Η
Πανηπειρωτική Συνομοσπονδία Ελλάδος, , παρουσίασε την Τετάρτη 26 Νοεμβρίου
2008, στο Πνευματικό Κέντρο Ηπειρωτών
Στο
Κοµµένο της Άρτας, ένα όµορφο καµποχώρι στο Δέλτα του Αράχθου, πριν από 65
χρόνια έγινε µια άγρια σφαγή. Δύσκολα µπορεί να την περιγράψει κανείς. Αδύνατο
να νιώσουµε τον φόβο και τον τρόµο εκείνον του κυνηγημένου και ανυπεράσπιστου.
Τον πόνο των γονιών, που µέσα από τα συντρίµµια µαζεύουν για να
θάψουν τα παιδιά τους. Την απόγνωση του παιδιού που ψάχνει τους γονείς του.
Οι
φιλόδοξοι αριθµοί, που τόσο καλά κατάφεραν να περιγράψουν τους νόµους της
φύσης, ακόµα και αυτοί είναι ανήµποροι να αποδώσουν το µέγεθος.
95
παιδιά έως 15 χρονών, 117 γυναίκες, 317 συνολικά οι νεκροί. ...
Κοµµένο
Άρτας, 16 Αυγούστου 1943. 120 νέα παιδιά, στρατιώτες του Χίτλερ, άφησαν τα
σπίτια τους, την πατρίδα τους κι ήρθαν να σπείρουν τη φρίκη, γιατί είπαν πως
µπορούν τον κόσµο όλον να κάνουν δικό τους. Γαλουχημένοι µε τα ιδανικά του
παγγερμανισμού, φουσκωμένα µε εθνικιστικά και φυλετικά αισθήματα για την
καθαρότητα και την ανωτερότητα της φυλής τους, δεν άργησαν να µμπολιαστούν µε
µίσος ακόµα και για µικρά παιδιά. Με την υπεροψία της τεχνολογίας του όπλου που
κρατούσαν στα χέρια τους, µμπήκαν στο χωριό και «θέρισαν».
Ο
Ηπειρώτης (από τη Φιλιππιάδα) λογοτέχνη ς Γιάννης Δάλλας ήταν τότε απόφοιτος
του Γυµνασίου της Άρτας. Τον συγκλόνισε η σφαγή του Κοµµένου και δύο χρόνια
µετά, το 1945, γράφει το Χρονικό «Η σφαγή του Κοµµένου».
Εδώ
έχουµε την εξιστόρηση της µμεγάλης σφαγής από έναν χωρικό, Κοµµιώτη, που την
είδε µε τα ίδια του τα µάτια και έζησε τις τροµερές της ώρες. Αυτός ο χωρικός,
ο Κοσµάς Ανάστας, όπως τον ονοµάζει ο Δάλλας, ένας απλοϊκός και αγράµµατος
άνθρωπος, γράφει την τροµερή ιστορία της 16ης Αυγούστου µ' απλό τρόπο κι ο
Δάλλας εκφράζει τις εντυπώσεις του και την απήχηση που είχαν τα ανείπωτα αυτά
γεγονότα στην αισθαντικότητά του και προσπαθεί να τα ανυψώσει σαν σύµβολα στην
αιωνιότητα.
Το
Χρονικό του Γιάννη Δάλλα έγινε βιβλίο και κυκλοφόρησε από τις Ηπειρωτικές
Εκδόσεις «Πέτρα», µε τον τίτλο «Η Σφαγή του Κοµµένου», µε εικόνα εξωφύλλου έργο
του Ηπειρώτη γλύπτη Θόδωρου Παπαγιάννη, µε τίτλο Τραγωδία.
Η σφαγή
του Κομμένου
Η σφαγή του Κομμένου ήταν μια από τις
μεγαλύτερες σφαγές αμάχων στην ιστορία της Γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα. Διαπράχθηκε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, στις 16 Αυγούστου
1943, στο χωριό Κομμένο που βρίσκεται
στον νομό Άρτας και είναι χτισμένο κοντά
στις όχθες του ποταμού Άραχθου.
