Ο Άγιος
Κοσμάς επέρασε από το Βασιλικό τον Απρίλιο του 1777 για πρώτη και τον Οκτώβριο του 1778 για δεύτερη φορά. Κατά
την πρώτη φορά δεν εστάθηκε στο χωριό για να διδάξει, την δεύτερη όμως εδίδαξε σε
δύο σημεία τού χωριού και επαρέμεινε για έξι ημέρες.
Την
πρώτη διδαχή την έκανε στην πεδιάδα τού Αγίου Νικολάου και την δεύτερη στο
εξωκκλήσι τού Αγίου Γεωργίου.
Κατά
την προσφιλή τακτική του όπου επήγαινε προσευχότανε παρουσία των κατοίκων στα
σταυροδρόμια των χωριών.
Στο
Βασιλικό επροσευχήθηκε σε δύο σταυροδρόμια (Τσάβαλου αλώνι, Αγίου Νικολάου) και
στο τρίτο σταυροδρόμι της Αγίας Παρασκευής (θέση Καρυά) όταν αντίκρυσε τους
σιουμπάσηδες πού ζύγιζαν τη σοδιά των κατοίκων για να ύπολογήσουν τον φόρο πού
έπρεπε να ειπράξουν οί Τούρκοι.
Εκεί
μερικοί Βασιλικιώτες των ρώτησαν τί προβλέπει για την άπελευθέρωση του χωριού, τότε
ο Άγιος τους είπε:
"τά
βάσανα είναι άκόμα πολλά. Θυμηθείτε τά λόγια μου, προσεύχεσθε ,΄Ενεργείτε, καί
ύπομένετε στερεά".
Μετά
πήρε ένα παλούκι, τό έβαλε στήν σχισμή ΄Ενός δένδρου καί είπε:
"Αμα κλείσει
τό δένδρο καί κλειστεί μέσα τό παλούκι, τότε θά έρθει τό ποθούμενο".
Η
προφητεία επαληθεύτικε το 1912 απελευθερώθηκε
ό τόπος και το παλούκι κλείστηκε μέσα στη σχισμή τού δένδρου.
Το
δένδρο αυτό έχει διασωθεί και φυλάσσεται στο Μουσείο πού βρίσκεται στο κάτω μέρος τού χωριού και
μέσα στον προαύλιο χώρο του εξωκκλησίου τού Αγίου.