Τη νεότερη καινοτομία στο ενδοσκοπικό κομμάτι της
ουρολογίας για απαλλαγή της αποχετευτικής μοίρας του νεφρού από λίθους, ακόμα
και ευμεγέθεις, άνω των δύο εκατοστών, αποτελεί η ενδοσκοπική αφαίρεση λίθων με
laser stone light. Η μέθοδος, που ενδείκνυται και για πολυάριθμους λίθους,
είναι ανώδυνη, αναίμακτη και ιδιαίτερα ασφαλής.
«Νεφρολιθίαση είναι η δημιουργία λίθων σε κάποιο
σημείο του ουροποιητικού συστήματος. Υπάρχουν διάφορα είδη λίθων, οι οποίοι για
να σχηματισθούν πρέπει να υπάρχει κάποια μεταβολική διαταραχή, ή το
αποχετευτικό σύστημα του νεφρού να αποικίζεται με μικρόβια, ή να γίνεται χρόνια
χρήση ορισμένων φαρμάκων. Άλλοι λόγοι είναι οι διαταραχές ενδοκρινών αδένων και
κυρίως των παραθυρεοειδών που έχουν άμεση σχέση με το μεταβολισμό του ασβεστίου
και συγγενείς και επίκτητες ανωμαλίες του ουροποιητικού συστήματος που
δημιουργούν στάση στην αποχέτευση των ούρων», μας εξηγεί ο χειρουργός ουρολόγος Δρ. Γεώργιος Κυριάκου
Διδακτικό μέλος IRCAD/EITS της Ιατρικής Σχολής του Στρασβούργου. Σπανιότερα, ο
σχηματισμός τους οφείλεται σε κληρονομικές νόσους. Η σημαντικότερη βέβαια αιτία
σχηματισμού λίθων είναι η πλημμελής πρόσληψη υγρών και γι’ αυτό ο κύριος τρόπος
πρόληψης είναι η λήψη πολλών υγρών.
Οι λίθοι (πέτρες) που δε δημιουργούν κώλυμα στην
αποχέτευση των ούρων μπορεί να είναι ασυμπτωματικές. Αυτές χρήζουν ετήσιας
παρακολούθησης για τα επόμενα 2-3 έτη από τη διάγνωση, ωστόσο οι ασθενείς θα
πρέπει να είναι ενημερωμένοι πως πάντα υπάρχει πιθανότητα να χειρουργηθούν και
πως η αναμονή μπορεί να απαιτήσει περισσότερο περίπλοκες διαδικασίες.
Όταν η πέτρα παρακωλύει τη δίοδο των ούρων τότε η
άθροιση των εγκλωβισμένων ούρων διατείνει το νεφρό, προκαλώντας έντονο πόνο,
που συνήθως εκτείνεται από τη μέση (δεξιά ή αριστερά) και επεκτείνεται μπροστά
στα πλάγια της κοιλίας μέχρι και τα γεννητικά όργανα. Είναι συνήθως πόνος με
οξεία έναρξη, πολύ έντονος και μπορεί να συνοδεύεται από ναυτία και εμέτους. Τα
συμπτώματα αντιμετωπίζονται με αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ενέσιμα ή από το στόμα),
οπιοειδή παυσίπονα κ.ά. Ανάλογα με το μέγεθός τους, οι λίθοι όταν βρίσκονται
στον ουρητήρα μπορεί να αποβληθούν αυτόματα ή όχι.
Αν τα συμπτώματα είναι ήπια και η πέτρα μικρότερη
από 1 εκατοστό, τότε συστήνεται περιοδική παρακολούθηση και φαρμακευτική αγωγή,
για διευκόλυνση της αυτόματης αποβολής της πέτρας.
Αν ο ασθενής είναι συμπτωματικός και με συχνούς
κολικούς, δεν πρέπει να καθυστερεί η ριζικότερη αντιμετώπιση του προβλήματος.
Όταν δε συνδυάζεται με πυρετό,
υποδηλώνει λοίμωξη στο νεφρό, μια κατάσταση που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης,
νοσηλείας και επέμβασης. Ριζικότερη και πιο επείγουσα αντιμετώπιση χρήζουν
επίσης ασθενείς με επηρεασμένη τη λειτουργία του άλλου νεφρού, ασθενείς με έναν
νεφρό και ασθενείς όπου κατά την παρακολούθηση επιδεινώνεται η νεφρική τους
λειτουργία.
Στην περίπτωση που κρίνεται αναγκαία η επέμβαση,
ανάλογα με το μέγεθος και τη θέση των λίθων ενδείκνυται και η ανάλογη θεραπεία.
Έτσι:
Η πλέον ανώδυνη μέθοδος, δηλαδή η ενδοσκοπική
αφαίρεση λίθων με laser stone light πραγματοποιείται μέσα από την ουρήθρα, με
τη βοήθεια του ημι-άκαμπτου και του εύκαμπτου ουρητηροσκοπίου και μέσω κάμερας.
