Αριθ. Πρωτ. 3093
Αθήνα 6-4-2017
ΥΠΟΜΝΗΜΑ-ΠΡΟΤΑΣΗ
σχετικά με την ανάρτηση των
δασικών χαρτών
Προς
Τον
Αναπληρωτή Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Σωκράτη Φάμελλο
Κοινοποίηση
σε
Γραφείο
Πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα
Κοινοβουλευτικά
κόμματα
Περιφερειάρχη
Ηπείρου
Ηπειρώτες
Βουλευτές, που εκλέγονται σε όλη τη χώρα
Αξιότιμε
κ. Υπουργέ,
Η
Πανηπειρωτική Συνομοσπονδία Ελλάδος αντιπροσωπεύει τετρακόσια ογδόντα
(480) και πλέον ενεργά πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια μη
κερδοσκοπικού χαρακτήρα σωματεία, που έχουν έδρα την Αθήνα και άλλες πόλεις της
χώρας, που δραστηριοποιούνται στον τομέα του πολιτισμού, και αποτελεί τον κύριο
συντελεστή όχι μόνο διατήρησης της πολιτιστικής μας παρακαταθήκης, αλλά και της
ανάδειξής της με όλες τις αρετές και αξίες, που απ’ την ανεπανάληπτη αυτή
κληρονομιά παράγονται.
Επιπλέον,
η Πανηπειρωτική Συνομοσπονδία Ελλάδος δραστηριοποιείται στον τομέα της
ανάπτυξης έχοντας πραγματοποιήσει μέχρι σήμερα 7 Παγκόσμια Πανηπειρωτικά
Συνέδρια, των οποίων τα πορίσματα έχουν αποσταλεί προς τις εκάστοτε
κυβερνήσεις. Έχουμε πραγματοποιήσει και πραγματοποιούμε δεκάδες ημερίδες με τη συμμετοχή
έγκριτων επιστημονικών φορέων και φυσικά και του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, για
θέματα περιβάλλοντος, αειφόρου ανάπτυξης επενδύσεων, στρατηγικών προτάσεων και
προβολής του πλούτου της Ηπείρου. Παράλληλα δε, αποτελούμε τον συνδετικό κρίκο
μεταξύ των 120 και πλέον Ηπειρωτικών οργανώσεων του εξωτερικού, ενδυναμώνοντας
τον συνδετικό κρίκο των αποδήμων με το γενέθλιο τόπο τους και προασπίζοντας τα
συμφέροντά τους στην Ήπειρο και τα εγκαταλελειμένα χωριά μας.
Η
Πανηπειρωτική Συνομοσπονδία Ελλάδος, αφουγραζόμενη τη μεγάλη κοινωνική
αναστάτωση που έχει προκαλέσει η ανάρτηση των δασικών χαρτών σε πολλές περιοχές
της χώρας, μεταξύ των οποίων σε ολόκληρο τη Περιφερειακή Ενότητα Ιωαννίνων και
τον Δήμο Πρέβεζας, πραγματοποίησε ενημερωτική συνάντηση, την Τετάρτη 15 Μαρτίου
2017, προκειμένου να ενημερωθούν για τους δασικούς χάρτες και την υποβολή τυχόν
αντιρρήσεων επ' αυτών, οι Ηπειρώτες της Αττικής και όχι μόνο και τα μέλη των
διαφόρων ενδιαφερομένων Συλλόγων της Ηπειρώτικης αποδημίας, με παρουσία ειδικού
δασολόγου και ειδικού τοπογράφου καθώς και με παρουσία του προϊσταμένου του
Τμήματος Δασολογίου, Απογραφής και Θεματικής Υποστήριξης Δικαιωμάτων Δημοσίου,
της Διεύθυνσης Δασικών Έργων και Υποδομών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, κ.
Σταύρου Τσιλίκουνα, που είχατε εξουσιοδοτήσει να σας εκπροσωπεί και του
Προέδρου του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και του Γενικού Γραμματέα του
Συλλόγου Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών.
Κατά τη
συνάντηση αυτή, έγινε εκτενής περιγραφή του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου και
διατυπώθηκε πλήθος ερωτήσεων και παρατηρήσεων που ανέδειξε τα πολλά προβλήματα
που αυτό έχει.
Αρχικά
διαπιστώθηκε από το σύνολο των παρευρισκομένων, ότι τα δάση και ο δασικός
εθνικός πλούτος της χώρας, δεν είναι
αντικείμενο εμπορίου και εμπορευματικής
διαπραγμάτευσης, μέσω των δασικών χαρτών
και των επιβαλλομένων τελών και ότι οι απόδημοι Ηπειρώτες, λόγω της
οικονομικής κρίσης, αδυνατούν να καταβάλλουν τα δυσβάστακτα τέλη, για να
κατοχυρώσουν το αυτονόητο, την περιουσία τους και ότι η διαδιασία αυτή πρέπει
να είναι μηδενικής οικονομικής
επιβάρυνσης για όλους. Ακόμη
διαπιστώθηκε ότι η ανάρτηση των δασικών χαρτών ανέδειξε πλήθος προβλημάτων που
προϋπήρχαν, αλλά που πλέον χρήζουν άμεσης διευθέτησης.
Δύο
πολύ σημαντικά εργαλεία, απαραίτητα για την οικονομία και χρήσιμα για τους
ιδιοκτήτες, το Κτηματολόγιο και οι Δασικοί Χάρτες, μετατράπηκαν σε αφορμή
απώλειας περιουσιακών στοιχείων από ιδιοκτήτες που έχουν ανεπίληπτη νομή και
κατοχή επί ολόκληρες γενεές, εξ αιτίας της νομοθεσίας που ισχύει σήμερα.
Καθότι
λοιπόν, τα προβλήματα εστιάζονται κυρίως στο θεσμικό πλαίσιο και λιγότερο στην
εφαρμογή του, προκύπτει η άμεση ανάγκη πολιτικής παρέμβασης για την τροποποίηση
του θεσμικού πλαισίου, έτσι ώστε αυτό να γίνει πιο φιλικό και λειτουργικό και
να επιλυθούν τα προβλήματα που έχουν προκύψει.
