Άρθρο
του βουλευτή Ιωαννίνων του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννη Καραγιάννη στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ
Η
επιλογή του τίτλου του άρθρου δεν έγινε τυχαία. Εκφράζει την αγωνία όλων των
κτηνοτρόφων και τυροκόμων της χώρας μας για τη δύσκολη θέση που έχει περιέλθει
το εθνικό μας προϊόν μετά τις συμφωνίες
της ΕΕ με τη Ν. Αφρική και τον Καναδά. Οι δυο αυτές συμφωνίες, SADC και CETA
αντίστοιχα, δημιουργούν σοβαρότατο πρόβλημα στη ΦΕΤΑ από λανθασμένες ενέργειες,
χειρισμούς και αποφάσεις, όσων τα τελευταία έξι χρόνια διαχειρίστηκαν την τύχη
της.
Με την
συμφωνία ΕΕ - Ν. Αφρικής (SADC) παρέχεται πλήρης προστασία στην αγορά της Ν.
Αφρικής όλων των ΠΟΠ τυριών της ΕΕ πλην της φέτας. H συμφωνία αυτή προβλέπει
ότι οι υφιστάμενοι παραγωγοί και έμποροι λευκών τυριών άλμης που τα διαθέτουν
στην αγορά της Ν. Αφρικής με την ονομασία ΦΕΤΑ μπορούν να συνεχίσουν να τα
πωλούν με την ονομασία αυτή, εις το διηνεκές, με μοναδική υποχρέωση, εντός
πενταετίας από την έναρξη της προσωρινής εφαρμογής της συμφωνίας (01-10-2016),
να επισημάνουν τόσο τη σύσταση του γάλακτος όσο και τη χώρα προέλευσης των προϊόντων
τους και να αφαιρέσουν σύμβολα, εικόνες και ονομασίες που παραπέμπουν στη χώρα
μας, ενώ οι εισερχόμενοι μελλοντικά (μετά την 1-10-2016) στην παραγωγή και
εμπορία των τυριών αυτών, υποχρεούνται να τα διαθέτουν στην αγορά με τις
ονομασίες «South African Feta» ή «Feta-style» ή «Feta-type».
Στη
συμφωνία ΕΕ - Καναδά (CETA) εξαιρείται επίσης η ΦΕΤΑ από τα ΠΟΠ τυριά της ΕΕ
και προβλέπεται ότι οι υφιστάμενοι, στις 18-10-2013, παραγωγοί και έμποροι
λευκών τυριών άλμης στην Καναδική αγορά, οι οποίοι τα διέθεταν με την ονομασία
ΦΕΤΑ μπορούν να συνεχίσουν, εις το διηνεκές, να τα πωλούν με την ονομασία αυτή,
με την υποχρέωση να αφαιρέσουν λέξεις,
σύμβολα και εικόνες που παραπέμπουν στην Ελλάδα και να αναγράφουν τη χώρα
προέλευσης.
Οι δε εισερχόμενοι στον κλάδο, μετά την ημερομηνία αυτή, παραγωγοί
και έμποροι λευκών τυριών, θα επισημαίνουν τα προϊόντα τους όχι ως ΦΕΤΑ, αλλά
ως «Feta-style» ή «Feta imitation» ή «Feta-type».
Οι
συμφωνίες αυτές έχουν ήδη ολοκληρωθεί, εγκρίθηκαν προσωρινά από το Συμβούλιο
Υπουργών της ΕΕ και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και μένει η κύρωση τους από τα
εθνικά κοινοβούλια των συμβαλλόμενων μερών. Απομένει δηλαδή το τελικό στάδιο
για να αρχίσει η επίσημη εφαρμογή τους καθώς η προσωρινή εφαρμογή έχει ήδη
αρχίσει για τη συμφωνία με τη Ν. Αφρική.
Δεν
χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να κατανοήσει το πρόβλημα που
δημιουργούν οι παραπάνω συμφωνίες στο πιο εμβληματικό μας προϊόν. Γεννάται όμως εύλογα το ερώτημα γιατί η ΕΕ δεν
προστάτεψε, ως όφειλε, τη φέτα, τη στιγμή που συμπεριλαμβάνεται στα 232 ΠΟΠ
τυριά της και τι έκανε η χώρα μας γι αυτό;
Ας
πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:
Η
διαμάχη της χώρας μας με τους ανταγωνιστές της για το θέμα της ΦΕΤΑΣ άρχισε το
1984, κράτησε 21 περίπου χρόνια και είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα συνεχιζόταν μέχρι
σήμερα αν δεν παρενέβαινε το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Δ.Ε.Κ).