Τα
γεγονότα πριν τη σφαγή
Σύμφωνα
με τον αυτόπτη μάρτυρα Στέφανο Παππά, μετέπειτα Γυμνασιάρχη και μάρτυρα
κατηγορίας στη Δίκη της Νυρεμβέργης, στις 12 Αυγούστου 1943 ένα γερμανικό τζιπ
με δύο στρατιώτες του τάγματος
Φιλιππιάδας διενεργούσε περιπολία στα χωριά του Αμβρακικού κόλπου. Κάποια στιγμή το τζίπ
ανατράπηκε από λακκούβα στο χωματόδρομο και προσέτρεξαν σε βοήθεια κάτοικοι του
χωριού Κομμένου. Οι Γερμανοί ισχυρίζονται ότι «μέσα σε χωράφι είδαν ένα ένοπλο
αντάρτη και τρόμαξαν, με αποτέλεσμα να χάσουν τον έλεγχο του οχήματος». Το τζιπ
με την βοήθεια των χωρικών επαναφέρθηκε στην κανονική θέση και οι στρατιώτες
ελαφρά τραυματισμένοι επέστρεψαν στη Φιλιππιάδα όπου έδωσαν αναφορά. Ο
επικεφαλής ταγματάρχης Φάλνερ (Falner) της μονάδας Φιλιππιάδας Πρέβεζας
επικοινώνησε με το Στρατηγείο στα
Ιωάννινα (στρατηγός Χούμπερτ
Λαντς (Hubert Lanz)) και έλαβε την εντολή «να εξαφανίσει το χωριό από το χάρτη»
σύμφωνα με εντολές του Αδόλφου Χίτλερ.
Κατά πληροφορίες, ο Falner αργότερα συνελήφθη από παρτιζάνους του Τίτο στη
Σερβία και εκτελέστηκε. Την εντολή της σφαγής εκτέλεσε η μονάδα της
Φιλιππιάδας με επικεφαλής τον υπολοχαγό Κόβιακ (Koviack). (Στέφανος Παππάς:
"Η Σφαγή του Κομμένου", Αθήνα 1996 και Γκούβας Χαράλαμπος: "Η
Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση 2009).
Υπάρχει
και δεύτερη άποψη. O συγγραφέας Χέρμαν
Φρανκ Μάγερ (γιος Γερμανού αξιωματικού πού εκτελέστηκε από Έλληνες αντάρτες),
αναφέρει ότι στο βιβλίο του αυτόπτη μάρτυρα Στέφανου Παππά έχει κάποιες
ανακρίβειες καθώς «ο Hubert Lanz δεν είναι ο εντολέας της «ισοπέδωσης» του
Κομμένου, διότι αφίχθη στην Ήπειρο στις 9 Σεπτεμβρίου 1943 ενώ η σφαγή έγινε
στις 16 Αυγούστου 1943».
Σύμφωνα
με μιά άλλη άποψη, στις 12 Αυγούστου 1943 μια μικρή ομάδα ανταρτών μπήκε στο
χωριό Κομμένο με σκοπό τη συγκέντρωση τροφίμων. Στη διάρκεια της παραμονής
τους, μια αναγνωριστική ομάδα από δύο Γερμανούς μοτοσυκλετιστές μπήκε τυχαία
στο χωριό και μόλις είδαν τους αντάρτες έφυγαν χωρίς να εμπλακούν μαζί τους. Οι
κάτοικοι που αντιλήφθηκαν το γεγονός το ίδιο βράδυ διανυκτέρευσαν στην ύπαιθρο
φοβούμενοι αντίποινα. Αντιπροσωπεία των κατοίκων την άλλη μέρα πήγε στον Ιταλό διοικητή της Άρτας με σκοπό να εξηγήσουν τα γεγονότα και
να ζητήσουν την κατανόηση του για το συμβάν. Εκείνος τους καθησύχασε και τους
διαβεβαίωσε οτι δεν υπήρχε κίνδυνος. Διαφορετική όμως ήταν η άποψη της
Γερμανικής διοίκησης της 1ης Ορεινής Μεραρχίας που έδρευε στα Γιάννενα. Καθώς
οι προσπάθειες των κατακτητών να πλήξουν το αντάρτικο είχαν ισχνά αποτελέσματα,
οι Γερμανοί αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν παραδειγματική επιχείρηση
αντιποίνων.
Η
σφαγή.
Σύμφωνα
με τον αυτόπτη μάρτυρα Στέφανο Παππά, η μηχανοκίνητη μονάδα ναζιστικών
στρατευμάτων από τη Φιλιππιάδα, με την εντολή της Διοίκησης Ιωαννίνων, εισέβαλε
στο χωριό Κομμένο της Άρτας τα χαράματα της 16ης Αυγούστου 1943, με το πρόσχημα
των αντιποίνων για την ύπαρξη ανταρτών του
ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ στην περιοχή.
