Η
παρουσία του Αλέξη Τσίπρα στην τελετή απόδοσης τιμής στη μνήμη των 317 θυμάτων
της γερμανικής ναζιστικής θηριωδίας στο Κομμένο δεν είναι μια απλή τυπική πράξη
η οποία απορρέει από την ιδιότητά του ως πρωθυπουργού της χώρας. Δεν είναι η
εκτέλεση ενός χρέους απέναντι στην ανάγκη της ελληνικής κοινωνίας να διατηρεί
αναμμένη τη φλόγα της ιστορικής μνήμης και να διδάσκεται από τους αγώνες και
τις θυσίες των Ελλήνων που έπεσαν δίνοντας τη ζωή τους για την ελευθερία και
την αξιοπρέπεια της πατρίδας τους.
Η παρουσία του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, την
Τρίτη 16 Αυγούστου 2016 στο Κομμένο θα είναι ένα προσκύνημα στα ιερά και
αιματοβαμμένα χώματα του πιο μαρτυρικού τόπου που βίωσε τη ναζιστική κτηνωδία
σε όλη την έκταση και όλο το βάθος της.
Συμπληρώνονται
φέτος 73 χρόνια από την τραγική και απερίγραπτη εκείνη Δευτέρα της σφαγής του
Κομμένου. Η συμμετοχή του πρωθυπουργού στο μνημόσυνο των 317 θυμάτων της
ναζιστικής θηριωδίας σηματοδοτεί το σοβαρό και αδιάλειπτο ενδιαφέρον της
σημερινής κυβέρνησης για τους μαρτυρικούς τόπους της χώρας μας. Εκπέμπει ταυτόχρονα
προς κάθε κατεύθυνση το μήνυμα πως ο ελληνικός λαός δεν πρόκειται ποτέ ούτε να
λησμονήσει ούτε να μετριάσει ούτε να παραγράψει τα εγκλήματα πολέμου και τις
αθλιότητες που διέπραξε ο γερμανικός στρατός εναντίον αμάχων και ανυπεράσπιστων
πολιτών. Η παρουσία του πρωθυπουργού στο Κομμένο σηματοδοτεί την επικαιρότητα
του συνθήματος για δικαιοσύνη και αποζημίωση και ενισχύει το γενικό αίτημα των
Ελλήνων για την απόδοση των οφειλόμενων της Γερμανίας προς την Ελλάδα.
Εξάλλου,
πριν από λίγες ημέρες (28/07/2016) κατατέθηκε στην Ολομέλεια της Βουλής η
έκθεση της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής «Για τη διεκδίκηση των
γερμανικών οφειλών», το πόρισμα της οποίας θα συζητηθεί στη Βουλή στις 5
Σεπτεμβρίου. Πρόκειται για μια ιστορική τεκμηρίωση για το ζήτημα των γερμανικών
οφειλών.
Πρώτη
φορά Έλληνας πρωθυπουργός επισκέπτεται ως προσκυνητής το Κομμένο. Το ολοκαύτωμα
του Κομμένου, παρότι συγκαταλέγεται στα πιο ειδεχθή και πιο αιματηρά εγκλήματα
της ίδιας της Βέρμαχτ, του τακτικού δηλαδή στρατού της Γερμανίας, παρέμενε για
πολλές δεκαετίες στην αφάνεια και στη σκιά των άλλων εγκλημάτων που
διαπράχτηκαν στη χώρα μας. Και είναι τεράστια η ευθύνη τόσο των προηγούμενων
κυβερνήσεων όσο και των τοπικών παραγόντων για την υποτίμηση αυτής της θυσίας
τα προηγούμενα χρόνια.
Με την
πράξη αυτή ιστορικής ευθύνης, ανασύρεται από τη λήθη με μεγαλύτερη δυναμική η
μαρτυρικότητα του Κομμένου.