Υπήρχαν τότε δύο αντιμαχόμενες απόψεις. Η ελληνική, κατά την οποία η ΦΕΤΑ
αποτελεί ελληνικό παραδοσιακό τυρί με ιδιότυπα χαρακτηριστικά, που
παρασκευάζεται στη χώρα μας από τους ομηρικούς χρόνους και η άλλη, των
ανταγωνιστών μας, κατά την οποία η ονομασία ΦΕΤΑ έχει στην πράξη καταστεί κοινή
-generic- και κατά συνέπεια μπορεί να την χρησιμοποιεί καθένας κατά βούληση.
Τέλος
στη διαμάχη αυτή έδωσε το Δ.Ε.Κ. το οποίο αποφάσισε ότι η ονομασία ΦΕΤΑ δεν
είναι κοινή αλλά Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (Π.Ο.Π.) ενός παραδοσιακού
ελληνικού τυριού, με συγκεκριμένες προδιαγραφές, που παρασκευάζεται σε
οριοθετημένες με νόμο περιοχές της χώρας μας: Θράκη, Μακεδονία, Ήπειρο,
Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησο και Λέσβο.
Έχει, κατά συνέπεια, η ΦΕΤΑ σήμερα «και με τη βούλα της Ε.Ε.»,
προδιαγραφές – ταυτότητα – που χαρακτηρίζουν αποκλειστικά και μόνον αυτήν.
Στην ουσία έχουμε εξασφαλίσει το μονοπώλιο της
ονομασίας της σε όλες τις χώρες – μέλη της Ε.Ε., ενώ το τυρί μας μπορεί πλέον
να διακινείται με την ταυτότητά του και στη διεθνή αγορά, και σε συνθήκες
υγιούς ανταγωνισμού να αξιολογείται από τους καταναλωτές.
Η
παραπάνω απόφαση του Δ.Ε.Κ., είχε άμεσα τις εξής συνέπειες:
α)
Μεγάλες περιοχές της χώρας μας, που παρήγαγαν ΦΕΤΑ πριν από την έκδοση της
απόφασης αυτής, να στερηθούν το δικαίωμα αυτό. Σήμερα όλα τα νησιά μας εκτός
της Λέσβου, δεν μπορούν να την παράγουν.
β) Οι
άλλες χώρες της Ε.Ε. να σταματήσουν να παράγουν και να πωλούν τυριά τους με την
ονομασία ΦΕΤΑ.
γ) Οι
τρίτες χώρες, όπου δεν ισχύει το Ευρωπαϊκό δίκαιο, μπορούν να συνεχίσουν να
παράγουν τυριά άλμης και να τα εισάγουν ανεμπόδιστα στην Ε.Ε., με δικά τους
όμως ονόματα ή ως λευκά τυριά άλμης.
Συμπερασματικά,
μπορεί να λεχθεί ότι με την απόφαση του Δ.Ε.Κ. είχαμε επιτύχει, στο πλαίσιο της
Ε.Ε., το μέγιστο αυτών που θα μπορούσαμε να επιδιώξουμε και κατά συνέπεια η
συμμετοχή μας σε συζητήσεις με τρίτους για τη ΦΕΤΑ θα δικαιολογούνταν μόνον εάν
απέβλεπαν στην επέκταση αυτών που είχαμε κατοχυρώσει.
Επισημαίνεται
με ιδιαίτερη έμφαση, ότι η απόφαση του Δ.Ε.Κ. για τη ΦΕΤΑ ήταν απρόσμενη και
ενοχλητική για τις χώρες και τις πολυεθνικές με μεγάλη παραγωγή τυριών άλμης,
ΕΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΚΤΟΣ ΕΕ, οι οποίες δεν έπαψαν ποτέ να αναζητούν τρόπους τροποποίησης
ή και ακύρωσής της. Για τη χώρα μας όμως το σύνθημα, που δικαιώθηκε πλήρως,
ήταν και πρέπει να παραμείνει ότι «η ΦΕΤΑ είναι μία και Ελληνική».
Αναμφίβολα
η ΦΕΤΑ έχει δεσμό αιώνων με τη χώρα μας. Συνδέεται άρρηκτα με τα ήθη, τα έθιμα,
τις παραδόσεις και την ιστορία μας και αποτελεί μέρος της πολιτιστικής μας
κληρονομιάς. Κατά κανόνα τα αγαθά αυτά είναι ανεκτίμητα. Δεν πωλούνται, δεν
διαιρούνται, δεν ανταλλάσσονται, δεν δανείζονται, απλά κληρονομούνται.