Έτσι
και αλλιώς, αναφέρθηκε επανειλημμένα από τον εκπρόσωπο της διοίκησης ότι το
Υπουργείο είναι ανοικτό σε παρατηρήσεις και προτάσεις για τη βελτίωση του
υφιστάμενου πλαισίου.
Κατόπιν
των ανωτέρω, θα θέλαμε να σας επισημάνουμε τα προβλήματα που διαπιστώσαμε και
συγκεκριμένες προτάσεις που προτείνουμε για την επίλυσή τους:
1. Ο
χρόνος που δίνεται για την υποβολή αντιρρήσεων είναι εξαιρετικά μικρός. Παρά
την παράταση που δόθηκε με την πρόσφατη τροπολογία (969/118 14.03.2017),
θεωρούμε ότι παραμένει πολύ μικρός, τόσο για την υποβολή αντιρρήσεων, όσο και
για την γενικότερη ενημέρωση των πολιτών. Διαπιστώσαμε ότι πολλοί πολίτες
θεωρούν ότι οι δασικοί χάρτες δεν τους αφορούν, καθότι πιστεύουν ότι έχουν
αγροτική γη (γιατί τη θυμούνται ως αγροτική από το 1960 ή 1970), ή δεν
ασχολούνται με το να ενημερωθούν (και ενδεχομένως να ασκήσουν αντιρρήσεις),
γιατί δεν νομίζουν ότι ο δασικός χάρτης πραγματεύεται μόνο το 1945 ή γιατί
θεωρούν ότι οι δασικοί χάρτες ασχολούνται με τα δάση, ενώ η ιδιοκτησία τους δεν
έχει καμιά σχέση με αυτά.
Προτείνουμε
την επ' αόριστον αναστολή της προθεσμίας υποβολής αντιρρήσεων, τουλάχιστον έως
ότου έρθει στη Βουλή το σχετικό σχέδιο νόμου που προετοιμάζει το Υπουργείο
Περιβάλλοντος και που ελπίζουμε να λύσει τα σχετικά προβλήματα που αναφέρονται
παρακάτω.
Τότε θα
μπορούσε να δοθεί εξαρχής μια νέα προθεσμία υποβολής αντιρρήσεων, με γνωστό
πλέον το ισχύον θεσμικό πλαίσιο από όλους.
2. Το
τέλος αντίρρησης είναι πολύ μεγάλο και δυσβάσταχτο για πολλούς πολίτες, παρά
την πρόσφατη μείωσή του (Υ.Α. 151585/323 ΦΕΚ Β' 347/08.02.2017) και πρέπει να
καταργηθεί.
Πλέον
τούτου ενισχυτικό για την κατάργηση του τέλους είναι ότι το τέλος εφαρμόζεται
αναλόγως μεγέθους και σε κάθε ένα αγροτεμάχιο ξεχωριστά, και δεδομένου ότι η
ελληνική γη είναι κατακερματισμένη σε πολλές μικρές ιδιοκτησίες, ο πολίτης
καλείται να πληρώσει το τέλος πολλές φορές, ανάλογα με το πόσα ξεχωριστά
κομμάτια γης κατέχει.
Για
παράδειγμα, ένας μέσος κάτοικος ενός απομακρυσμένου χωριού της Ηπείρου μπορεί
να έχει στην ιδιοκτησία του περί τα 10 ξεχωριστά αγροτεμάχια τα οποία όλα μαζί
να μην υπερβαίνουν τα 30 στρέμματα και να έχουν εμπορική αξία όχι πάνω από 2000
ευρώ συνολικά, αλλά να καλείται να πληρώσει τέλος αντίρρησης, με τις μειωμένες
τιμές, περί τα 1500 ευρώ, χωρίς να υπολογίζεται ενδεχόμενο κόστος τοπογράφου
για τοπογραφικό και ειδικού δασολόγου και τεχνική έκθεση. Αν μάλιστα αυτός
κατέχει και χορτολειβαδική έκταση άλλων 20 στρεμμάτων, θα κληθεί να πληρώσει
τέλος επιπλέον 700 ευρώ για έκταση που έχει εμπορική αξία 1000 ευρώ.
Καταδεικνύεται
έτσι γενικότερα, ότι δεν πρέπει να ζητούνται τέτοια τέλη αντίρρησης, γιατί έτσι
αποτρέπεται ο πολίτης να ασκήσει αντίρρηση, με έμμεσο αποτέλεσμα τη δήμευση της
έκτασης.
3.
Υπάρχει ένα βασικό πρόβλημα που διαχέεται σε όλο το νομικό οικοδόμημα για την
προστασία των δασών, το οποίο λέγεται "τεκμήριο ιδιοκτησίας" του
Ελληνικού Δημοσίου επί κάθε εκτάσεως που το Δημόσιο θεωρεί ως δασική.
Με το
αρ. 32 του Ν.4240/2014 προστέθηκε η παρ. 3 στο αρ. 2 του Ν.998/1979, έτσι που
πλέον προβλέπεται ότι όλες οι εκτάσεις που αναγνωρίζονται από το Δημόσιο ως
δασικές θεωρούνται αυτοδικαίως δημόσιες, εκτός αν αυτές υπάγονται στις
εξαιρέσεις που ορίζονται στο αρ. 10 του Ν.3208/2003.
Αυτή η
πολύ πρόσφατη ρύθμιση, δημιουργεί το οξύμωρο σχήμα, το ίδιο το Δημόσιο να
καθορίζει το που είναι δάσος άρα και το τι είναι αυτό που είναι δικό του, και ο
πολίτης να μην έχει ουσιαστικό τρόπο απεμπλοκής. Επίσης, η ύπαρξη αυτής της
ρύθμισης καταρρίπτει και καθιστά παραπλανητική την πολλαπλά αναφερόμενη άποψη
του Υπουργείου Περιβάλλοντος ότι οι δασικοί χάρτες δεν σχετίζονται ούτε
καθορίζουν ιδιοκτησιακά ζητήματα αλλά μόνο τον χαρακτήρα των εκτάσεων ως
δασικών ή μη.