Το χωριό κοιμόταν ήσυχο μετά από γαμήλια γιορτή πού είχε γίνει την προηγούμενη
ημέρα. Στο χωριό υπήρχαν και ορισμένοι φιλοξενούμενοι από την Πρέβεζα. Την εποχή εκείνη πρακτικά το Κομμένο
ανήκε στο Νομό Πρέβεζας με θαλάσσια επικοινωνία. Τα ναζιστικά στρατεύματα προέβησαν
σε μια άνευ προηγουμένου σφαγή του άμαχου πληθυσμού. Έστησαν πολυβόλα στις
εισόδους του χωριού, εισέβαλαν στα σπίτια και σκότωσαν όποιον έβρισκαν μπροστά
τους και στο τέλος έβαλαν φωτιά και τα έκαψαν. Λίγοι ξέφυγαν με βάρκες στον
Αμβρακικό Κόλπο. Στο τέλος της σφαγής οι ναζί στρατιώτες κάθισαν στην πλατεία
του χωριού όπου έφαγαν και ήπιαν μπύρες αφήνοντας εκεί άδειες κονσέρβες, δίπλα
σε 7 πτώματα. Συνολικά οι νεκροί της σφαγής ήταν 317 άτομα. Διασώθηκαν 440
άτομα. Η σφαγή του Κομμένου Άρτας είναι ισοδύναμη με αυτή των Καλαβρύτων και
του Διστόμου. Ο αείμνηστος Στέφανος Παππάς, μετέπειτα γυμνασιάρχης, από το
Κομμένο, νεαρός τότε επέζησε της σφαγής και έγραψε βιβλίο με πλήρη περιγραφή
των γεγονότων. Ένα απόσπασμα από το βιβλίο του είναι το εξής: «Οι πρώτοι
προστρέξαντες μετά την ανθρωποσφαγή Γρηγόρης Κολιοκώτσης και Ευστάθιος
Κολιοκώτσης, ευρήκαν τις δύο ξαδέρφες των Αθηνά και Θεοδοσία νεκρές από σφαίρες
πιστολιού και φανερότατα τα ίχνη του βιασμού. Αλλα παραδείγματα μακαβρίου
εγκληματικότητας είναι τα δύο μωρά του μακαρίτη Ευστάθιου Κολιοκώτση ηλικίας 7
μηνών, που ευρέθηκαν νεκρά από ασφυξία, γιατί οι κακούργοι εγέμισαν τα στόματά
των με βαμβάκι βρεγμένο με βενζίνη και κατόπιν το άναψαν για να απολαύσουν ένα
σαδιστικό πυροτέχνημα. Ευρέθη επίσης ο δεύτερος παππάς του χωριού Ζώης Παππάς
σκοτωμένος με μαχαίρι και με εξωρυγμένους τους οφθαλμούς. Ως επισφράγισμα της
θηριωδίας των ανωτέρω αναφέρω ένα πρωτάκουστο κακούργημα. Η ετοιμογέννητη
Παναγιώτα σύζυγος του Λεωνίδα Τσιμπούκη βρέθηκε νεκρή με την κοιλιά ξεσχισμένη
και το έμβρυο νεκρό δίπλα της, όπως βεβαιώνει ο αυτόπτης μάρτυρας Θεόδωρος
Σταμάτης…». (Στέφανος Παππάς, 1996 και Γκούβας Χαράλαμπος, 2009).
Σύμφωνα
με μιά δεύτερη παραλλαγή των γεγονότων, το έργο της σφαγής ανατέθηκε στο 98ο
Σύνταγμα του συνταγματάρχη Γιόζεφ Ζάλμινγκερ. Το ξημέρωμα της 16ης Αυγούστου
100 άνδρες του 12ου λόχου με επικεφαλής των υπολοχαγό Ρέζερ οπλισμένοι με
όλμους, πολυβόλα, χειροβομβίδες και αυτόματα όπλα περικύκλωσαν το χωριό. Η
τελευταία εντολή που πήραν από τον Ρέζερ, σύμφωνα με μαρτυρία ενός από τους
στρατιώτες, ήταν να μην αφήσουν τίποτα όρθιο. Οι άντρες της Βέρμαχτ εκτέλεσαν κατά γράμμα την εντολή. Οι
στρατιώτες σκότωναν όποιον έβρισκαν μπροστά τους ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας.
Έμπαιναν στα σπίτια των αιφνιδιασμένων χωρικών και ξεκλήριζαν ολόκληρες
οικογένειες. Χαρακτηριστικό είναι οτι 20 οικογένειες ξεκληρίστηκαν μέχρις ενός.
Επί 9 ώρες οι Γερμανοί σκότωναν, βίαζαν, έκαιγαν και κατέστρεφαν οτι υπήρχε στο
διάβα τους. Όταν αποχώρησαν είχαν αφήσει πίσω τους 317 νεκρούς μεταξύ των
οποίων 97 νήπια και παιδιά μέχρι 15 χρονών και 119 γυναίκες. H σφαγή έγινε μια
μέρα μετά το πανηγύρι του χωριού για τη γιορτή της Παναγίας.
Η συνέχεια
μετά τη σφαγή
Ο
επικεφαλής των δολοφόνων ταγματάρχης Φάλνερ εκτελέστηκε αργότερα στη Σερβία από
παρτιζάνους αντάρτες του στρατάρχη Τίτο.
