Έχετε τη συνήθεια να στηρίζετε το κεφάλι στους
αγκώνες σας;
Να χαλαρώνετε ακουμπώντας τους στο τραπέζι κατά τη διάρκεια του δείπνου ή να στηρίζεστε σ’ αυτούς ενώ εργάζεστε στον υπολογιστή ή διαβάζετε το βιβλίο σας όταν ταξιδεύετε;
Να χαλαρώνετε ακουμπώντας τους στο τραπέζι κατά τη διάρκεια του δείπνου ή να στηρίζεστε σ’ αυτούς ενώ εργάζεστε στον υπολογιστή ή διαβάζετε το βιβλίο σας όταν ταξιδεύετε;
Τότε
αυξάνετε σημαντικά τις πιθανότητές σας να πάθετε θυλακίτιδα του ωλεκράνου, μια
πάθηση που προκαλεί πόνο στον αγκώνα και δυσκολεύει σοβαρά την καθημερινότητα
του ασθενή.
«Η θυλακίτιδα του ωλεκράνου μπορεί να προκληθεί από
πτώση στην άκρη του αγκώνα ή από συχνή πίεσή του σε σκληρή επιφάνεια. Έχει
συσχετιστεί με επαναλαμβανόμενη κίνηση σε αθλητές του γκολφ και του τένις,
εμφανίζεται δε συχνά σε παλαιστές, αλλά και σε όσους παίζουν ρακέτες. Οι
υδραυλικοί, οι τεχνικοί κλιματισμού και άλλοι που πρέπει να δουλέψουν κάνοντας
χρήση των αγκώνων τους είναι επιρρεπείς στην πάθηση, καθότι αυτή εμφανίζεται
συνήθως ως αποτέλεσμα μιας συχνά εκτελούμενης επίπονης δραστηριότητας που
ενθαρρύνει τον μυ και τον τένοντα του τρικεφάλου να σφίξουν και να βραχυνθούν
από την υπερβολική χρήση», μας εξηγεί ο ορθοπαιδικός χειρουργός άνω άκρου Δρ.
Παναγιώτης Γιαννακόπουλος. «Μπορεί να οφείλεται επίσης σε μόλυνση, αλλά και σε
φλεγμονώδεις παθήσεις, όπως η ουρική και η ρευματοειδής αρθρίτιδα, μια ασθένεια
όπου το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στις αρθρώσεις. Μπορεί, τέλος, να
προκύψει σε μαθητές/σπουδαστές και γενικά σε όσους περνούν πάρα πολλές ώρες
καθημερινά διαβάζοντας, πιέζοντας και τρίβοντας τους αγκώνες τους σε θρανία και
γραφεία».
Τι ακριβώς συμβαίνει όμως στον αγκώνα και πονάει;
«Θυλακίτιδα είναι η παρουσία φλεγμονής σε κάποιον από τους 150 θύλακες του
σώματος, τους μικροσκοπικούς σάκους με υγρό, ρόλος των οποίων είναι η
διευκόλυνση της κίνησης με την απορρόφηση των κραδασμών στα σημεία που μύες και
τένοντες κινούνται πάνω στα οστά κοντά στις αρθρώσεις. Ο θύλακας του ωλέκρανου
περιορίζει την τριβή μεταξύ του δέρματος και του προεξέχοντος οστού στον αγκώνα
(δηλαδή του ωλεκράνου). Καθώς ο θύλακας φλεγμαίνει, εκκρίνει επιπλέον υγρό μέσα
στην κλειστή κοιλότητα, οπότε ο αγκώνας διογκώνεται. Επειδή όμως το δέρμα σ’
αυτό το σημείο είναι χαλαρό ενδεχομένως να μην είναι αμέσως ορατή η αλλαγή.
Άλλες φορές όμως η εξέλιξη αυτή είναι γρήγορη, οπότε το οίδημα είναι ευκόλως
παρατηρούμενο. Όσο γίνεται δε μεγαλύτερο, τόσο περισσότερο μοιάζει με μπαλάκι
στην άκρη του αγκώνα».