Σύμφωνα
με αυτή τη διάταξη, εφόσον κάτι καθοριστεί ως δασικό, αυτό αυτομάτως σημαίνει
ότι είναι και δημόσιο, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων που καθορίζονται ρητά και
ανάγονται κυρίως σε περιπτώσεις διευθετημένες μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα.
Ο
σύγχρονος νομικός πολιτισμός όμως θεωρεί τέτοιες πρακτικές από μεριάς Δημοσίου
ως ιδιαιτέρως δυσανάλογες και ετεροβαρείς, εις βάρος των πολιτών, πολλώ δε
μάλλον όταν το ίδιο το δημόσιο δεν έχει ορίσει και εφαρμόσει επαρκώς το τι
είναι δάσος και σε πια περίπτωση μια έκταση καθίσταται δάσος, ούτε και έχει
οριοθετήσει τις περιοχές αυτές.
Αποτέλεσμα
είναι, ο ιδιώτης που διαθέτει νόμιμους τίτλους πολλών δεκαετιών και ανεπίληπτη
νομή, να καθίσταται ξαφνικά μη ιδιοκτήτης εξ αιτίας της αλλαγής του χαρακτήρα
της έκτασης σε δασικής, εκτός και αν καταφέρει να αποδείξει την κυριότητά του
με τίτλους που να ανατρέχουν στο 1885, πράγμα που είναι αδύνατον για τους
περισσότερους και οδηγεί νομοτελειακά στη δήμευση των περιουσιών τους. Ειδικά
για την Ήπειρο, η οποία ανήκει στις λεγόμενες Νέες Χώρες, αυτό είναι απολύτως
αδύνατο, τόσο λόγω της οθωμανικής κατοχής όσο και λόγω των καταστροφών του
εμφυλίου.
Προτείνουμε
να καταργηθεί η παρ. 3 του αρ. 2 του Ν. 998/1979, όπως ισχύει. Τόσο το δάσος
όσο και η ατομική ιδιοκτησία προστατεύονται εξίσου από το Σύνταγμα και δεν
χρειάζεται το ένα να αναιρεί το άλλο. Εναλλακτικά προτείνουμε, αντί της
κατάργησης, το "τεκμήριο ιδιοκτησίας" να διατηρηθεί, αλλά να ισχύει
μόνο από τούδε και στο εξής. Δηλαδή το "τεκμήριο ιδιοκτησίας" του
δημοσίου να ισχύει μετά την οριστική κύρωση των δασικών χαρτών σε κάθε περιοχή,
και εφόσον το νομικό πλαίσιο καθορίσει επαρκώς και ορθά τον ορισμό του δάσους
αλλά και εφόσον έχει προστατεύσει τους ιδιοκτήτες που νέμονταν τις εκτάσεις
αυτές για δεκαετίες μέχρι και την κύρωση. Όσες εκτάσεις ήταν και είναι δασικές
και καθορίζονται ως τέτοιες από τους κυρωμένους δασικούς χάρτες, να μπορούν να
καθίστανται δημόσιες. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να προστεθεί επιπλέον εξαίρεση
στο άρθρο 10 του Ν. 3208/2003, έτσι ώστε το Δημόσιο να μην διεκδικεί δικαιώματα
κυριότητας, και να εξαιρούνται οι εκτάσεις που για οποιοδήποτε λόγο νέμονταν
αδιάλειπτα από τους ιδιοκτήτες τους, είτε είχαν τίτλους ιδιοκτησίας είτε
πρόκειται για τακτική ή έκτακτη χρησικτησία και έχει πληρωθεί ο φόρος
χρησικτησίας.
4. Ένα
επίσης βασικό πρόβλημα είναι με βάση ποιά στοιχεία, και επί τη βάση ποιάς
χρονικής στιγμής, κρίνεται ο δασικός χαρακτήρας των εκτάσεων.
Με βάση
το ισχύον καθεστώς, λαμβάνονται υπόψη 2 συγκεκριμένες χρονικές στιγμές, οι
αεροφωτογραφίες του 1945, και αν δεν είναι εμφανείς οι αεροφωτογραφίες του
1960, καθώς και οι αεροφωτογραφίες του 2007. Σε οποιαδήποτε από τις δύο
χρονικές στιγμές και αν κριθεί ότι ήταν δάσος ή δασική έκταση, αυτό θεωρείται
οριστικά και αμετάκλητα δάσος. Αυτό είναι εξαιρετικά προβληματικό γιατί καθιστά
δάσος τεράστιες ιδιόκτητες αγροτικές εκτάσεις, οι οποίες εγκαταλείφτηκαν από
τους ιδιοκτήτες τους για κάποια χρόνια λόγω της εσωτερικής ή εξωτερικής
μετανάστευσης και της αστυφιλίας που επικράτησε στην Ελλάδα κατά τις δεκαετίες
μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ειδικά
στην Ήπειρο, αυτό το φαινόμενο είναι εξαιρετικά συχνό, λόγω και της ευρύτερης
φτώχειας της περιοχής, η οποία υπάρχει μέχρι και σήμερα. Η Ήπειρος ήταν και
είναι η φτωχότερη περιφέρεια της Ελλάδος, ενώ είναι και από τις φτωχότερες της
Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επιπλέον,
η Ήπειρος είναι από τις περιοχές της Ελλάδας με το μεγαλύτερο ύψος βροχής
ετησίως, με αποτέλεσμα οι ακαλλιέργητες εκτάσεις να γεμίζουν βλάστηση σε πολύ
σύντομο χρόνο. Με τον τρόπο όμως που πάει να γίνει ο ορισμός των δασών, οι
Ηπειρώτες ιδιοκτήτες τιμωρούνται, όχι μόνο από τις φυσικές συνθήκες της
περιοχής τους αλλά και από το ίδιο το ελληνικό κράτος, το οποίο τους στερεί την
ιδιοκτησία τους καθώς και τη δυνατότητα να την ξανακαλλιεργήσουν.
