Ἐν Δελβινακίῳ τῇ 25ῃ Μαρτίου 2018
Ἀριθ. Πρωτ. 259
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 208η
ΘΕΜΑ: Μήπως χρειαζόμαστε μιὰ καινούργια Ἐθνικὴ Παλιγγενεσία;
Ἀγαπητοί μου Χριστιανοί,
-Α-
Μέσα σ’ ἕνα ἰδιαίτερα ἀρνητικὸ κλῖμα, ἡ Πατρίδα μας ἑτοιμάζεται νὰ γιορτάσῃ τὴν Ἐθνικὴ Παλιγγενεσία τῆς 25ης Μαρτίου 1821. Ἔχουν περάσει ἀπὸ τότε 197 χρόνια, σχεδὸν δύο αἰῶνες, οἱ ὁποῖοι σημαδεύτηκαν ἀπὸ πολλὰ γεγονότα, ἀπὸ νῖκες καὶ δόξες, ἀπὸ ἧττες καὶ καταστροφές : Ἡ προσάρτηση τῆς Θεσσαλίας καὶ τῶν Ἰονίων Νήσων · ὁ ἀτυχὴς πόλεμος τοῦ 1897 · ὁ Μακεδονικὸς Ἀγώνας · ἡ ἐθνικὴ ἐξόρμηση τοῦ 1912-1913, ποὺ εἶχε ἀποτέλεσμα τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Μακεδονίας πρῶτα, καὶ ὕστερα τῆς Ἠπείρου ὁλόκληρης · ὁ Αὐτονομιακὸς Ἀγώνας τῆς Βορείου Ἠπείρου (1914) · ὁ Ἐθνικὸς Διχασμός · ὁ Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, τὸ Ἑλληνικὸ Ἔπος 1940
– 41 καί, τέλος, ἡ μετέπειτα ἐθνική μας τραγωδία, ποὺ τελείωσε τὸ 1950. Ὅλα αὐτὰ εἶναι μία μικρὴ σύνοψη τῶν περιπετειῶν τοῦ Ἔθνους στὸ διάστημα τῶν δύο σχεδὸν αἰώνων ἀπὸ τὴν Ἐθνική μας Παλιγγενεσία.
-Β-
Ἀλλὰ τί μᾶς ἔχει διδάξει τὸ 1821 καὶ τὰ ὅσα ἐπακολούθησαν ; Ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανὸς ὕψωσε στὴν Ἁγία Λαύρα τὸ Λάβαρο τῆς Ἐπαναστάσεως, ἐνῷ στὴν Κωνσταντινούπολη οἱ Τοῦρκοι ἀπαγχόνιζαν τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Γρηγόριο τὸν Ε΄ · καὶ στὴν συνέχεια θανάτωσαν πολλοὺς ἀρχιερεῖς καὶ Ἱερεῖς · ὁ Παπαφλέσσας σκοτώνεται στὸ Μανιάκι, πολεμῶντας τὸν Ἰμπραήμ · ὁ Ρωγῶν Ἰωσὴφ σκεπάζει μὲ τὸ μισοκαμμένο ράσο του τὸ θρυλικὸ Μεσολόγγι. Κι’ ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης θὰ πῇ στοὺς μαθητές, πάνω στὴν Πνύκα, ὅτι «ὅταν πιάσαμε τὰ ὅπλα, εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ Πίστεως κι’ ἔπειτα ὑπὲρ Πατρίδος». Τὰ ἴδια τόνιζε κι’ ὁ στρατηγὸς Μακρυγιάννης κι’ ἄλλοι πολέμαρχοι ἐκείνου τοῦ Μεγάλου Ἀγώνα.