Για τον υπολοχαγό Κόβιακ δεν υπάρχουν πληροφορίες. Ο επικεφαλής Μέραρχος των
Ναζί στα Ιωάννινα Χούμπερτ Λαντς παραπέμφθηκε και δικάσθηκε στη συνακόλουθη
της Δίκης της Νυρεμβέργης γνωστής ως
"Δίκη των ομήρων" (Hostages Trial) ή
Δίκη του Λιστ ως εγκληματίας πολέμου, το 1947, και καταδικάστηκε σε 12
έτη κάθειρξης. Ωστόσο αφέθηκε ελεύθερος το 1951. Ο Λαντς κατά τη δεκαετία του
1970 έλαβε μέρος σε τηλεοπτική συζήτηση με τον γνωστό από τη δράση του στην
κατεχόμενη Ελλάδα Βρετανό στρατιωτικό
Κρις Γουντχάους στην τηλεόραση της
Κολωνίας (Köln) σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης. Πολιτική αγωγή και
μάρτυρας κατηγορίας στο δικαστήριο της Νυρεμβέργης ήταν ο Στέφανος Παππάς, με
δικηγόρο τον καθηγητή Πανεπιστημίου Ιωάννη Σιόντη, ως εκπρόσωπο του Ελληνικού
Κράτους. (Στέφανος Παππάς, 1996 και Γκούβας Χαράλαμπος, 2009).
Σήμερα
Ήδη από
τη δεκαετία του '60 Γερμανοί ιδιώτες έμαθαν για τη σφαγή του Κομμένου και
επισκέφθηκαν το χωριό. Μάλιστα μια ευκατάστατη Γερμανίδα χρηματοδότησε την
ανέγερση νέου Δημοτικού Σχολείου. Από τη δεκαετία του 1980 άρχισε να ασχολείται
με τις θηριωδίες των Ναζί ο Χέρμαν Φρανκ
Μάγερ, ο οποίος και για το σχετικό βιβλίο του τιμήθηκε από την Κοινότητα
Κομμένου.
Το έτος
2003, Γερμανοί ακτιβιστές παρουσία τηλεοπτικών συνεργείων άπλωσαν πανό μέσα
στο Μουσείο Περγάμου που βρίσκεται στο
τέως Ανατολικό Βερολίνο με το σύνθημα «Καλάβρυτα- Δίστομο - Κομμένο. Να
αναγνωρισθεί η σφαγή και να δοθούν αποζημιώσεις», στα Γερμανικά και Ελληνικά.
Τελικά στις 30 Απριλίου 2004 ανακοινώθηκε στα διεθνή μέσα ενημέρωσης ότι ο
εισαγγελέας του Μονάχου άνοιξε το φάκελο της σφαγής του Κομμένου, και ο
Πρόεδρος του Κομμένου Γεώργιος Παππάς δήλωσε ότι επιτέλους ανοίγει ο δρόμος για
περαιτέρω διεκδικήσεις. Κάθε χρόνο στις 15-16 Αυγούστου γίνεται στο Κομμένο
μνημόσυνο και τελετές σε ανάμνηση αυτής της θηριωδίας που δεν τιμά τον
Ευρωπαϊκό Πολιτισμό. (Στέφανος Παππάς, 1996 και Γκούβας Χαράλαμπος, 2009,
Περιοδικό "Απειρος Χώρα": "Μνημόσυνο στό Κομμένο Αρτας",
τεύχος Σεπτ. 2010)
Γιάννης
Δάλλας
Ο
Γιάννης Δάλλας (1924) είναι Έλληνας ποιητής, νεοελληνιστής συγγραφέας, ακαδημαϊκός, και μεταφραστής έργων της αρχαίας γραμματείας.
Γεννήθηκε
το 1924 στη Φιλιππιάδα της Πρέβεζας. Σπούδασε κλασική φιλολογία στην
Αθήνα. Υπηρέτησε στη μέση και στην ανώτατη εκπαίδευση. Καθηγητής της
Νεοελληνικής Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και του τμήματος
Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου.
Ανέκαθεν υπήρξε ένας αξιόλογος αριστερός
διανoούμενος, με ορισμένες παρεμβάσεις στα κοινά θέματα.