Επιπροσθέτως,
προκύπτει το ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα της μείωσης των παραγωγικών δυνατοτήτων
της χώρας, αφού εκτάσεις που είναι γόνιμες και μπορούν να καλλιεργηθούν και να
αποδώσουν, αφαιρούνται από την αγροτική γη και κατατάσσονται οριστικά και
αμετάκλητα στη δασική.
Σε μία
περίοδο έντονης οικονομικής κρίσης, που όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι
γυρίζουν στα χωριά τους προκειμένου να ασχοληθούν με την πρωτογενή παραγωγή
καλλιεργώντας τα χωράφια των προγόνων τους, τούτο καθίσταται απαγορευμένο,
γιατί όλα τα χωράφια θεωρούνται πλέον δάσος και δημόσια ιδιοκτησία. Τα
ιδιόκτητα χωράφια που καλλιεργούνταν αδιάλειπτα από γενιές και γενιές στο
παρελθόν, πλέον αχρηστεύονται, και αφαιρούνται από τις παραγωγικές εφεδρείες
της χώρας, απλά και μόνο γιατί φαίνονται "γκρί" στις αεροφωτογραφίες
του 2007.
Αντίστοιχα,
προκύπτουν παρόμοια προβλήματα, μικρότερου μεγέθους, αναφορικά με τη χρήση των
αεροφωτογραφιών του 1945. Πρόκειται για μια εποχή που η Ελλάδα είχε μόλις βγει
λαβωμένη από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με πολλές από τις αγροτικές εκτάσεις
εγκαταλελειμμένες για πέντε χρόνια, λόγω του πολέμου. Έτσι μπορεί κάποιες
εκτάσεις να φαίνονται "γκρι" στις αεροφωτογραφίες αυτές, με
αποτέλεσμα να μην είναι εμφανής η αγροτική τους χρήση.
Προτείνουμε
να αλλάξει η πρόβλεψη για χρήση των αεροφωτογραφιών του 1945/1960 και των
αεροφωτογραφιών του 2007, και να χρησιμοποιούνται μόνο οι αεροφωτογραφίες του
1960, οι οποίες και είναι γενικά πιο καθαρές αλλά και είναι πιο αξιόπιστες ως
προς τον χαρακτήρα των εκτάσεων ως αγροτικών ή ως δασικών. Να χρησιμοποιούνται
οι αεροφωτογραφίες του 1960 και ως δάσος να καθορίζεται ότι ήταν δάσος τη
συγκεκριμένη χρονική στιγμή και μόνο. Αν υπάρχει περαιτέρω αμφισβήτηση να
μπορούν να χρησιμοποιούνται επικουρικά και οι αεροφωτογραφίες του 1945, αλλά σε
καμία περίπτωση οι αεροφωτογραφίες του 2007. Σκοπός του κράτους πρέπει να είναι
η εύρεση των καταπατημένων δασικών εκτάσεων που άλλαξαν χαρακτήρα και από δάσος
έγιναν αγροτικές εκτάσεις ή και βίλες, και όχι ο διωγμός και η υφαρπαγή της
περιουσίας των ιδιοκτητών που είχαν αγροτικές εκτάσεις και τις άφησαν
ακαλλιέργητες κάποια χρόνια. Το δημόσιο συμφέρον επιτάσσει την τιμωρία του
καταπατητή της δημόσιας γης και όχι την τιμωρία και καταπάτηση από το κράτος
της ιδιόκτητης αγροτικής γης. Επιπλέον, το δημόσιο συμφέρον επιτάσσει την
μεγαλύτερη δυνατή χρησιμοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας και όχι
τον παροπλισμό τους, στα πλαίσια μίας πληθωρικής δασικής πολιτικής.
5. Ένα
ακόμα πρόβλημα που έχει προκύψει από τα προηγούμενα, και το οποίο δείχνει
ξεκάθαρα ότι το όλο ζήτημα σχετίζεται εξίσου και με την ιδιοκτησία αλλά και με
τον χαρακτηρισμό του εδάφους, είναι η εμπλοκή που έχει παρουσιαστεί για την
υλοποίηση υφιστάμενων ρυθμίσεων, οι οποίες είναι ανεφάρμοστες.
Η
υφιστάμενη νομοθεσία (αρ. 67 του Ν.998/1979 όπως αυτό ισχύει μετά το αρ. 39 του
Ν. 4280/2014 και το Ν. 4315/2014), προβλέπει ότι ένα αγροτεμάχιο το οποίο
εμφανίζεται ως αγρός στις αεροφωτογραφίες του 1945/1960, και δασώθηκε
μεταγενέστερα, να μπορεί να διατηρήσει το χαρακτήρα του αγρού εφόσον όμως
πληρούνται διάφορες προϋποθέσεις, κυριότερη των οποίων είναι να υπάρχει τίτλος
ιδιοκτησίας προ του 1946, ή υπό προϋποθέσεις προ του 2004, και να είναι δασική
έκταση και όχι δάσος.
Όπως
φαίνεται ξεκάθαρα, ο νομοθέτης έχει διαπιστώσει την αναγκαιότητα της διατήρησης
του αγροτικού χαρακτήρα αυτών των παλαιών αγροτικών εκτάσεων, οι οποίες στη
συνέχεια δασώθηκαν λόγω εγκατάλειψης, αλλά βάζει τέτοιες προϋποθέσεις για την
ένταξή τους στο Νόμο, που καθιστά πρακτικά αδύνατη τη ένταξή τους για πολλές
περιοχές της Ελλάδας που δεν έχουν συμβόλαια.