Η θεραπεία αυτή μπορεί να κατακερματίσει έναν ευμεγέθη λίθο ακόμα και σε μια
συνεδρία, ώστε σύντομα οι ασθενείς να απαλλαγούν πλήρως από την πέτρα τους,
αποφεύγοντας 2 και 3 συνεδρίες εξωσωματικής λιθοτριψίας. Επίσης, η laser
λιθοτριψία με το εύκαμπτο ουρητηροσκόπιο ενδείκνυται ακόμα και σε μικρούς
σχετικά λίθους, που βρίσκονται, όμως, σε τέτοια θέση μέσα στο νεφρό ώστε και να
κατακερματιστούν από μια λιθοτριψία τα συγκρίματα δεν μπορούν να αποβληθούν
λόγω βαρύτητας. Η ευκαμπτότητα του εύκαμπτου ουρητηροσκοπίου μπορεί να
προσεγγίσει το λίθο ακόμα και στο πιο δυσπρόσιτο σημείο μέσα στις κοιλότητες
του νεφρού. Τα συγκρίματα κατόπιν αφαιρούνται εγκλωβισμένα μέσα σε ένα δίχτυ
σαν «μπασκέτα».
Η επέμβαση αυτή είναι ανώδυνη μετεγχειρητικά, διότι
πραγματοποιείται μέσα από την ουρήθρα, απαιτεί γενική ή ακόμα και υψηλή ραχιαία
αναισθησία, είναι αναίμακτη και ο ασθενής μπορεί να εξέλθει του νοσοκομείου την
ίδια ή την επόμενη ημέρα. Πολλές φορές, στο τέλος της επέμβασης τοποθετείται
εσωτερικό stent (ώστε υπάρχοντα συγκρίματα να αποβληθούν ευκολότερα και χωρίς
πόνους), το οποίο αφαιρείται μετά μερικές ημέρες μέσα από την ουρήθρα, επίσης
ανώδυνα με ολιγόλεπτη μέθη ή τοπική νάρκωση.
Η laser ενδοσκοπική λιθοτριψία εφαρμόζεται, επίσης,
σε λίθους της ουροδόχου κύστης, σε πέτρες δηλαδή που σχηματίζονται συνήθως ως
επιπλοκή της υπερτροφίας του προστάτη. Γενικά, πέρα από την παρουσία ενεργού
λοίμωξης ουροποιητικού, η εύκαμπτη ουρητηροσκόπηση αποτελεί ασφαλή επέμβαση όπου
δεν υπάρχουν αντενδείξεις.
Περαιτέρω, λίθοι μέχρι περίπου 2 εκατοστά μέσα στο
νεφρό ή στο ανώτερο τμήμα του ουρητήρα μπορούν να αντιμετωπιστούν και με
εξωσωματική λιθοτριψία. Οι πιο μεγάλοι και σκληροί λίθοι μπορεί να χρειαστούν
περισσότερες συνεδρίες λιθοτριψίας. Αν ο λίθος είναι πάνω από 1 εκατοστό, τότε
πολλοί ουρολόγοι προτιμούν την τοποθέτηση stent (εσωτερικό σωληνάκι), το οποίο
προφυλάσσει από τη δημιουργία κολικών ή άλλων επιπλοκών (π.χ. διάταση του
νεφρού), όταν ευμεγέθη συγκρίματα αποβάλλονται κατά μήκος του ουρητήρα προς την
ουροδόχο κύστη. Η εξωσωματική λιθοτριψία, στην οποία δεν μπορούν να υποβληθούν
όλοι οι ασθενείς λόγω αντενδείξεων, δεν απαιτεί νοσηλεία και συνήθως
πραγματοποιείται με μέθη.
Η διαδερμική νεφρολιθοτριψία ενδείκνυται για την
αφαίρεση ευμεγεθών λίθων, πραγματοποιώντας κατακερματισμό τους, μέσω μικρής
δερματικής οπής. Είναι εξαιρετικά αποτελεσματική μέθοδος για ευμεγέθεις λίθους
στο νεφρό, σαφέστατα όμως περισσότερο αιματηρή διαδικασία σε σχέση με την
εύκαμπτη ουρητηροσκόπηση.
«Οι ασθενείς με υψηλό κίνδυνο για υποτροπή της
λιθίασής τους πρέπει να υποβάλλονται σε μεταβολικό έλεγχο. Αυτός γίνεται με
ανίχνευση διαφόρων ιχνοστοιχείων στα ούρα 24ώρου, εξετάσεις αίματος και/ή
ανάλυση αποβληθέντος λίθου», επισημαίνει ο Δρ. Κυριάκου και καταλήγει «Για
πολλά είδη της πάθησης, υπάρχουν ορισμένα προληπτικά μέτρα αποφυγής σχηματισμού
των λίθων. Διατροφικές παρεμβάσεις, επαρκής πρόσληψη νερού, αλλά και
φαρμακευτική θεραπεία θα μπορούσαν να μειώσουν τον αριθμό των ανθρώπων που για
τη θεραπεία τους απαιτείται χειρουργική επέμβαση. Για όσους η τελευταία
αποτελεί μονόδρομο, υπάρχουν όλες οι παραπάνω αποτελεσματικές μέθοδοι, οι
οποίες έχουν περιορίσει στο ελάχιστο την ανοιχτή χειρουργική, δίνοντας άριστα
αποτελέσματα».