Έχει
λάβει βραβεύσεις από τα Κρατικά
Λογοτεχνικά Βραβεία: Το 1987, το Α΄ Βραβείο κριτικής-δοκιμίου: Γιάννης Δάλλας
«Ο ελληνισμός και η θεολογία του Καβάφη». Το 1999 του απονέμεται το κρατικό
«Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας» για το σύνολο του έργου του. Επίσης έχει βραβευτεί
με το Βραβείο δοκιμίου Ιδρύματος Π. Χάρη της
Ακαδημίας Αθηνών (2009) για το βιβλίο του "Σολωμός και
Κάλβος". Μετέχει στα πρώτα «Καβάφεια» της Αλεξάνδρειας, και προσκαλείται
για διαλέξεις και παρουσίαση του έργου του σε Πανεπιστήμια εκτός Ελλάδας, όπου
λειτουργούν Τμήματα Μεταβυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών (Μιλάνο, Κατάνια,
Βενετία, Στρασβούργο, Βουδαπέστη, Μόσχα, Τυφλίδα, κλπ.) Η ποίησή του
μεταφράστηκε αποσπασματικά σε ξένες γλώσσες (Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά,
Ρωσικά, Ιταλικά, Αλβανικά) και πληρέστερα ετοιμάζονται για έκδοση προσεχώς οι
δύο τελευταίες συλλογές του στα Ισπανικά από την Isabel Garcia Gálvez και
εκτενής επιλογή του ποιητικού έργου του στα Ιταλικά από τον Massimo Cazzulo.
Επίσης
εξέδωσε σειρά συγκεντρωτικών μελετημάτων «H δημιουργική δεκαετία στην ποίηση
του Βάρναλη» (1988) και «Κωνσταντίνος Θεοτόκης, κριτική σπουδή μιας
πεζογραφικής πορείας», φιλολογικές εκδόσεις των πεζών του Κωνσταντίνου Θεοτόκη
(Κορφιάτικες Ιστορίες, Κατάδικος, Οι σκλάβοι στα δεσμά τους), των συνθετικών
συλλογών του K. Βάρναλη («Σκλάβοι πολιορκημένοι», 1990 και «Tο φως που καίει»,
2003) και των έργων του A. Κάλβου «Oι Ψαλμοί του Δαβίδ», (1981) «H Ιωνιάς»,
(1992) «Ωδαί», (1997). Δημοσίευσε ακόμη δύο συνθετικά κριτικά βιβλία γύρω από
το θέμα της Ποιητικής (1994) και το θέμα του κλασικισμού του Κάλβου (1999),
άλλα τέσσερα για την ποίηση του Καβάφη από τα οποία, τα σημαντικότερα είναι τα:
«Καβάφης και ιστορία» (1974) και «Ο Καβάφης και η δεύτερη σοφιστική» (1984) και
Σκαπτή ύλη. Από τα Σολωμικά μεταλλεία (2002). Τελευταίες σχετικές εκδόσεις
μελετημάτων είναι τα: Σολωμός και Κάλβος. Δύο αντίζυγες ποιητικές (2009) και
ολίγο θα τον ξαναγγίξω. Η στρατηγική του εργαστηρίου. Ύστερα Καβαφολογικά
(2009). Αρκετά βιβλία δοκιμίων του που αναφέρονται σε θέματα και κείμενα της
παλαιότερης, της μεσοπολεμικής και της μεταπολεμικής λογοτεχνίας «Εποπτείες A΄»
(1954), «Υπερβατική Συντεχνία» (1958), «Πλάγιος λόγος» (1989), «Ο ποιητής
Μίλτος Σαχτούρης» (1997), «Ευρυγώνια» (2000), «Μανόλης Αναγνωστάκης-Ποίηση και
ιδεολογία» (2000), «Συνεκδοχές» (2010) και «Σύμμεικτα» (2014).
Συστηματική
υπήρξε η φιλολογική και μεταφραστική του ενασχόληση με την ποίηση των αρχαίων
Λυρικών των αρχαϊκών αιώνων «Ελεγειακοί», «Ιαμβογράφοι», «Μελικοί»,
«Χορικολυρικοί», (1976-2007) και των Ελληνιστικών επιγραμμάτων, «Ελληνιστικός
μικρόκοσμος», «Καλλίμαχος», «Ρουφίνος», «Πλάτωνος τα αποδιδόμενα επιγράμματα»,
(2008-2009).
Ο
χαρακτήρας του ποιητικού του έργου
Ενώ το
ποιητικό του έργο φαίνεται να συγγενεύει με τον
Μίλτο Σαχτούρη και τον Τάκη
Σινόπουλο διατηρεί με τρόπο κατορθωμένο τον αυτοδύναμο χαρακτήρα του. Στα
ποιήματά του υπάρχει το στοιχείο της φυσιολατρείας, αλλά και του παράλογου,
κατά τον Λίνο Πολίτη. Κατά τον Mario
Vitti o Δάλλας "ξεκίνησε με θέματα κοινωνικά, ακόμη παρόντα στην Απόπειρα
Μυθολογίας (1952), όπου το κακό είναι παντοδύναμο και φρικιαστικό.. Και
συνεχίζει ο Vitti: "ο ποιητής δεν μπορεί να διαχωρίσει τον εαυτό του από
τα γεγονότα που υπαινίσσεται (όπως την Καισαριανή κατά την Κατοχή), αλλά αυτά
δεν αποτελούν τα μόνα θέματα του. Ο Δάλλας είναι ποιητής πολύ καλλιεργημένος
για να περιοριστεί σε ένα θέμα μονάχα και να μην μπει στον πειρασμό ενός λόγου
πιο σύνθετου. Το 1965 συγκέντρώθηκε το έργο του στον τόμο Εξαγορά. [...]
