Η ομιλία του Αντιπροέδρου της Πανηπειρωτικής
Συνομοσπονδίας Ελλάδος Κώστα Κωνή
Είναι αλήθεια πως τα τελευταία χρόνια έχουμε σχεδόν
συνηθίσει να διαβάζουμε βιβλία, που από τις πρώτες κιόλας σελίδες τους είναι
προδιαγεγραμμένο -φανερό θα έλεγα- το τέλος τους.
Το κομπιούτερ να είναι καλά.
Εντοπισμός- Αντιγραφή- Επικόλληση
Αυτός είναι και ένας από τους βασικούς λόγους που
άνθρωποι οι οποίοι έχουν αναγάγει σε τρόπο ζωής το διάβασμα, ομολογούν πως δυσκολεύονται,
λόγω αυτής της νοηματικής ομοιομορφίας και εκφραστικής ισοπέδωσης να διαβάσουν
ολόκληρο ένα μυθιστόρημα. Κάπου στη μέση διακόπτουν. Δεν συνεχίζουν και,
τελικά, εγκαταλείπουν την ανάγνωση.
Παρουσιάζοντας το μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Νίκα
«Ένας αιώνας και μια νύχτα», μπορώ, χωρίς ενδοιασμό, να σας βεβαιώσω πως δεν
κινδυνεύετε να διακόψετε την ανάγνωση. Μέχρι και την τελευταία σελίδα θα τo
διαβάσετε, χωρίς διακοπή∙ απνευστί θα έλεγα.
Μπορώ επίσης να σας πω πως ο Αλέξανδρος Νίκας
πρόκειται για ένα γνήσιο Ηπειρώτη, με εξαιρετικό ταλέντο γραφής, ένας αληθινός
αγωνιστής της ζωής με ιδανικά, όπως αυτά καταυγάζοπνται στο υπό παρουσίαση
μυθιστόρημά του.
Ο Αλέξανδρος Νίκας, Αλέκος για πολλούς φίλους του,
γεννήθηκε στο Σεβαστό Θεσπρωτίας το 1956. Οι γονείς του ήταν αγροκτηνοτρόφοι
και δύσκολα -όπως όλοι οι Ηπειρώτες- τα έβγαζαν πέρα. Μόλις «άνοιξε» η Γερμανία
ξενιτεύτηκαν. Ο Αλέξανδρος «έμεινε πίσω» με τους παππούδες και τις γιαγιάδες.
Στο νηπιαγωγείο τρία ολόκληρα χρόνια μαζί με τα περισσότερα παιδιά ξενιτεμένων
οικογενειών, κατάφερε να μάθει να μιλάει ελληνικά, καλύτερα θα έλεγα από τα
αρβανίτικα που μιλούσαν όλοι στο χωριό.
Οι γονείς του επέστρεψαν το 1966 κι έτσι
επανενώθηκε η οικογένεια. Μάνα, πατέρας, η μεγάλη αδελφή, ο Αλέξανδρος και ο
μικρότερος αδελφός του. Το χωριό όμως δεν τους σήκωνε. Ακολούθησαν κι αυτοί τη
νομοτέλεια της εσωτερικής μετανάστευσης. Ό,τι είχαν μαζέψει στη Γερμανία, τα
επένδυσαν σ’ ένα θυρωρείο σε κάποια πολυκατοικία στον Πειραιά. Και εκεί, για
λίγο. Όσο για να τελειώσει ο Αλέξανδρος το Δημοτικό Σχολείο. Μα,
Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος να 'ν' ήμερος, να 'ναι
άκακος
λίγο φαΐ, λίγο κρασί Χριστούγεννα κι Ανάσταση κι
όπου φωλιάσει και σταθεί κανείς να μην του φτάνει εκεί.
Τον έφτασε όμως η χούντα. Χαρακτηρισμένος ο πατέρας
του ως αριστερός πήρε το μαντάτο. Καλύτερα να φύγει. Κι έφυγε. Πάλι στη
Γερμανία. Οι γονείς και πάλι στη Γερμανία και ο Αλέξανδρος στο χωριό. Με κόπο
και πάμπολλες θυσίες μαθητής του Γυμνασίου Παραμυθιάς. Η αδελφή του ξενιτεύτηκε
κι αυτή. Στη Γερμανία. Αυτός με τον μικρότερο αδελφό τον Γιώργο από την
Παραμυθιά σε οικοτροφείο στη Θεσσαλονίκη. Τρία ολόκληρα χρόνια, ώσπου νοίκιασαν
ένα υπόγειο στα Γιάννενα, και εκεί τέλειωσαν και οι δύο το Γυμνάσιο.