Στις
λεγόμενες Νέες Χώρες, εντός των οποίων είναι και η Περιφερειακή Ενότητα
Ιωαννίνων και ο Δήμος Πρέβεζας για τους οποίους έχουν αναρτηθεί δασικοί χάρτες,
λόγω συγκεκριμένων ιστορικών γεγονότων όπως η τουρκική κατοχή μέχρι το 1913
καθώς και ο εμφύλιος, οι ιδιοκτήτες δεν έχουν σε καμία περίπτωση συμβόλαια προ
του 1946 και σε ελάχιστες περιπτώσεις προ του 2004. Αυτό συνιστά άνιση
μεταχείριση μεταξύ διαφορετικών περιοχών της Ελλάδας και πρέπει να αλλάξει.
Επίσης,
δεν είναι δυνατόν να αναγνωρίζονται ως ιδιοκτήτες, όλοι οι πολίτες που απλά
διαθέτουν μεταγεγραμμένα συμβόλαια οπουδήποτε στην επικράτεια, εκτός από αυτούς
που το κράτος τους χαρακτήρισε μεταγενέστερα τη γη τους ως δασική. Είναι
ενδεχομένως και αντισυνταγματικό, ειδικά από αυτούς και μόνο, να ζητούνται
αυξημένα τεκμήρια ιδιοκτησίας.
Επιπροσθέτως,
είναι αλυσιτελές να αναγνωρίζεται ο αγροτικός χαρακτήρας το έτος 1945 και όχι η
ιδιοκτησία επί αυτού, απλά και μόνο γιατί ο ιδιοκτήτης δεν είχε μεταγεγραμμένα
συμβόλαια. Δεν είναι δυνατό να είναι μια έκταση αγροτική το 1945 και να μην
ανήκει σε κανέναν. Ποιός την καλλιεργούσε;
Εξάλλου,
διατείνονται όλοι οι ιθύνοντες ότι, με τους δασικούς χάρτες, δεν αίρονται οι
προηγούμενες πράξεις της διοίκησης. Πρέπει λοιπόν να θεωρηθούν ως πράξεις τις
διοίκησης και όλες οι μεταγραφές συμβολαίων από το υποθηκοφυλακεία της χώρας,
τουλάχιστον μέχρι και την κύρωση των δασικών χαρτών, έτσι ώστε όλοι όσοι
αντλούν ιδιοκτησιακό δικαίωμα, για οποιοδήποτε λόγο προβλέπεται στους Νόμους
του Κράτους, να διατηρούν αυτό το δικαίωμα.
Προτείνουμε
να τροποποιηθεί το άρ. 67 του Ν. 998/1979 (καθώς και η σχετική Υ.Α. 136255/683
22.03.2016) έτσι ώστε να προβλέπει την εξαίρεση από τη δασική νομοθεσία των
εκτάσεων που εμφανίζονται με αγροτική μορφή στις αεροφωτογραφίες είτε του 1960
είτε του 1945 και οι οποίες δασώθηκαν μεταγενέστερα, επί των οποίων το δημόσιο
δεν θεμελιώνει δικαιώματα κυριότητας βάσει τίτλου. Οι εκτάσεις αυτές να
αναγνωρίζονται ως ιδιόκτητες εφόσον ο ιδιώτης προσκομίσει τίτλους ιδιοκτησίας
οι οποίοι να είναι μεταγεγραμένοι νομίμως έως και πριν την κύρωση των δασικών
χαρτών της περιοχής αυτής. Οι εκτάσεις αυτές να εξαιρούνται από τη δασική
νομοθεσία και να αναγνωρίζονται ως ιδιόκτητες αγροτικές εκτάσεις, ανεξάρτητα αν
κάποια μεταγενέστερη χρονική στιγμή έγιναν δάσος ή δασική έκταση. Τούτο δε να
γίνεται είτε η έκταση περιήλθε στην ιδιοκτησία του ατόμου από κληρονομική
διαδοχή, είτε από αγοραπωλησία είτε από τακτική ή έκτακτη χρησικτησία.
Εξάλλου
η χρησικτησία απαγορεύεται επί δημοσίων κτημάτων (η δε χρησικτησία προβλέπει
και την καταβολή επιπλέον φόρου χρησικτησίας, τον οποίο οι ιδιοκτήτες έχουν ήδη
πληρώσει). Επίσης πρέπει να προβλεφθεί η αναγνώριση της ιδιοκτησίας και με
όλους τους λοιπούς τρόπους που προβλέπονται από τους Νόμους για την ιδιοκτησία
εν γένει.
Τέλος,
η διαδικασία αυτή να γίνεται αυτόματα, μέσα από τις Επιτροπές Εξέτασης των
Αντιρρήσεων και όχι μέσω των Επιτροπών Δασολογίου (αν και όποτε αυτές
οριστούν), έτσι ώστε οι πολίτες που πληρούν τις προϋποθέσεις να μπορούν, μέσα
στα πλαίσια της ισχύουσας νομοθεσίας, να απεμπλακούν οριστικά από το Δασαρχείο.
Στη συνέχεια, αν κρίνεται σκόπιμο, να καθοριστούν δικλείδες ασφαλείας που θα
εφαρμόζονται από τούδε και στο εξής σχετικά με τις μεταγραφές αγροτεμαχίων, οι
οποίες να απαγορεύουν τη μεταγραφή για συμβόλαια που δεν αναφέρουν
πιστοποιητικό περί του δασικού ή μη χαρακτήρα τους.