Συνέχισε με ένα λόγο πιο λιτό, πιο ευθύ, με αποχρώσεις πιο λεπτές, κάποτε
φτάνοντας στην ειρωνεία. Ακολούθησαν οι συγκεντρώσεις των ποιημάτων του το 1990
και το 2014 καλύπτοντας τη δημιουργική ποιητική του περίοδο από το 1948-2013.
Κατά
τον Τάκη Σινόπουλο "στον Δάλλα το καυτερό βάρος των πραγμάτων κι η
εκρηκτικότητα του υλικού του πειθαρχούν στη φόρμα που αποτελεί επίκεντρο του
ενδιαφέροντος του, χωρίς αυτή η φόρμα να δίνει την υποψία της κατασκευής. Ο
Γιώργος Αράγης εύστοχα λέει για τις Πόρτες Εξόδου (1962) και την συγκεντρωτική
Εξαγορά (1965): "οι στίχοι λιτοί, ακέραιοι, ο ένας καθισμένος πάνω στον
άλλον, θυμίζοντας σπόνδυλους κιόνων. Η φράση γυμνή μες στην οργανική της
επάρκεια, διοχετεύοντας το ειδικό βάρος των βιωμένων καταστάσεων, Κ' η λέξη
τελικά ολοκληρωμένη. Ένα αρμονικό σύνολο, δωρικής στιβαρότητας. Ο Τάσος Λειβαδίτης αναφερόμενος επίσης στην
Εξαγορά αναφέρεται σ' έναν "κόσμο τρομερά αποσπασματικών εικόνων που
θυμίζουν ατμόσφαιρα Αποκαλύψεως", σε "ιστορίες που αγγίζουν τα όρια
του παρανοϊκού" και σ' "έναν βιβλικό τόνο που συμπλέκεται με αγοραίες
εκφράσεις. Ο Χρήστος Μπράβος σημειώνει
για τη συλλογή Το Τίμημα (1981):"Καταθέτω απερίφραστα τη γνώμη μου: θεωρώ
το Τίμημα καρπό ωριμότητας του Γιάννη Δάλλα. Ωριμότητας πολύκλωνης. Επισημαίνω
ιδιαίτερα την εκφραστική της διάσταση και την ορίζω ως απολάκτιση μιας φιλολογικής
"πέμπτης φάλαγγας", που εισχωρούσε στην ποιητική πρόθεση και την
τορπίλιζε περνώντας τη "γραμμή" της. Ο Γιώργος Βέης υπογραμμίζει πως
ο λόγος του είναι "οραματικός, ενίοτε κρυπτικός και υπαινικτικός ενώ ο Γιώργος Μπλάνας, στην κριτική του για τον
Αποθέτη (1993), συγκρίνοντας το έργο με την Σπονδή στον Σέξτο Προπέρτιο του
Έζρα Πάουντ σημειώνει πως η ποίηση του ενώ "δείχνει μυθοποιητική, δεν
είναι", "δεν ανήκει στον τύπο του σαχτουρικού εξπρεσσιονισμού",
αλλά "είναι μια οντολογία που προσπαθεί να μετατρέψει το ον σε μια από τις
πιο σοβαρές έως τώρα αποτιμήσεις του ποιητικού έργου του Γιάννη Δάλλα.
Η
Τιτίκα Δημητρούλια σημειώνει με τη σειρά της πως: "δεν μπορεί να
αμφισβητήσει [κανείς] σε καμιά περίπτωση την αυθεντικότητα και τη δύναμη των
εικόνων του, στην ηρακλείτεια ροή τους, αυτήν εντέλει που τους επιτρέπει να
αναδημιουργούν τον κόσμο ενώ ο Κώστας Γ. Παπαγεωργίου αναφερόμενος στις
Γεννήτριες (2004) φωτίζει μια άλλη διάσταση της ποιητικής παρουσίας και πορείας
του ποιητή όταν λέει: "ασυμβίβαστος κι όμως συγκαταβατικός, προτείνει την
εγκατοίκηση στα μικρά, ανθρώπινα και παραμυθητικά υποκοριστικά, νοσταλγώντας τη
θαλπαρωρή των μικρών λέξεων και των λεπτών αποχρώσεων των καθημερινών
αισθημάτων.