Ἀλήθεια, ὅμως, τί μᾶς ἔχουν διδάξει ὅλα αὐτὰ καὶ πόσο ἔχουν ἐπηρεάσει τὴν ἐθνική μας πορεία ;
-Γ-
Αὐτὸ τὸ ἐρώτημα πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολήσῃ, καὶ πολὺ μάλιστα, γιατὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ δοῦμε πῶς ἐφθάσαμε σήμερα νὰ μπαίνῃ στὸ στόχαστρο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ ἡ Πίστη μας
; Πῶς τὰ Σχολεῖα ἔχουν γίνει κράχτες τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς διαφθορᾶς ; Γιατὶ ἕνα δεκαπεντάχρονο παιδὶ ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ καθορίζῃ τὸ φῦλο του ; Αὐτὸ πῶς μπορεῖ νὰ χαρακτηρισθῇ, παρὰ ὡς πρόδρομος μιᾶς ζωῆς, ποὺ ὁδηγεῖται μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια πρὸς τὴν διαφθορά ;
Οἱ Ἕλληνες τοῦ 1821, ἀσφαλῶς γνώριζαν λιγώτερα γράμματα ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς ἀπογόνους τους. Καὶ μπορεῖ νὰ μὴν ἦταν σὲ θέση νὰ κατανοήσουν τὸ ἱερὸ Εὑαγγέλιο ἤ τὰ κείμενα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Εἶχαν, ὅμως, μέσα στὴν καρδιά τους, τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν Πατρίδα. Καὶ παρὰ τὶς προσπάθειες κάποιων, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὸ Εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα τοῦ Διαφωτισμοῦ, τὸ Ἔθνος κρατήθηκε γερὰ στὶς Ἑλληνορθόδοξες ρίζες του. Αὐτὸ φάνηκε καθαρὰ τὸ
1940, τότε ποὺ ἄστραψε ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη στὰ Βορειοηπειρωτικὰ Βουνά.
-Δ-
Καὶ τώρα ; Πῶς ἐφθάσαμε νὰ μὴν τιμοῦμε ὅπως πρέπει τὴν Σημαία μας ἤ νὰ πολεμοῦμε τὶς παρελάσεις ; Ἤ πῶς συζητοῦμε γιὰ νὰ παραχωρήσουμε στὰ Σκόπια τὸ ὄνομα τῆς Μακεδονίας μας ; Ἤ πῶς νὰ δεχθοῦμε τὴν ἀμνήστευση τῶν ἐγκληματιῶν «Τσάμηδων», προκειμένου δῆθεν ἡ Ἀλβανία νὰ ἱκανοποιήσῃ τὸ Ἑλληνικὸ αἴτημα γιὰ τὴν περισυλλογὴ τῶν ὀστῶν τῶν πολεμιστῶν τοῦ
1940-1941 ; Κι’ ἄν, ὅ μὴ γένοιτο, τὰ δεχθοῦμε αὐτά, θὰ μποροῦμε νὰ λεγώμαστε ἀπόγονοι τῶν ἡρώων ἐκείνων τοῦ 1821 ; Τί θὰ ποῦμε στὴν νέα γενιά ; Γιατί, μὴ τὸ ξεχνᾶμε αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ ποιητής : «Χρωστᾶμε σ’ ὅσους ἔφυγαν, θά ρθοῦνε, θὰ περάσουν, κριτὲς θὰ μᾶς δικάσουν, οἱ ἀγέννητοι, οἱ νεκροί». Τὰ ἐθνικὰ θέματα δὲν προσφέρονται γιὰ κομματικὰ παιχνίδια, οὔτε γιὰ ἀντιπαραθέσεις καὶ διχασμούς, τοὺς ὁποίους τοὺς ἔχουμε πληρώσει πολὺ ἀκριβά. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, μιὰ καινούργια ἐθνικὴ καί, πρὸ παντός, πνευματικὴ Παλιγγενεσία.
Γι’ αὐτό, στὸν φετεινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου καὶ τῆς Ἐθνικῆς μας Παλιγγενεσίας, εἶναι ἀνάγκη, «μιᾷ ψυχῇ συναθλοῦντες», ὅλοι οἱ Ἕλληνες νὰ φανοῦμε ἀντάξιοι ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι μᾶς ἐχάρισαν τὴν ἐλευθερία. Μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ Ἑλλάδα θὰ νικήσῃ «τοὺς Λαιστρυγόνες καὶ τοὺς Κύκλωπες», τοὺς ποικιλώνυμους, δηλαδή, ἐχθρούς της.
Χρόνια πολλά, καλὰ καὶ ἅγια εὔχομαι σὲ ὅλους σας. Ψηλὰ οἱ Σημαῖες καὶ οἱ καρδιές.
Διάπυρος πρὸς Χριστὸν εὐχέτης
Ο
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ Ὁ Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης
Α Ν Δ Ρ Ε Α Σ