Τί σκέφτεστε όταν ακούτε την πάθηση «καταρράκτης»;
Πιθανώς ό,τι ο πολύς κόσμος: πρόβλημα στα μάτια που αφορά τους ηλικιωμένους.
Αν και αυτό είναι αναμενόμενο, δεδομένου ότι τον
εκδηλώνουν πάνω από τους μισούς ανθρώπους που ξεπερνούν τα 70 τους χρόνια και
πάνω από το 70% των 80άρηδων, ο καταρράκτης δεν αφορά αποκλειστικά την τρίτη
ηλικία. Αντιθέτως, μπορεί κάλλιστα να εμφανιστεί και σε 40άρηδες ή 50άρηδες, οι
οποίοι μισοκλείνουν τα μάτια ή τα καταπονούν για να καταφέρουν να δουν καθαρά
(ιδιαίτερα όταν σκοτεινιάζει), αλλά δεν ξέρουν (ακόμα) ότι τον έχουν αναπτύξει.
Τι είναι λοιπόν ο καταρράκτης και ποιοι κινδυνεύουν
να τον εκδηλώσουν; Ο
χειρουργός-οφθαλμίατρος Δρ. Αναστάσιος Ι. Κανελλόπουλος, MD, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου
Οφθαλμολογίας LaserVision, καθηγητής Οφθαλμολογίας Πανεπιστημίου Νέας Υόρκης,
NYU Medical School, παραθέτει 10 πράγματα που πρέπει να ξέρουμε γι’ αυτόν:
1. Είναι μία νόσος ηλικίας σχεδόν 2.000 ετών. Οι
πρώτες αναφορές για τον καταρράκτη χρονολογούνται από τον 1ο αιώνα μ.Χ.
(πιθανώς το 29 μ.Χ.) στο έργο De
Medicina, το οποίο έγραψε ο ρωμαίος συγγραφέας και (ενδεχομένως) ιατρός Αύλος
Κορνήλιος Κέλσος.
2. Δεν σχηματίζεται πάνω στο μάτι. Ο περισσότερος
κόσμος νομίζει ότι ο καταρράκτης αναπτύσσεται επειδή δημιουργείται ένα θολό
στρώμα πάνω στον κρυσταλλοειδή φακό του ματιού. Στην πραγματικότητα όμως το
θόλωμα δημιουργείται στο εσωτερικό του ματιού, όταν διασπαστούν οι πρωτεΐνες
που αποτελούν τον φυσιολογικά διαυγή φακό του ματιού. Αυτός είναι και ο λόγος
για τον οποίο οι ασθενείς δεν νιώθουν καμία οφθαλμική ενόχληση από τον
καταρράκτη τους και τον αντιλαμβάνονται μόνο όταν αρχίσει να επηρεάζεται
σημαντικά η όρασή τους.
3. Η ηλικία δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας
κινδύνου. Αν και ο καταρράκτης εκδηλώνεται κυρίως στις ηλικίες 60 και 70 ετών,
η ανάπτυξή του συνήθως έχει αρχίσει πολύ νωρίτερα. Επιπλέον, υπάρχουν ορισμένοι
παράγοντες που προδιαθέτουν για ταχύτερη εμφάνισή του. Τέτοιοι παράγοντες είναι
ορισμένα νοσήματα (π.χ. σακχαρώδης διαβήτης), η χρήση ορισμένων φαρμάκων (π.χ.
λήψη κορτιζόνης για μεγάλο χρονικό διάστημα), ατυχήματα με τραυματισμό του
οφθαλμού και η υψηλή μυωπία (πάνω από 10 βαθμούς) κυρίως σε γυναίκες. Άλλοι
παράγοντες κινδύνου που, αθροιστικά, φαίνεται να σχετίζονται με την πρόωρη
εμφάνιση καταρράκτη είναι το κάπνισμα, η χρήση αλκοόλ και η παρατεταμένη έκθεση
στον ήλιο. Ενδέχεται επίσης να παίζει ρόλο και το οικογενειακό ιστορικό
καταρράκτη.
4. Το θόλωμα της όρασης δεν είναι το μοναδικό
σύμπτωμα. Μπορεί να είναι το πιο γνωστό, αλλά υπάρχουν και άλλα πολύ
χαρακτηριστικά, όπως το να βλέπει κανείς φωτοστέφανα γύρω από τα λαμπερά φώτα
(π.χ. τη νύχτα, όταν έρχεται από την αντίθετη κατεύθυνση ένα αυτοκίνητο), η διπλωπία
(βλέπει τα πράγματα διπλά) και το ξεθώριασμα των χρωμάτων γύρω του (αυτό
γίνεται αντιληπτό κυρίως μετά την εγχείρηση, όταν ξαφνικά ο κόσμος γίνεται πιο
πολύχρωμος και λαμπερός). Ένα άλλο σύμπτωμα είναι ότι ξαφνικά αρχίζει να
αυξάνεται η μυωπία ή να μειώνεται η υπερμετρωπία που έχει ένα άτομο, με
συνέπεια να πρέπει να αλλάξει τα γυαλιά του. Ο ασθενής μπορεί να αντιμετωπίζει
δυσκολίες και σε συνθήκες έντονου φωτισμού (π.χ. μια μέρα με πολύ ήλιο να
δυσκολεύεται να κατέβει μια σκάλα με λευκά σκαλοπάτια). Αυτά τα συμπτώματα
δυστυχώς ακόμη και σήμερα δεν ελέγχονται συστηματικά από πολλούς
χειρουργούς-οφθαλμιάτρους που αξιολογούν καθημερινά πιθανούς ασθενείς, λέει ο
Δρ. Κανελλόπουλος.