Ο
Κώστας Βούλγαρης κρίνοντας το ιδιότυπο βιβλίο του Δάλλα Χρονοδείκτες (2004)
τονίζει πως πρόκειται για ένα λόγο "σταθερά προ-ποιητικό, σε ανοικτή
συνομιλία με τον Τάκη Σινόπουλο", αλλά και "επιγραμματικά
ποιητικό", όπου "το πρόσωπο του αφηγητή δείχνει τις ρυτίδες του και
τις ραφές του, τη σύνολη περιπέτειά του ως εμπειρία ζωής, προβάλλει ακέραιο,
αποσπώντας την εποχή από τη μυθολογία της, φέρνοντας την σε ανθρώπινα μέτρα.
Στην
ποιητική ανασκόπηση του 2015 στην "Εφημερίδα των Συντακτών"
σημειώνεται με αφορή την έκδοση των Υστερόγραφων (2015): "Ο ποιητής
Γιάννης Δάλλας με τα «Υστερόγραφά» του (Ηριδανός) μας δίνει μεταξύ άλλων ένα
ποίημα αναφοράς, το «Ως ευ παρέστητε». Στην ποίησή του δεν συναντιούνται οι
εξορίες του Τίτου Πατρίκιου ή του Τάσου Λειβαδίτη, ούτε η χαμηλή φωνή του
Μανώλη Αναγνωστάκη, αλλά ένας τόνος μεταξύ Μαγιακόφσκι (πιο χαμηλός) και
Σικελιανού (λιγότερο θεατρικός).
Εργογραφία
Ποίηση
•“Federico Garcia Lorca”. Αθήνα: Μαυρίδης, 1948.
•“Εφτά
πληγές”. Μαυρίδης, 1950.
•“Απόπειρα
Μυθολογίας”. Δαμιανάκης, 1952.
•“Κυκλοδίωκτα”.
Κακουλίδης, 1956
•“Πόρτες
εξόδου”. Γιάννενα: Ενδοχώρα, 1962.
•“Εξαγορά”.
Γιάννενα: Ενδοχώρα, 1965.
•“Ανατομία”.
Αθήνα: Κείμενα, 1971.
•“Το
τίμημα.” Αθήνα: Κείμενα, 1981.
•“Ο
ζωντανός χρόνος”. Αθήνα: Κείμενα, 1985.
•“Δόκιμος
σε συντεχνία”. Αθήνα: Στιγμή, 1986.
•“Ο
ποιητής και το ποίημα”. Φλώρινα: Βιβλιοθήκη Πιτόσκα-Βάρνα, 1988.
•“Ποιήματα
1948-1988″. Αθήνα: Νεφέλη, 1990.
•“Αποθέτης”.
Αθήνα: Συνέχεια, 1993.
•“Στοιχεία
ταυτότητας”. Αθήνα: Γαβριηλίδης, 1999.
•“Γεννήτριες”.
Αθήνα: Εκδόσεις Τυπωθήτω, 2004.
•"Περίακτος".
Αθήνα: Εκδόσεις Τυπωθήτω, 2011.
•“Ποιήματα
1988-2013″. Αθήνα: Νεφέλη, 2014.
•Υστερόγραφα.
Αθήνα: Ηριδανός, 2015.
Μελέτες
- Υπόλοιπο έργο •Υπερβατική συντεχνία. Αθήνα: Κοντός, 1958.
•Καβάφης
και ιστορία: αισθητικές λειτουργίες. Αθήνα: Ερμής, 1974.
•Αρχαίοι
λυρικοί Α': Ιαμβογράφοι. Κείμενα, 1976.
•Εισαγωγή
στην ποιητική του Μίλτου Σαχτούρη. Αθήνα: Κείμενα, 1979.
•Ο
Καβάφης και η δεύτερη σοφιστική. Αθήνα: Στιγμή, 1984.
•Στο
ρεύμα του ποταμού. Αθήνα: Ερμής, 1986. (επανέκδοση: Εκδόσεις Γαβριηλίδης,
2004).
•Ο
ελληνισμός και η θεολογία στον Καβάφη. Αθήνα: Στιγμή, 1986.
•Σπουδές
στον Καβάφη. Αθήνα: Ερμής, 1987.
•Η
δημιουργική δεκαετία στην ποίηση του Βάρναλη. Αθήνα: Κέδρος, 1988.
•Πλάγιος
λόγος: Δοκίμια κριτικής εφαρμογής. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη, 1989.
•Η
ποιητική του Ανδρέα Κάλβου. Αθήνα: Κέδρος, 1994.
•Ο
ποιητής Μίλτος Σαχτούρης. Αθήνα: Κέδρος, 1997.
ISBN 960-04-1171-9
•Ο
κλασικισμός του Ανδρέα Κάλβου: η αρχαία βάση και η υπέρβασή της. Αθήνα:
Σοκόλης, 1999.
•Ρώμος
Φιλύρας, ο ιδαλγός της ουτοπίας. Αθήνα: Σοκόλης, 1999.