Περαιτέρω,
όσοι ιδιοκτήτες δεν διαθέτουν κανένα συμβόλαιο αλλά νέμονται την έκταση, οι
ίδιοι ή οι πρόγονοί τους, αδιατάρακτα για 30 τουλάχιστον χρόνια, να μπορούν να
εξαγοράσουν την έκταση, όπως εξάλλου προβλέπεται από τις ρυθμίσεις που πρόκειται
να εισάγει το Υπουργείο Περιβάλλοντος, με συμβολικό τίμημα και με πολλές
δόσεις. Προτείνεται η εξαγορά στο 1/20 τις αντικειμενικής αξίας της γης και σε
τουλάχιστον 50 δόσεις. Δεν πρέπει η ανάρτηση των δασικών χαρτών να αποτελέσει
έναν ακόμα τρόπο άντλησης χρημάτων από τους χειμαζόμενους έλληνες αλλά αντίθετα
να αποτελέσει έναν τρόπο τακτοποίησης των χρόνιων εκκρεμοτήτων.
6. Ένα
άλλο σημαντικό πρόβλημα που έχει ανακύψει είναι η εμπλοκή του ΟΠΕΚΕΠΕ, η οποία
είναι τουλάχιστον επικίνδυνη για χιλιάδες αγρότες που επιδοτούνται. Λόγω του
στρεβλού προαναφερόμενου νομικού πλαισίου επί της ιδιοκτησίας, που επιτρέπει
την εκ των υστέρων υφαρπαγή της γης από τον αγρότη ιδιοκτήτη της, μέσω του
χαρακτηρισμού της ως δασικής από το κράτος, εμφανίζονται οι αγρότες και οι
κτηνοτρόφοι ως καταπατητές.
Η
τροπολογία που κατατέθηκε πρόσφατα στη Βουλή προβλέπει να αποστέλλεται στον
ΟΠΕΚΕΠΕ ο ανηρτημένος δασικός χάρτης προς ενημέρωση και ο κυρωμένος δασικός
χάρτης προς ενέργεια. Από πουθενά όμως δεν προκύπτει ότι ο ΟΠΕΚΕΠΕ δεν θα
αλλάξει το καθεστώς επιλεξιμότητας των εκτάσεων ούτε ότι δεν θα αλλάξει το
καθεστώς επιδοτήσεων. Ούτε προβλέπεται για ποιό σκοπό μπορεί να χρησιμοποιήσει
τους ανηρτημένους χάρτες και για ποιό σκοπό τους κυρωμένους.
Ο
ΟΠΕΚΕΠΕ, ως αυτόνομος οργανισμός, δεν δεσμεύεται από πουθενά να προβεί στην
οποιαδήποτε ενέργεια θεωρεί ότι διασφαλίζει τα συμφέροντά του, ειδικά όταν δεν
υπάρχει ρητή νομική πρόβλεψη για αυτό.
Η
συνήθης πρακτική του ΟΠΕΚΕΠΕ είναι να κόβει επιδοτήσεις, ή να επιβάλει πρόστιμα
επί αυτών, με μεγάλη ευχέρεια και με μόνο πρόσχημα την αυστηρότητα των
κοινοτικών κανονισμών.
Η
πρόσβαση δε των αγροτών είναι ιδιαίτερα δυσχερής και η τύχη των ενστάσεών τους
ιδιαίτερα αρνητική, λόγω των χρόνιων προβλημάτων υποστελέχωσης του οργανισμού.
Σε περίπτωση που οι δασικοί χάρτες μείνουν ως έχουν, και κυρωθούν χωρίς
διαφοροποιήσεις, ή δεν αλλάξει το νομικό πλαίσιο, έτσι που να λύνει τα
προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί, θα κοπούν αυτομάτως οι ενισχύσεις από
χιλιάδες αγρότες, οι οποίοι καλλιεργούν τις εκτάσεις τους και τις έχουν
δηλωμένες στο ΟΣΔΕ εδώ και χρόνια.
Εκτός
από αυτό όμως, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα τους ζητήσει να επιστρέψουν και τις όποιες
ενισχύσεις έχουν ήδη πάρει και σχετίζονται με τις συγκεκριμένες εκτάσεις. Οι
κοινοτικές επιδοτήσεις συνδέονται με τη γη και όχι με το παραγόμενο προϊόν,
οπότε ο χαρακτηρισμός επί της γης είναι ιδιαίτερα κρίσιμος.
Προτείνεται
η χρησιμοποίηση του διαμορφωμένου χαρτογραφικού υποβάθρου του ΟΣΔΕ, που
διαθέτει ο ΟΠΕΚΕΠΕ, στους δασικούς χάρτες, προκειμένου να χαρακτηριστούν ως
αγροτικές όλες οι εκτάσεις που είναι δηλωμένες σε αυτό κατά το έτος 2016. Οι
δασικοί χάρτες πρέπει να αναθεωρηθούν και να επαναναρτηθούν, έτσι που οι
εκτάσεις αυτές να χαρακτηριστούν ως αγροτικές αυτόματα και με μόνο κριτήριο την
δήλωσή τους στο ΟΣΔΕ.
Με αυτό
τον τρόπο θα μειωθούν σημαντικά οι αντιρρήσεις που θα κατατεθούν, αφού κάποιες
εκτάσεις θα χαρακτηριστούν αυτομάτως ως μη δασικές, και θα εξασφαλιστεί η
συνέχιση της γεωργικής εκμετάλλευσης εκτάσεων που είναι ενταγμένες στο ΟΣΔΕ. Η
νομοθετική ρύθμιση θα πρέπει να προβλέπει ρητά ότι δεν θίγονται οι
επιλεξιμότητες των εκτάσεων και οι επιδοτήσεις των αγροτών, ούτε με τους
ανηρτημένους δασικούς χάρτες ούτε με τους κυρωμένους.