Το
γεγονός ότι κάποιες χώρες, μεταξύ των οποίων η Νότια Αφρική και ο Καναδάς,
χρησιμοποίησαν και ενδεχόμενα χρησιμοποιούν αντιδεοντολογικά και παράτυπα την
ονομασία ΦΕΤΑ για να προωθήσουν προϊόντα τους, σε καμία περίπτωση αυτό δεν
δημιουργεί κεκτημένα δικαιώματα (grandfathering). Αντίθετα, οι χώρες αυτές
πρέπει να υποχρεωθούν να εναρμονίσουν τη νομοθεσία και τις πρακτικές τους με
αυτές των 28 χωρών μελών της Ε.Ε., που έχουν μεγάλη παραγωγή τυριών με ιδιότυπα
χαρακτηριστικά (Π.Ο.Π.), και όχι να ανταμειφθούν για αντιδεοντολογικές και
παράτυπες πρακτικές παραχωρώντας τους, εις το διηνεκές, τη χρήση της ονομασίας
ΦΕΤΑ.
Παρόμοια
ίσως προβλήματα προκύψουν και με την συμφωνία της ΕΕ με την Κίνα. Ήδη στον
κατάλογο προστασίας προϊόντων γεωγραφικής ένδειξης (ΠΓΕ) που εστάλη από την
Κίνα δεν συμπεριλαμβάνονται η φέτα και το κρασί της Σάμου γιατί έχουν
καταχωρηθεί από κινεζικές εταιρείες, ως κινεζικά σήματα (trademarks).
Απαιτούνται άμεσες ενέργειες από τα συναρμόδια Υπουργεία Ανάπτυξης, Εξωτερικών
και Αγροτικής Ανάπτυξης για διευθέτηση του ζητήματος.
Η
αλήθεια είναι ότι ως χώρα δεν κάναμε όσα έπρεπε διαχρονικά για τη στήριξη της
φέτας, ιδίως μετά την απόφαση του ΔΕΚ το 2005. Η απουσία διεπαγγελματικής του
προϊόντος (μόλις πρόσφατα συγκροτήθηκε), τα λάθη, οι παραλήψεις και τα
προβλήματα στην παραγωγή, η γενικότερη κατάσταση στη κτηνοτροφία και ειδικότερα
στην αιγοπροβατοτροφία, καθώς και η ανίσχυρη οικονομικής μας διπλωματία δεν
στάθηκαν αρωγοί στο εθνικό μας προϊόν του οποίου η παγκόσμια ζήτηση ξεπερνάει
τους 500 χιλιάδες τόνους.
Από την
άλλη δεν υπάρχει μέχρι σήμερα διεθνής νομολογία στο πλαίσιο της οποίας διάφορες
χώρες θα μπορούσαν να κατοχυρώσουν προϊόντα τους με ιδιότυπα χαρακτηριστικά.
Μόνο η ΕΕ στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (Κ.Α.Π.) των χωρών μελών
της, νομοθέτησε τη δυνατότητα κατοχύρωσης, προστασίας και προβολής προϊόντων
τους με ιδιότυπα χαρακτηριστικά (Κανονισμοί 2081/1992 και 510/2006).
Με βάση δε τον Κανονισμό 2081/1992 η χώρα μας
κατοχύρωσε 21 παραδοσιακά τυριά της, μεταξύ των οποίων και τη ΦΕΤΑ, για την
ονομασία και τις προδιαγραφές της οποίας έχουν ήδη δημοσιευτεί δύο πολιτικές
αποφάσεις (Κανονισμοί 1107/1996 και 1829/2002) και μια δικαστική (Δ.Ε.Κ.
απόφαση αρ. 92/05/EL).
Είναι αυτονόητο ότι κανένας στην Ε.Ε. δεν
δικαιούται να ενεργεί εκτός αυτού του νομικού πλαισίου, τουλάχιστον όσο χρόνο
ισχύει και μάλιστα εν αγνοία των Ελλήνων κτηνοτρόφων και τυροκόμων στους
οποίους αποδεδειγμένα ανήκουν τα πνευματικά δικαιώματα της ΦΕΤΑΣ.
Εκ των πραγμάτων φαίνεται ότι η Ευρωπαϊκή
Επιτροπή, με ή χωρίς πρόθεση, επέδειξε υπερβάλλοντα ζήλο για τη διαμόρφωση και
προώθηση των συμφωνιών της με τη Νότια Αφρική και τον Καναδά, οι οποίες
αποδεδειγμένα θίγουν τα συμφέροντα μιας χώρας μέλους της Ε.Ε., της χώρας μας,
που προφανώς είχε και έχει υποχρέωση να υπερασπιστεί!
Αυτός
είναι και ο λόγος που δημιουργήσαμε τον «Όμιλο φίλων της φέτας» με συμμετοχή
της Διεπαγγελματικής της φέτας και την
σημαντική υποστήριξη του ομότιμου καθηγητή Γαλακτοκομίας του Γεωπονικού
Πανεπιστημίου Αθηνών, κυρίου Μανώλη Ανυφαντάκη, άριστου γνώστη του προϊόντος,
που πάνω σε δικά του κείμενα και αρθρογραφία στηρίχτηκε το παρόν άρθρο.