5. Μπορεί να προσβάλλει μόνο το ένα μάτι. Αν και
πιο συνηθισμένος είναι ο αμφοτερόπλευρος καταρράκτης, είναι πιθανό να
αναπτυχθεί θόλωμα του κρυσταλλοειδούς φακού μόνο στο ένα μάτι (για παράδειγμα,
αυτό συμβαίνει όταν ο καταρράκτης εκδηλώνεται έπειτα από ένα κτύπημα ή
τραυματισμό στο ένα μάτι).
6. Είναι μύθος ότι δεν πρέπει να χειρουργηθεί αν
δεν «ωριμάσει». Η απόφαση για επέμβαση δεν λαμβάνεται με βάση τον βαθμό
ωρίμανσης του καταρράκτη, αλλά με τις απαντήσεις του ασθενούς σε τέσσερα βασικά
ερωτήματα που έχει θεσπίσει η Αμερικανική Ακαδημία Οφθαλμολογίας (AAO).
Επηρεάζει ο καταρράκτης τις καθημερινές δραστηριότητες; Επηρεάζει την ικανότητα
ασφαλούς οδήγησης τη νύκτα; Εμποδίζει την ενασχόληση με υπαίθριες
δραστηριότητες; Μπορεί να αντιμετωπιστεί με άλλους τρόπους (π.χ. με πιο έντονο
φωτισμό στο σπίτι, μεγεθυντικό φακό στο διάβασμα, γυαλιά ηλίου με πολωμένους
φακούς κ.λπ.); Αν οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δείξουν ότι ο καταρράκτης
επηρεάζει την καθημερινή ζωή, πρέπει να χειρουργηθεί (συνήθως αυτό συμβαίνει
όταν το θόλωμα του φακού έχει μειώσει κατά 50% την όραση).
7. Η εγχείρηση για τον καταρράκτη είναι η πιο
ασφαλής της Ιατρικής! Καμία χειρουργική επέμβαση δεν έχει μηδενικό ποσοστό
επιπλοκών. Παρότι λοιπόν η εγχείρηση για τον καταρράκτη έχει ποσοστό επιτυχίας
96%, πολύ σπάνια παρατηρούνται επιπλοκές όπως φλεγμονή, μετακίνηση του
ενδοφακού (ο τεχνητός φακός που αντικαθιστά τον φυσικό) ή και ακόμη αποκόλληση
του αμφιβληστροειδούς. Τα συμβάντα αυτά αποδεικνύουν πως ακόμα και η πολύ απλή
αυτή επέμβαση πρέπει να πραγματοποιείται με άκρα σοβαρότητα και έγκριτη και
έμπειρη ιατρική παρακολούθηση, τονίζει ο Δρ. Κανελλόπουλος.
8. Η εγχείρηση είναι πολύ γρήγορη. Ουσιαστικά
τελειώνει μέσα σε 15 λεπτά, καθώς γίνεται με τοπική αναισθησία, απαιτεί πολύ
μικρή τομή (με τα nanosecond laser είναι μόλις 1,6 χιλιοστά) και δεν χρειάζεται
ράμματα. Ωστόσο η συνολική παραμονή του ασθενούς στο ιατρείο είναι περίπου 2
ώρες, διότι η χειρουργική ομάδα χρειάζεται κάποιο χρόνο για να προετοιμάσει τον
ασθενή για την επέμβαση και να φροντί¬σει για την ανάρρωσή του.
9. Ο καταρράκτης δεν μπορεί να υποτροπιάσει. Μήνες
ή χρόνια ύστερα από την επέμβαση, η όραση μπορεί να θολώσει πάλι. Παρότι πολύς
κόσμος νομίζει ότι αυτό σημαίνει υποτροπή, στην πραγματικότητα δεν είναι, διότι
ο φυσιολογικός φακός του ματιού έχει αντικατασταθεί από συνθετικό ο οποίος δεν
θολώνει. Αυτό που συμβαίνει μερικές φορές είναι ότι θολώνει η μεμβράνη στήριξης
του τεχνητού φακού. Το θόλωμα αυτό χρειάζεται αντιμετώπιση με ειδικό λέιζερ
(Yag laser), αλλά χωρίς να απαιτηθεί νέα τομή στο μάτι.
10. Υπάρχουν τρόποι προστασίας. Αν και κανένας δεν
μπορεί να σταματήσει το ρολόι του χρόνου, τον κίνδυνο εμφάνισης καταρράκτη
μειώνει η χρήση καλών γυαλιών ηλίου χειμώνα-καλοκαίρι (και η αντικατάστασή τους
κάθε 2 χρόνια), η κατανάλωση άφθονων φρούτων και λαχανικών πλούσιων σε
αντιοξειδωτικές ουσίες (ειδικά σε βιταμίνη C), η αποφυγή του καπνίσματος, ο
περιορισμός του αλκοόλ και η προστασία ή ο σωστός έλεγχος του διαβήτη.