Tο
βιβλίο με τίτλο «Οι τελευταίες πεντάρες» του καθηγητή του Πανεπιστήμιου
Θεσσαλίας Βαγγέλη Αυδίκου μας μεταφέρει στην μεταπολεμική Πρέβεζα Στο επίκεντρο
του είναι η «Παργινόσκαλα», ένα σημείο αναφοράς για την Πρέβεζα με τον
συγγραφέα να μας ταξιδεύει πίσω στο χρόνο και στην εποχή του εμφυλίου, όπου οι
ανθρώπινες σχέσεις δοκιμάστηκαν μέσω της τυφλής βίας.
Η
ιστορία της Παργινόσκαλας περνάει μέσα από την επίσκεψη του Σπυρίδωνα που
έρχεται από το Λονδίνο στην Πρέβεζα. Ήταν ένα τάμα και μια υπόσχεση στην
αγαπημένη του Νίκη και τον παππού του. Η επίσκεψη γίνεται αφορμή να γνωρίσει
μια άλλη πλευρά του παππού του.
Η εικόνα με την οποία μεγάλωσε θρυμματίζεται.
Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Σκέψεις και καλά κρυμμένα μυστικά. Ανοίγει σιγά
- σιγά η κουρτίνα της λήθης που σκέπασε την πόλη και όσα έγιναν την εποχή
εκείνη. Μια πόλη που χωρίστηκε στα δύο. Μια εποχή όπου επικράτησε η αλόγιστη
βία. Ανθρώπινες σχέσεις που δοκιμάστηκαν. Ο φόβος που απλώθηκε παντού. Η σιωπή
που έκλεισε τα στόματα των περισσότερων. Όλα αυτά ως τη στιγμή που φτάνει ο
Σπυρίδων. Όλοι πια ξύνουν τις πληγές και τη μνήμη τους. Αναφέρονται σε πάθη και
αδυναμίες. Στην απρονοησία και τον φανατισμό. Σε όνειρα και προσδοκίες. Σε
συγκρούσεις και απογοητεύσεις. Στον πόνο και την ερήμωση της πόλης. Σε έρωτες
που πόνεσαν αλλά και ξεπέρασαν τις αντιθέσεις».
Τα
γεγονότα της Παργινόσκαλας τον Σεπτέμβριο του 1944, λίγο πριν τα Δεκεμβριανά
της Αθήνας, οπότε και εκτελέστηκαν σαρανταοχτώ πολίτες και ανάμεσά τους νεαροί
που συγκροτούσαν την ΕΠΟΝ και ακολούθησε ο ΕΛΑΣ που εκτέλεσε σαράντα ντόπιους
που είχαν δεσμούς με τον ΕΔΕΣ, προκαλούν ακόμα συζητήσεις, όσο και εάν κάποιοι
επιθυμούν τη λήθη.
Όπως
έχει γράψει ο συγγραφέας πριν λίγο καιρό, η δίδυμη εξουσία στην πόλη οδήγησε σε
υπονόμευση της αρχικής συναινετικής συγκρότησης της επιτροπής για την
απελευθέρωση της πόλης. Ακολούθησαν οι εμφύλιες συρράξεις στα κάστρα της πόλης (Αγίου
Γεωργίου, Αγίου Αντρέα) και στο παραλιακό κτίριο της Εθνικής Τράπεζας. Θέατρο
της τραγωδίας, όμως, ήταν το κάστρο του Παντοκράτορα, έδρα του τάγματος του
ΕΔΕΣ.
«Οι
πληγές δεν κλείνουν με το κλείνουμε τα μάτια και να σβήνουμε τις σελίδες της
ιστορίας. Χρειάζεται να θυμόμαστε για να τιμήσουμε όσους έχασαν τη ζωή του,
εκείνους που με το αίμα τους πότισαν το δέντρο των σκοπιμοτήτων. Εκείνο που
μένει ως σήμερα είναι οι ανοιχτοί τάφοι.