Επίσης,
πρέπει να δίνεται δυνατότητα στους αγρότες να αναγνωρίσουν την έκτασή τους ως
αγροτική και μέσω του αρ. 67 του Ν.998/1979, έτσι όπως αυτό προτείνεται να
αναμορφωθεί παραπάνω, χωρίς εν τω μεταξύ να επηρεάζεται η επιλεξιμότητα των
εκτάσεών τους και η ενισχύσεις που λαμβάνουν, με γρήγορες διαδικασίες. Τέλος,
πρέπει οι αγρότες να μπορούν να εξαγοράζουν την έκταση που καλλιεργούν, αν αυτή
έχει χαρακτηριστεί ως εκχερσωμένο δάσος και δεν έχει συμβόλαια ιδιοκτησίας
σύμφωνα με όσα προτείνονται παραπάνω, όπως και όλοι οι άλλοι ιδιοκτήτες. Οι
κατ' επάγγελμα αγρότες ειδικότερα θα πρέπει να έχουν περαιτέρω έκπτωση στο ποσό
του τιμήματος και να πληρώνουν το μισό από αυτό που προβλέπεται για τους άλλους
ιδιοκτήτες (το 1/2 από το 1/20 της αντικειμενικής αξίας της γης).
7. Ένα
άλλο παρόμοιο πρόβλημα που προέκυψε, πέραν όλων των παραπάνω αναφερόμενων, μετά
τη μελέτη των αναρτημένων δασικών χαρτών, είναι η υπερεκτίμηση της βλάστησης
στις αεροφωτογραφίες που χρησιμοποιήθηκαν, τόσο σε αυτές του 1945/1960 όσο και
σε αυτές του 2007, από τους μελετητές δασολόγους. Πέρα από τις όποιες στρεβλώσεις
διαπιστώθηκαν στο νομικό πλαίσιο, και που πρέπει να διορθωθούν, διαπιστώθηκε
και ένας υπερβάλλοντας ζήλος ή και ευθυνοφοβία των σχετικών μελετητών, με
αποτέλεσμα τον χαρακτηρισμό ως δασικών κάποιων εκτάσεων που εμφανίζουν πολύ
μικρή ή και ανύπαρκτη βλάστηση στις σχετικές αεροφωτογραφίες που
χρησιμοποιήθηκαν. Επειδή ο σκοπός της διοίκησης δεν μπορεί να είναι η τεχνητή
διόγκωση της δασικής έκτασης μέσω τεχνικών υπερβολών, καθίσταται επιτακτική η
ανάγκη για σαφείς και ρητές οδηγίες προς τις Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων
σχετικά με τον τρόπο που πρέπει να εκτιμούν τη δασικότητα ή μη εκτάσεων στις
αεροφωτογραφίες.
Προτείνεται
να δοθούν σαφείς και ρητές οδηγίες στις Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων, έτσι
ώστε να αποφευχθούν οι διασταλτικές ερμηνείες του νομικού πλαισίου που θα έχει
τότε διαμορφωθεί και οι υπερεκτιμήσεις της βλάστησης που εμφανίζεται στις
χρησιμοποιούμενες αεροφωτογραφίες.
Ειδικά
οι αεροφωτογραφίες του 1945/1960, που δεν είναι και ιδιαίτερα ευκρινείς, πρέπει
να αναλύονται με ακόμα μεγαλύτερη ανοχή και ευρύτητα, πάντα προς το συμφέρον
του πολίτη, έτσι που να ορίζεται ως δάσος μόνο αυτό που πράγματι ήταν δάσος τη
συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Όταν υπάρχει δυσχέρεια σαφούς αναγνώρισης και
εκτίμησης της εμφανιζόμενης βλάστησης, η τελική απόφαση πρέπει να είναι πάντα
υπέρ του πολίτη. Περαιτέρω, πρέπει να γίνει σαφές, με αυτές τις οδηγίες, ότι
δεν αποτελούν δάσος ούτε δασική έκταση, ούτε καν οργανικό σύνολο, επιφάνειες
εδάφους μικρής έκτασης, συνήθως και κάτω των 700 τ.μ. (που ορίζει το
ΠΔ.32/2016), οι οποίες έχουν σχήμα μακρόστενο και συνδέονται τεχνηέντως με
άλλες παρόμοιες εκτάσεις μέσω μικρών συνδετικών επιφανειών για να καταστούν
μεγαλύτερες και ενιαίες στο σύνολό τους. Δεν αποτελεί δάσος ή δασική έκταση μια
επιφάνεια η οποία αποτελείται από μια σειρά από δένδρα η οποία συνδεόμενη με
μια άλλη σειρά από δένδρα, καθίσταται τελικά μεγαλύτερη των 700 τ.μ. Ο σκοπός
δεν είναι η διοίκηση να βρίσκει δάση εκεί που δεν υπάρχουν, ούτε να ονομάζει
δάση οτιδήποτε βγαίνει ελαφρώς "γκρι" στην αεροφωτογραφία.
8. Παρόμοιο
πρόβλημα με το προηγούμενο είναι ο συχνός χαρακτηρισμός του όχτου ως δάσος.
Είναι γνωστό ότι η ορεινή γεωμορφολογία της Ηπείρου δεν επιτρέπει τις εκτενείς
πεδιάδες που περιλαμβάνουν εντός τους διάφορες αγροτικές εκτάσεις. Η
γεωμορφολογία της Ηπείρου χαρακτηρίζεται από έντονο ανάγλυφο του εδάφους, με
αποτέλεσμα οι αγροτικές εκτάσεις να εκτείνονται σε πολλαπλά επίπεδα εδάφους
(πεζούλες), με υψομετρική διαφορά μεταξύ τους, ενδιάμεσα από τις οποίες υπάρχει
πρανές/δέσα/αναβαθμός/όχτος, ο οποίος πρέπει να καλύπτεται από βλάστηση
προκειμένου να συγκρατεί τη διάβρωση του εδάφους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο
όχτος είναι δάσος ή δασική έκταση, ούτε ότι μπορεί να συνδεθεί και να προστεθεί
και να επεκτείνει μια γειτονική δασική έκταση.
Προτείνεται
να δοθούν σαφείς οδηγίες στις Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων, έτσι ώστε να μην
θεωρούνται οι όχτοι ως δάσος ή δασική έκταση, ούτε να συνδέονται και να
επεκτείνουν γειτονική υφιστάμενη δασική ένταση. Ο όχτος πρέπει να αναφέρεται
ρητά ως οργανικό μέρος της αγροτικής γης, αφού αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της
που συνδέεται άμεσα με τη βιωσιμότητά της.
