Συστάσεις για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου και
την ενίσχυση του ανταγωνισμού στους κλάδους των ποτών και των πετρελαιοειδών
περιλαμβάνει η δεύτερη «εργαλειοθήκη» (toolkit) του ΟΟΣΑ για τον ανταγωνισμό
που έχει ολοκληρωθεί και παραδόθηκε στην ηγεσία του υπουργείου Οικονομίας.
Συνολικά οι εμπειρογνώμονες του Οργανισμού εξέτασαν
482 νομοθετικές ρυθμίσεις που διέπουν τη λειτουργία των κλάδων αυτών καθώς και
της κλωστοϋφαντουργίας και του μηχανολογικού εξοπλισμού, τομείς στους οποίους
δεν βρέθηκαν εμπόδια στον ανταγωνισμό.
Οι συστάσεις που περιλαμβάνονται στην
εργαλειοθήκη προβλέπουν 82 αλλαγές στον κλάδο των ποτών και 6 στα
πετρελαιοειδή, οι οποίες έχουν τεθεί υπόψη της κυβέρνησης προκειμένου να λάβει
τις τελικές αποφάσεις.
Η μελέτη του κλάδου των ποτών ο ΟΟΣΑ επικεντρώνεται
στην παραγωγή και διακίνηση «χύμα» τσίπουρου και συναφών προϊόντων και
καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ετησίως 17-19 εκατ. λίτρα τσίπουρου διακινούνται
αφορολόγητα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται αθέμιτος ανταγωνισμός. Το μέγεθος
αυτό προκύπτει αν υπολογίσει κανείς την παραγωγή των 67 μεγάλων μονάδων του
κλάδου (3 εκατομμύρια λίτρα που φορολογούνται με 12,75 ευρώ ανά λίτρο καθαρής
αλκοόλης) και των 30.000 περίπου μικρών αποσταγματοποιών (που δηλώνουν ότι παράγουν
5-7 εκατ. λίτρα και έχουν πολύ μικρότερη φορολογία, 1,33 ευρώ ανά λίτρο
αλκοόλης) και συγκρίνει τα μεγέθη αυτά με την συνολική ποσότητα που διακινείται
στην αγορά η οποία σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ είναι 24 εκατ. λίτρα.
Η πρόταση του Οργανισμού είναι να καταργηθεί η
διακίνηση «χύμα» τσίπουρου, ούτως ώστε όποιες ποσότητες δεν είναι τυποποιημένες
να κατάσχονται και να περιοριστούν οι μικροί παραγωγοί αποκλειστικά στην κάλυψη
των δικών τους αναγκών.
Η πρόταση αυτή όπως αναγνωρίζει ο ίδιος ο
Οργανισμός είναι βλαπτική για τα συμφέροντα των μικρών αποσταγματοποιών αλλά
έχει το πλεονέκτημα ότι η εφαρμογή της μπορεί εύκολα να ελεγχθεί, Εναλλακτικά
προτείνεται να υποχρεωθούν οι μικροί παραγωγοί να εκδίδουν φορολογικά
παραστατικά, κάτι που όμως έχει το μειονέκτημα της δυσκολίας στους ελέγχους.