Ο Αλέξανδρος, φοιτητής πλέον στο Μαθηματικό Αθηνών
επιβεβαιώνοντας τη λαϊκή θυμοσοφία; « Όταν η θέληση είναι σταθερή, το πόδι
είναι ελαφρύ». Φοιτητής πια γνώρισε την Αποστολία Βουλτσίδη από τον Αλμυρό
Μαγνησίας, η οποία σπούδαζε στη Μαράσλειο Ακαδημία και μετά ενάμιση χρόνο ένωσε
τη ζωή του μαζί της. Καρπός ο Σωτήρης, που σήμερα είναι οικονομικός συντάκτης
στην Καθημερινή και σε λίγες μέρες η νύφη του η Ρούλα πρόκειται να τον κάνει
παππού.
Από μαθητής ο Αλέξανδρος εργαζόταν σε ταβέρνες,
βοηθός σερβιτόρου, για να συμπληρώσει τα όσα του έστελναν οι γονείς του από τη
Γερμανία. Φοιτητής όντας κατάλαβε πως οι πωλήσεις ήταν το επάγγελμα που τον
γέμιζε περισσότερο και τον ευχαριστούσε. Έτσι ακόμη και όταν πήρε το πτυχίο
συνέχισε να ασκεί το επάγγελμα του πωλητή. Τον Ιούνιο του 1988 ξεκίνησε να
δουλεύει ως πωλητής στην ΕΥΡΗΚΑ ΕΛΛΑΣ και σύντομα εκτιμήθηκε η εργατικότητα και
το πάθος του για δουλειά, με αποτέλεσμα η διοίκηση της εταιρείας να του
εμπιστευθεί θέσεις ευθύνης στον τομέα των πωλήσεων, τις οποίες και υπηρετεί για
είκοσι έξι ολόκληρα χρόνια.
Τα παραπάνω πολλοί μπορεί και να τα γνωρίζουν.
Εκείνο όμως που ίσως δεν γνωρίζετε είναι και το πάθος του για το ποδόσφαιρο.
Μάλιστα, όταν ήταν μαθητής, για μια χρονιά στα Γιάννινα έπαιξε και στην ομάδα
νέων του θρυλικού ΠΑΣ ΓΙΑΝΝΙΝΑ. Την πρώτη ακριβώς χρονιά που η ομάδα έπαιξε
στην Α΄ Εθνική. Κατά τη δεκαετία του 80 ασχολήθηκε και με τη διαιτησία. Την
εγκατέλειψε όμως, για χάρη της δουλειάς του, αρχές της δεκαετίας του 90, ενώ
είχε φτάσει μέχρι και τη Β΄ εθνική, αφού η εργασία του δεν ήταν γι’ αυτόν μόνο
επάγγελμα, αλλά και ευχαρίστησή του.
Να πούμε ακόμη ότι ο Αλέκος είναι από τα ιδρυτικά
μέλη της Ένωσης Απόδημων Σεβαστού στην Αθήνα, όπου τα τελευταία χρόνια υπηρετεί
το σύλλογο από τη θέση του Προέδρου. Έτσι τον γνώρισα και εγώ, αφού
ο σύλλογος είναι μέλος της Πανηπειρωτικής
Συνομοσπονδίας Ελλάδας, την οποία και εγώ υπηρετώ τα τελευταία χρόνια από τη
θέση του Αντιπροέδρου. Ένα από τα
μεγαλύτερα έργα της Ένωσης Απόδημων Σεβαστού, είναι η ΑΛΩΝΙΑΔΑ. Η ΑΛΩΝΙΑΔΑ για
όσους δεν γνωρίζετε, είναι ένα τριήμερο πολιτιστικών εκδηλώσεων που γίνεται
κάθε δύο χρόνια στο χωριό του τον μήνα Αύγουστο και ήδη οι συντελεστές της την
έχουν αναδείξει σε θεσμό πολιτισμού. Όπως έγραψε δε ο Τύπος της περιοχής το
2013, είναι μακράν οι καλύτερες εκδηλώσεις του καλοκαιριού σε όλη την περιοχή.
Σε δυόμισι μήνες θα γίνει η ΑΛΩΝΙΑΔΑ, που είναι αφιερωμένη στον Αθλητισμό και
την Υγεία. Ο Αλέκος είναι από τους βασικούς συντελεστές της Αλωνιάδας.