9. Ένα
ακόμα πρόβλημα που προέκυψε από την ανάρτηση των δασικών χαρτών, και σχετίζεται
με τον καθορισμό του ιδιοκτησιακού καθεστώτος, είναι ότι προκύπτει ένα
νεφελώδες σκηνικό σχετικά με τον αν ο κάθε ιδιοκτήτης αναγνωρίζεται ως τέτοιος,
προκειμένου να στοιχειοθετεί έννομο συμφέρον για την υποβολή αντιρρήσεων.
Δεδομένου ότι υπάρχουν πολλοί πολίτες που δεν διαθέτουν συμβόλαια αλλά και
πολλοί που διαθέτουν συμβόλαια τα οποία όμως καθίστανται επισφαλή με το
υφιστάμενο νομικό πλαίσιο, προκύπτει η ανάγκη για διασαφήνιση του θέματος,
προκειμένου να μη αποκλείονται πολίτες από την υποβολή αντιρρήσεων με μόνη
επίκληση τυπικών λόγων.
Προτείνεται
να στοιχειοθετείται εν πρώτοις το ιδιοκτησιακό καθεστώς, και άρα το έννομο
συμφέρον στην υποβολή αντιρρήσεων, μόνο με την προσκόμιση της Δήλωσης Ε9,
κατατεθειμένης στις φορολογικές αρχές. Θα πρέπει να υπάρχει ρητή πρόβλεψη και
οδηγία στις Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων, προκειμένου αυτές να μην αποκλείουν
από την υποβολή αντιρρήσεων οποιονδήποτε ιδιοκτήτη προσκομίζει τη δήλωση Ε9.
10.
Τέλος, ένα βασικό πρόβλημα που ανέκυψε είναι το θέμα του χρόνου εξέτασης των
αντιρρήσεων. Η μέχρι τώρα εμπειρία από παρόμοιες περιπτώσεις, στην Πεντέλη, στο
Μαραθώνα και σε άλλες περιοχές έχει δείξει ότι οι αντιρρήσεις που κατατέθηκαν
δεν εξετάστηκαν καθόλου (πέντε χρόνια μετά), ενώ οι χάρτες κυρώθηκαν μόνο ως
προς τα τμήματά τους που δεν ασκήθηκαν αντιρρήσεις. Κατόπιν αυτής της
εμπειρίας, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη να εξεταστούν άμεσα οι αντιρρήσεις,
στους ανηρτημένους δασικούς χάρτες, και να ολοκληρωθεί η διαδικασία μέσα στα
χρονικά πλαίσια που ορίζει η ισχύουσα νομοθεσία.
Προτείνεται
η ρητή νομοθετική πρόβλεψη για απαρέγκλιτη ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης
των αντιρρήσεων εντός του καθοριζόμενου χρονικού πλαισίου, άλλως, εφόσον η διορία
έχει παρέλθει, να θεωρούνται αυτοδικαίως αποδεκτές οι αντιρρήσεις που δεν έχουν
εξεταστεί. Με αυτό τον τρόπο αφενός θα επιτευχθεί επίσπευση διαδικασιών από τη
Διοίκηση αλλά αφετέρου θα αποφευχθεί ο εγκλωβισμός των πολιτών και των
ιδιοκτησιών τους σε μακροχρόνιες μεταβατικές καταστάσεις με πολλά προβλήματα.
Τα
παραπάνω είναι τα κυριότερα προβλήματα που διαπιστώθηκαν, αναφορικά με την
ανάρτηση των δασικών χαρτών, κατά την πρόσφατη ενημερωτική εκδήλωση που
διοργάνωσε η Πανηπειρωτική και τα οποία χρήζουν άμεσης πολιτικής παρέμβασης
προκειμένου να βελτιωθεί το νομικό πλαίσιο που τα διέπει. Σε αυτά δεν
αναφέρουμε τα προβλήματα εκείνα που έχουν ήδη επισημανθεί από το Υπουργείο και
ανακοινώθηκε ότι θα λυθούν, όπως η εμφάνιση και αναγνώριση των αναδασμών, ο διαχωρισμός
των αναδασωτέων αγροτικών εκτάσεων, η οριοθέτηση των οικισμών και των
οικιστικών πυκνώσεων καθώς και η διευθέτηση των αγροτικών κτισμάτων.
Κύριε
Υπουργέ
Θέτοντας
υπόψη σας τα παραπάνω, παρακαλώ για την άμεση προσωπική σας παρέμβαση, σε πολιτικό
επίπεδο, προκειμένου να γίνουν όλες εκείνες οι παρεμβάσεις που απαιτούνται για
την αναμόρφωση του νομικού πλαισίου, το οποίο και θα λύσει τελικά όλα τα
προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί από την ανάρτηση των δασικών χαρτών, οπότε
και να κοπάσει την κοινωνική αναστάτωση που έχει προκληθεί.
Πιστεύουμε
ακράδαντα ότι θα αφουγκραστείτε τις ανησυχίες χιλιάδων ιδιοκτητών, Ηπειρωτών
και μη, και θα παρέμβετε προσωπικά για τη διευθέτηση των προβλημάτων που
αναφέρονται παραπάνω, προς την κατεύθυνση των λύσεων που προτείνουμε.
Είμαστε
πάντα στη διάθεσή σας προκειμένου να σας περιγράψουμε λεπτομερέστερα τα
αναφερόμενα προβλήματα καθώς και τις προτεινόμενες από εμάς λύσεις, σε μια
συνάντηση μαζί σας ή με κάποιον εξουσιοδοτημένο συνεργάτη σας.
Ευελπιστούμε
στην ικανοποίηση των αιτημάτων μας και σας ευχαριστούμε εκ των προτέρων.
Διατελούμε με εκτίμηση
Για το Δ.Σ. της ΠΣΕ
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Γιώργος Δόσης Κώστας Γαβριήλ