Καθώς ο θύλακας
διογκώνεται μπορεί να προκαλέσει πόνο, ειδικά κατά την κάμψη. Ωστόσο,
μερικοί άνθρωποι με θυλακίτιδα ωλεκράνου δεν νοιώθουν πόνο σε καμία στάση, παρά
μόνο μια ενόχληση. Η ερυθρότητα και η αίσθηση ζέστης στον αγκώνα προκύπτει όταν
υπάρχει μόλυνση στον θύλακα, ένδειξη της οποίας αποτελεί και η ύπαρξη λοίμωξης.
Η παρουσία κάποιου από τα συμπτώματα αυτά
δυσκολεύει την εκτέλεση των καθημερινών δραστηριοτήτων και τελικά οδηγεί τους
ασθενείς στον ορθοπαιδικό, η διάγνωση από τον οποίο τίθεται μετά από την
κλινική εξέταση και τη διενέργεια ακτινογραφίας. Σ’ ένα ποσοστό ασθενών από τις
απεικονιστικές εξετάσεις αποκαλύπτεται η ύπαρξη κάποιου σπασμένου οστού ή η
ανάπτυξη κάποιας εξόστωσης (οστική προσεκβολή), η οποία μπορεί να προκαλέσει επανειλημμένα περιστατικά
θυλακίτιδας στον αγκώνα. Οι
αιματολογικές εξετάσεις δεν βοηθούν, συνήθως, στον εντοπισμό της ενδεχόμενης
λοίμωξης, όσο η λήψη υγρού απευθείας από τον θύλακα, με παρακέντηση.
Οι πρώτες “βοήθειες” για την αντιμετώπιση της
πάθησης αφορούν στην προστασία του αγκώνα με μια περιαγκωνίδα και η αποφυγή της
αιτίας πρόκλησής της όταν οφείλεται σε κάποια επαναλαμβανόμενη κίνηση. Μαζί με
τη λήψη αναλγητικών και αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, υπάρχουν αρκετές πιθανότητες
ανακούφισης από τα συμπτώματα και θεραπείας της πάθησης. Η παρουσία λοίμωξης
όμως απαιτεί τη λήψη και αντιβιοτικών, κατόπιν συνταγογράφησης του θεράποντος
ιατρού.
Στη φαρμακευτική αγωγή μπορεί να περιλαμβάνονται
και ενέσεις κορτικοστεροειδών για τη μείωση της φλεγμονής και συνεπώς, του
οιδήματος της ερυθρότητας και του πόνου. Η επίμονη παρουσία υγρού μπορεί να
οδηγήσει σε ανάγκη αφαίρεσής του από τον θύλακα
και την έγχυση ενός φαρμάκου για τη μείωση του οιδήματος.
«Υπάρχουν βέβαια και δύσκολα περιστατικά που η
θυλακίτιδα του ωλεκράνου δεν βελτιώνεται, οπότε υποχρεωτικά ο ασθενής οδηγείται
στο χειρουργείο. Τέτοιας θεραπείας χρήζουν και οι ασθενείς που ταλαιπωρούνται
από επαναλαμβανόμενα περιστατικά, προκειμένου να αφαιρέσουν τον θύλακα και την
τυχόν εξόστωση.
Η ανάρρωση από μια τέτοια χειρουργική επέμβαση απαιτεί μερικές
εβδομάδες», σημειώνει ο κ. Γιαννακόπουλος και καταλήγει: «Για την αποφυγή
συχνών περιστατικών και τελικά του χειρουργείου επιβάλλεται ο προσδιορισμός της
υποκείμενης αιτίας της θυλακίτιδας και η θεραπεία της.
Προληπτικά, για την
προστασία της άρθρωσης από την πάθηση καλό είναι όσοι έχουν μεγάλες πιθανότητες
να την εμφανίσουν λόγω υπέρχρησης να κάνουν τακτικά διαλείμματα και να
τεντώνουν τους αγκώνες τους, όπως και να ακολουθούν ένα πρόγραμμα ασκήσεων
ενδυνάμωσης και διατάσεων, το οποίο θα αποτρέψει τους μυς να σφίγγουν γύρω από
τον αγκώνα.
Η χρήση περιαγκωνίδας μπορεί να μειώσει την πιθανότητα
επανεμφάνισης της θυλακίτιδας του ωλεκράνου».