Καλύτερες προοπτικές έκβασης έχουν οι ασθενείς με
υψηλού κινδύνου και τοπικά προχωρημένο καρκίνο προστάτη κατά τη διάγνωση οι
οποίοι υποβάλλονται σε ρομποτική χειρουργική θεραπεία. Σύμφωνα με μελέτες,
έχουν σημαντικά λιγότερες πιθανότητες μεταστάσεων και μεγαλύτερα ποσοστά
επιβίωσης, συγκριτικά με τους ασθενείς που υποβάλλονται σε άλλου τύπου
θεραπείες, γεγονός που επιτρέπει την επέκταση τόσο της ποιότητας όσο και της
διάρκειας της ζωής τους.
«Ο προστάτης
είναι ένας μικρός αδένας που παράγει και αποθηκεύει ένα συστατικό του
σπέρματος. Εντοπίζεται κάτω από την ουροδόχο κύστη και περιβάλει την ουρήθρα,
γι’ αυτό και σε περίπτωση σημαντικής αύξησης του μεγέθους του προκαλούνται
προβλήματα στην ούρηση. Στατιστικά, περίπου 1 στους 7 άνδρες θα διαγνωστεί με
καρκίνο του προστάτη κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ζωής του, με 6 στις 10
περιπτώσεις να αφορούν σε άνδρες ηλικίας 65 ετών και άνω. Η νόσος μπορεί,
βεβαίως, να αναπτυχθεί και πριν από την ηλικία των 43 ετών, αλλά αυτές οι
περιπτώσεις είναι πολύ σπάνιες», μας εξηγεί ο χειρουργός ουρολόγος Δρ. Γεώργιος
Κυριάκου.
Η ανάπτυξη καρκίνου στον προστάτη μπορεί να
οφείλεται σε γενετικούς ή περιβαλλοντικούς λόγους και η πλειονότητα των
περιστατικών είναι αδενοκαρκινώματα. Τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται
αύξηση της συχνότητας εμφάνισης του συγκεκριμένου καρκίνου, εξαιτίας τόσο της
ενημέρωσης των ανδρών για τη νόσο και την ευαισθητοποίησή τους για τη
διενέργεια προληπτικών εξετάσεων, όσο και της ανάπτυξης νέων μεθόδων διάγνωσης.
Παρότι ο προστατικός καρκίνος είναι μια σοβαρή
ασθένεια, οι περισσότεροι άντρες επιβιώνουν, ιδιαίτερα όταν αυτή ανιχνευθεί σε
πρώιμο στάδιο. Σύμφωνα με την Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου (American Cancer
Society), από τον καρκίνο του προστάτη πεθαίνει περίπου 1 άνθρωπος στους 39.
Η εξέλιξη του καρκίνου του προστάτη είναι συνήθως
αργή και απαιτεί μακρό χρονικό διάστημα για να εκδηλωθεί. Λόγω, όμως, συχνής
απουσίας συμπτωμάτων στα αρχικά στάδια, η καθυστέρηση της διάγνωσης είναι
πιθανή, οπότε καθίσταται δυσκολότερη και η θεραπεία, με τις πιθανότητες
επιβίωσης να λιγοστεύουν. Το θετικό, όμως, είναι ότι με την εξέλιξη της
τεχνολογίας και την ανάπτυξη της ρομποτικής χειρουργικής οι πάσχοντες από τη
νόσο έχουν συντριπτικά πλεονεκτήματα και καλύτερες προοπτικές. Ιδιαίτερα δε
επωφελής έχει κριθεί ότι είναι η εφαρμογή της ρομποτικής χειρουργικής στους
ασθενείς με υψηλού κινδύνου και τοπικά προχωρημένο καρκίνο προστάτη την ώρα της
διάγνωσης, οι οποίοι έχουν αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης μεταστάσεων και
παρουσιάζουν υποψηφιότητα στο μέλλον για θνητότητα από τον καρκίνο.