•Εις τα
άγια νήπια. Ρωμανού του Μελωδού. Αθήνα: Απόστροφος, 1999
•Ευρυγώνια.
Αθήνα: Εκδόσεις Νεφέλη, 2000.
•Ζήσης
Οικονόμου, μια ποίηση εναντίον του ρεύματος. Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2001.
•Κωνσταντίνος
Θεοτόκης: κριτική σπουδή μιας πεζογραφικής πορείας. Αθήνα: Σοκόλης, 2001.
•Τα
δημώδη των αρχαίων - Αττικά συμποτικά. Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2001.
•Επιγράμματα
- Προς Τελχίνες. Καλλίμαχου. Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2001.
•Αρχαίοι
λυρικοί: Χορικολυρικοί. Αθήνα: Εκδόσεις Άγρα, 2003.
•Επιγράμματα
- Προς Τελχίνες. Καλλίμαχου. Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2001.
•Η
σημασία και η χρήση ενός συμβόλου: η «Μαϊμού» στα κείμενα του Βάρναλη. Αθήνα:
Γαβριηλίδης, 2003.
•Αρχαίοι
λυρικοί: Χορικολυρικοί. Αθήνα: Εκδόσεις Άγρα, 2003.
•Σκαπτή
ύλη από τα Σολωμικά μεταλλεία. Αθήνα: Εκδόσεις Άγρα, 2004.
•Αρχαίοι
λυρικοί: Μελικοί. Αθήνα: Εκδόσεις Άγρα, 2004.
•“Χρονοδείκτες”.
Αθήνα: Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2004
•Από
την ύπαρξη στην συνύπαρξη. Αθήνα: Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2008.
•Συνεκδοχές.
Αθήνα: Εκδόσεις Ίκαρος, 2010.
•Σύμμεικτα,
Αθήνα, Εκδόσεις Gutenberg, 2014.
Δείτε
τα video της εκδήλωσης
•VIDEO No1 Ο συντονιστής της παρουσίασης
δημοσιογράφος Ανδρέας Ρίζος https://youtu.be/ZBYdo-GTQ2I
•VIDEO No2 Διαβάζουν αποσπάσματα η ηθοποιός Ρηνιώ
Κυριαζή και ο σκηνοθέτης Στράτος Στασινός
https://youtu.be/nsjPjDgQxhs
•VIDEO No3 Ο φιλόλογος-συγγραφέας Δημήτρης
Βλαχοπάνος μιλάει για το βιβλίο (πρώτο μέρος της ομιλίας) https://youtu.be/V56ntPGHYFI
•VIDEO No4 Ο φιλόλογος-συγγραφέας Δημήτρης
Βλαχοπάνος μιλάει για το βιβλίο (δεύτερο μέρος της ομιλίας) https://youtu.be/NMYHKGEXYpI
•VIDEO No5 Διαβάζουν αποσπάσματα η ηθοποιός Ρηνιώ Κυριαζή και ο σκηνοθέτης
Στράτος Στασινός https://youtu.be/WC87tVPKyVo
•VIDEO No6 Ο συγγραφέας Βασίλης Γκουρογιάννης μιλάει
για το βιβλίο https://youtu.be/aPNnMS0Erls
•VIDEO No7 Διαβάζουν αποσπάσματα η ηθοποιός Ρηνιώ Κυριαζή και ο σκηνοθέτης
Στράτος Στασινός https://youtu.be/1q0qoFb4wZM
•VIDEO No8 Ο Καθηγητής Παναγιώτης Νούτσος, μιλάει
για το βιβλίο. (πρώτο μέρος της ομιλίας)
https://youtu.be/VDqmkJ5wK1o
•VIDEO No9 Ο Καθηγητής Παναγιώτης Νούτσος, μιλάει
για το βιβλίο. (δεύτερο μέρος της ομιλίας)
https://youtu.be/gjBm4Y-2xAU
•VIDEO No10 Ο Πρόεδρος της Πανηπειρωτικής Κώστας
Αλεξίου https://youtu.be/oMffigWZHZs
•VIDEO No11 Διαβάζουν αποσπάσματα η ηθοποιός Ρηνιώ Κυριαζή και ο σκηνοθέτης
Στράτος Στασινός https://youtu.be/TTK4pCNK2aI
•VIDEO No12 Ο συγγραφέας Γιάννης Δάλλας μιλάει για
την εποχή εκείνη και το βιβλίο του. (πρώτο μέρος της ομιλίας) https://youtu.be/g7LgTInEkWg
•VIDEO No13 Ο συγγραφέας Γιάννης Δάλλας μιλάει για
την εποχή εκείνη, το βιβλίο του και απαγγέλλει επιλεγμένα αποσπάσματα. (δεύτερο
μέρος της ομιλίας) https://youtu.be/g7LgTInEkWg