Απόψε
στις 7:00 στον Ιερό Ναό του Αγίου Κοσμά στην Κόνιτσα θα ψαλλεί Πανηγυρικός
Εσπερινός, ενώ αύριο θα τελεστεί Αρχιερατική Θεία Λειτουργία.
Σε
εγκύκλιό του ο Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης κ. Ανδρέας
γράφει:
Κοντὰ
στοὺς ἀναρίθμητους μάρτυρες τῶν παλαιοτέρων ἐποχῶν, προστέθηκαν καὶ
νέοι
στρατιῶτες τοῦ
Χριστοῦ, μάλιστα στὰ
δίσεκτα
χρόνια
τῆς τουρκοκρατίας. Ἕνας
ἀπὸ
αὐτοὺς
εἶναι ὁ
Νεομάρτυς
Ἅγιος Ἰωάννης
ὁ ἐκ
Κονίτσης,
τοῦ ὁποίου
ἡ μνήμη ἑορτάζεται στὶς 23 Σεπτεμβρίου, ποὺ
εἶναι ἡ
ἐπέτειος τοῦ
μαρτυρικοῦ του θανάτου (23 Σεπτεμβρίου 1814).
Τὸ
θαυμαστὸ στὴν
περίπτωση
τοῦ Ἁγίου
Ἰωάννου εἶναι,
ὅτι ἀπ’
ἀρχῆς
ὑπῆρξε
Τοῦρκος καὶ
μουσουλμάνος,
ἀφοῦ
ὁ πατέρας του ἦταν
γνωστὸς ὡς
σέχης
στὴν Κόνιτσα. Καὶ
ὁ μωαμεθανισμὸς
προέβλεπε
(ὅπως συμβαίνει μέχρι καὶ
σήμερα),
ὅτι ὅποιος
τυχὸν ἀλλαξοπιστοῦσε
καὶ γινόταν χριστιανός, θὰ
καταδικαζόταν
ἀμέσως σὲ
θάνατο.
Ἄν, μάλιστα, καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανῆ οἰκογένεια, τότε
ἡ κατάληξη ἦταν
προδιαγεγραμμένη
: θάνατος, διότι πρόσβαλε τὸν «προφήτη» Μωάμεθ καὶ
ἔγινε «γκιαούρης», δηλαδὴ
ἄπιστος.
Ἔτσι,
τὰ πράγματα ἦταν
δύσκολα
γιὰ τὸν
νεαρὸ Χασάν, ποὺ
ἔδειχνε νὰ
συμπαθῇ τοὺς
χριστιανοὺς καὶ
τὴν θρησκεία τους, γιατὶ
τὴν εὕρισκε
ἀληθινὴ
καὶ δημιουργοῦσε
δυνατὰ συναισθήματα στὴν
νεανική
του καρδιά, ἄγνωστα
στὸν χῶρο
τοῦ μωαμεθανισμοῦ.
Ἀλλ’ ὅταν
ἡ χάρη τοῦ
Θεοῦ ἐπισκιάσῃ
τὸν ἄνθρωπο,
συμβαίνει
αὐτό, ποὺ
διαβεβαίωσε
ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός : «Τὰ
ἀδύνατα παρὰ
ἀνθρώποις δυνατὰ
παρὰ τῷ
Θεῷ ἐστιν»
(Λουκᾶ
ιη΄
27).
Καὶ
νά, ὁ
Χασάν,
ἄγνωστο πῶς,
βρέθηκε
στὸ Ἀγρίνιο,
ποὺ τότε λεγόταν Βραχώρι. Στὴν
πόλη
αὐτή, μακριὰ
ἀπὸ
τὴν ἄγρυπνη
παρακολούθηση
τοῦ πατέρα του, πλησίασε τὴν
Ἐκκλησία καὶ
φαίνεται
ὅτι ἑλκύσθηκε ἀπὸ
τὸ παράδειγμα τῶν
ἐκεῖ
χριστιανῶν.
Γιατί,
ὅπως πάλι εἶπε
ὁ Κύριος, τὸ
καλὸ παράδειγμα διδάσκει καὶ
μιλάει
στὶς καρδιὲς
καὶ συντελεῖ
στὸ νὰ
δοξάζεται
τὸ ὄνομα
τοῦ Θεοῦ.
Ὁ
Χασάν,
λοιπόν,
ζήτησε
νὰ γίνῃ
χριστιανός.
Ὅμως, οἱ
Τοῦρκοι τοῦ
Ἀγρινίου γνώριζαν ὅτι
ἦταν γιὸς
τοῦ Σέχη τῆς
Κόνιτσας.
Καὶ ἡ
ἀλλαξοπιστία του θὰ
εἶχε σοβαρὲς
ἐπιπτώσεις, ὄχι
μόνο
γιὰ τὸν
ἴδιο, ἀλλὰ καὶ
γιὰ τοὺς
ἐκεῖ
χριστιανούς.
Γι’ αὐτό,
οἱ προεστοὶ
τῆς χριστιανικῆς
κοινότητας
τὸν συμβούλεψαν συνετὰ
νὰ πάῃ
στὴν Ἰθάκη,
ποὺ τότε ἦταν
κάτω
ἀπὸ
τὴν κυριαρχία τῶν
Ἑνετῶν,
ὅπου θὰ
μποροῦσε ἐλεύθερα νὰ βαπτισθῇ.
Κι’ αὐτὸ ἀκριβῶς, ἔγινε.
Ὁ Χασὰν
πῆγε στὴν
Ἰθάκη, βαπτίσθηκε καὶ
πῆρε τὸ
ὄνομα Ἰωάννης,
μὲ τὸ
ὁποῖο
θὰ μείνῃ,
ἀπὸ
τότε,
γνωστὸς στὴν
Ἱστορία τῆς
Ἐκκλησίας, ἰδιαίτερα τοῦ τόπου μας. Ὅταν
ἐπέστρεψε στὸ
Ἀγρίνιο, ἐδημιούργησε χριστιανικὴ
οἰκογένεια καὶ
ἔμενε στὸ
χωριὸ Μαχαλᾶς,
σήμερα
Φυτεῖες, ἐργαζόμενος σὰν ἀγροφύλακας. Ὅμως, ἡ
ἀλλαξοπιστία του ἔγινε
γνωστή,
συνελήφθη
καί,
φυσικά, τοῦ ζητήθηκε νὰ
ἐπιστρέψῃ
στὸν μωαμεθανισμό. Ἀλλὰ ἡ
πίστη
του ἦταν
ἀκλόνητη καὶ
ἡ ἄρνησή
του ἐπίσης.
Ἔτσι, καταδικάστηκε σὲ
θάνατο.
Στὶς 23 Σεπτεμβρίου 1814 ἀποκεφαλίσθηκε ·
«καὶ τῆς
αἰωνίου ζωῆς
τὸν στέφανον, παρὰ
Χριστοῦ δεξάμενος τῶν
πάλαι
Μαρτύρων
ὤφθη ἰσοστάσιος».