«Μελέτες έδειξαν πως το όφελος στην επιβίωση μετά
από εξαίρεση του προστάτη ήταν μεγαλύτερο στον υψηλού κινδύνου και τοπικά
προχωρημένο καρκίνο σε σχέση με ασθενείς χαμηλού κινδύνου. Επίσης, η επιβίωση
ανδρών με επιθετικό καρκίνο ήταν καλύτερη για αυτούς που υποβλήθηκαν σε
ρομποτική επέμβαση, συγκριτικά με εκείνους που έλαβαν μόνο ακτινοθεραπεία.
Παρόμοια είναι και τα αποτελέσματα που παρατηρήθηκαν για την εμφάνιση
μεταστάσεων», επισημαίνει ο Δρ. Κυριάκου. Όσοι, δηλαδή, χειρουργήθηκαν είχαν
μικρότερες πιθανότητες μετάστασης συγκριτικά με αυτούς που τέθηκαν μόνο σε
φαρμακευτική αγωγή ή ακτινοθεραπεία.
Περαιτέρω πλεονέκτημα από τη διενέργεια της
ρομποτικής προστατεκτομής αποτελεί η εκρίζωση σημαντικού φορτίου της νόσου και
εκτεταμένη εξαίρεση λεμφαδένων, οπότε εφαρμόζεται κατόπιν από τους ογκολόγους
καλύτερα στοχευμένη θεραπεία και αποφεύγονται, ενδεχομένως, περιττές θεραπείες,
που αυξάνουν τη νοσηρότητα.
Η ρομποτική εξαίρεση επίσης αποτρέπει και μειώνει
την εμφάνιση τοπικής υποτροπής και ελέγχει καλύτερα την τοπική εξέλιξη της
νόσου, αποφεύγοντας δυσάρεστες επιπλοκές (π.χ. μπλοκάρισμα των ουρητήρων από
τον καρκίνο και νεφρική ανεπάρκεια).
Επιπλέον, η επέμβαση καθεαυτή ενέχει λιγότερες
παρενέργειες από την ακτινοθεραπεία.
Σημαντική εξέλιξη αποτελεί και το γεγονός ότι η
ρομποτική προστατεκτομή αρχίζει επιπλέον να εφαρμόζεται και σε ασθενείς με
ολιγομεταστατική νόσο, μικρό δηλαδή αριθμό μεταστάσεων, με ελπιδοφόρα
αποτελέσματα.
«Τα τελευταία 3 έτη έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές
περιπτώσεις ρομποτικών ριζικών προστατεκτομών για τοπικά προχωρημένους
καρκίνους ή υψηλού κινδύνου περιπτώσεις στο Ιατρικό Αθηνών. Έχουμε την
ικανοποίηση να αναφέρουμε πως τα ογκολογικά και λειτουργικά αποτελέσματά μας
είναι εφάμιλλα αυτών της διεθνούς βιβλιογραφίας. Έτσι, τα ποσοστά υποτροπής με
νέα άνοδο του PSA στο έτος είναι χαμηλά (9-23%), ο «καθαρισμός» της νόσου επί
υγιών ορίων είναι άκρως ικανοποιητικός, ενώ τα ποσοστά της μετεγχειρητικής
εγκράτειας των ούρων στο έτος ξεπερνούν το 92%, αγγίζοντας το καλύτερο ποσοστό διεθνώς.
Τέλος, το ποσοστό επιπλοκών είναι κάτω του 1,5%, από τα πιο χαμηλά της διεθνούς
βιβλιογραφίας!
Όσον αφορά στην ασφαλέστερη λήψη σωστότερων
αποφάσεων ακόμα και σε αυτούς τους τοπικά προχωρημένους καρκίνους, έχουμε
καταστήσει συνεργασία με πρωτοπόρους ογκολόγους για τον προστατικό καρκίνο,
όπως και με εξειδικευμένους ακτινοθεραπευτές και ακτινολόγους στα πλαίσια
πολύπλευρων θεραπειών μετά από την επέμβαση», καταλήγει ο Δρ. Γεώργιος
Κυριάκου.