειρουργική επέμβαση δεν θεραπεύει την εαρινή αλλεργία (αυτό το πετυχαίνει η
ανοσοθεραπεία) αλλά διευκολύνει την αναπνοή. Εκτελείται δηλαδή για τη διεύρυνση
των ανοιγμάτων από τα οποία θα περάσει ο αέρας στη ρινική αναπνοή. Για
παράδειγμα, σε περιπτώσεις μακροχρόνιων αλλεργιών, οι ρινικές κόγχες -οι
μακρόστενοι σχηματισμοί, που ο ρόλος τους είναι η εφύγρανση, η θέρμανση και το
φιλτράρισμα του αέρα που εισέρχεται στη μύτη- διογκώνονται και εκφυλίζονται
προκαλώντας δυσκολία στη δίοδο του αέρα. Οι ασθενείς αυτοί τείνουν να έχουν
σοβαρότερο πρόβλημα συγκριτικά με τους μη αλλεργικούς ασθενείς, πρόβλημα που
ενδεχομένως να απαιτεί χειρουργική επέμβαση για τη επίλυσή του, ώστε να
καταστεί καλύτερη η αναπνευστική λειτουργία. Ακόμα μεγαλύτερη δυσκολία αντιμετωπίζουν
όσοι έχουν παράλληλα κι άλλα ανατομικά προβλήματα», διευκρινίζει ο Δρ. Μοιρέας
και προσθέτει:
«Η λειτουργική ρινοπλαστική, δηλαδή η επέμβαση που
επικεντρώνεται στη λειτουργία της μύτης και όχι μόνο στην αισθητική, μπορεί να
κάνει τα συμπτώματα της αλλεργίας πιο ανεκτά, αφού μπορεί να διορθώσει
οποιοδήποτε πρόβλημα συμβάλει στην επιδείνωση τους και να βελτιώσει την
αναπνοή. Τέτοια προβλήματα είναι η σύμπτωση ρινικών βαλβίδων, το στραβό
διάφραγμα, η υπερπλασία των ρινικών κογχών, οι πολύποδες στη μύτη. Από την άλλη
πλευρά, οι ρινικές αλλεργίες δεν επηρεάζουν την έκβαση της αισθητικής
ρινοπλαστικής, ούτε οι αλλαγές στο
μέγεθος και το σχήμα της μύτης επηρεάζουν και περιορίζουν την αλλεργική
ρινίτιδα. Γι αυτό συνιστούμε πάντα σε αυτού του είδους τα προβλήματα συνδυασμό
επέμβασης με ανοσοθεραπεία».
Φυσικά,
εάν η λειτουργική ρινοπλαστική εκτελεστεί από μη εξειδικευμένο χειρουργό και
δεν γίνει σωστά, μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στη αναπνοή,
επιδεινώνοντας τα συμπτώματα της συνυπάρχουσας αλλεργίας.
«Το
ιστορικό και η πλήρης κλινική εξέταση με την καταγραφή του εσωτερικού της μύτης
σε υπολογιστή, που θα καθοδηγήσει τον χειρουργό και θα αναδείξει και το μέγεθος
του προβλήματος, καθώς και η τρισδιάστατη προσομοίωση του αναμενόμενου
αποτελέσματος που θα αποτυπώσει τις προσδοκίες του ασθενή, οδηγούν σε μια
συνδυασμένη θεραπεία λειτουργικής ρινοπλαστικής και ανοσοθεραπείας, που είναι
απολύτως αναγκαία για την εξασφάλιση του άριστου αποτελέσματος», καταλήγει ο
Δρ. Μοιρέας.