Φίλες και φίλοι. Να μού συγχωρήσετε αυτή την
παρέκβαση, η οποία δεν είναι και άσχετη από την παρουσίαση του μυθιστορήματος
μια και η προσωπικότητα του συγγραφέα, το ήθος και η συγκρότηση, οι αρχές και
οι αξίες με τις οποίες βιοπορεύεται αποτυπώνονται στα πνευματικά δημιουργήματα.
Έτσι και εδώ.
Πριν όμως πάω στα ενδότερα του βιβλίου, ξεκινώ από
τα εξώφυλλα, θεωρώντας σημαντική την πρώτη γεύση
μας προϊδεάζουν,
μας προκαλούν και
μας παροτρύνουν για τη μελέτη του.
Στην πρώτη σελίδα του εμπροσθόφυλλου θα δείτε μια
γυναίκα να αγναντεύει το άπειρο. Να αγναντεύει την πόλη, τα ανθρώπινα
δημιουργήματα, τη γέφυρα, γενικότερα τη ζωή. Τη ζωή που μόνοι μας τη
δημιουργούμε, αλλά ενίοτε και δεν την απολαμβάνουμε. Νομοτελειακοί νόμοι,
καταστάσεις, ιστορικά γεγονότα, εμφύλιος σπαραγμός, ανατρέπουν σχέδια,
μηδενίζουν αγώνες και εμποδίζουν τον έρωτα και τη δημιουργία. Όλα ρυθμίζονται
όμως και τακτοποιούνται με τον αγώνα. Με τον μόνιμο και συνεχή αγώνα. Και
βέβαια
Δεν έχει ο δρόμος τελειωμό,
όλο τραβά εμπρός, όλο εμπρός,
πάντα εμπρός και πάντα δρόμος.
Αυτός είναι και ο υπονοούμενος θεματικός πυρήνας
του μυθιστορήματος.
Στην τελευταία σελίδα του οπισθόφυλλου υπάρχει μια
σύντομη περιγραφή της υπόθεσης. Εκεί προτάσσεται η σκέψη: «Να μη φοβάσαι παιδί
μου. Ο φόβος σκοτώνει και μία νύχτα φόβου μπορεί να διαγράψει τη ζωή ενός
ολόκληρου αιώνα!»
Φιλοσοφημένη σκέψη, σοφό δίδαγμα του δασκάλου, που,
εν πάση περιπτώσει, έχει αποδειχτεί η αλήθειά της ιστορικά και όσοι έζησαν
στην περιοχή, όπου εκτυλίσσονται τα γεγονότα, αλλά
και σε ολόκληρη την Ήπειρο, την ένιωσαν για τα καλά στο πετσί τους, τη βίωσαν
μπορώ να πω αληθινά. Ακολουθεί μια κατατοπιστική συμπερίληψη της υπόθεσης.
Με σεβασμό και ζητώντας συγγνώμη από τον συγγραφέα
θα έλεγα πως η συμπερίληψη του μυθιστορήματος συμπυκνύται στις λέξεις:
Έρχονται στιγμές που για να καταλάβεις, τι άνθρωπος
είσαι, με ποιους ζεις και πόσους καλημερίζεις, πόση πατρίδα σου ανήκει, και
πόσο ελεύθερα αναπνέεις αρκεί να προσέξεις και να καταγράψεις στη μνήμη σου το
νούμερο από τα λιωμένα σου παπούτσια, όπου αποτυπώνεται η ανηφόρα της ζωής…
Διαχρονικός ο κανόνας και απόλυτα βιωματικός για
τους Ηπειρώτες, που έγραψαν -κυριολεκτικά και μεταφορικά- με το αλέτρι στα
περήφανα και αδούλωτα ηπειρώτικα χωράφια:
βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις,
όμως για λίγη περηφάνια το αξίζει
Συνεχίζοντας, λοιπόν, την παρουσίαση είναι ανάγκη
να τονίσω πως μυθιστόρημα είναι μια εκτενής μυθοπλαστική αφήγηση και πως ο
επινοημένος, πλασματικός χαρακτήρας της αφήγησης αποτελεί βασικό στοιχείο του
μυθιστορήματος.
Γι’ αυτό αρχίζω από το αφηγηματικό υλικό.
1.Αρχικά ο μύθος.
Η μυθοπλαστική αφήγηση δεν είναι και δεν μπορεί να
είναι σε κάθε μυθιστόρημα πραγματική αφήγηση. Είναι όμως, αληθοφανής και
βρίσκεται σε αντιστοιχία με την πραγματικότητα, χάρη στις τεχνικές που
χρησιμοποιεί ο συγγραφέας. Άλλωστε ο συγγραφέας έξυπνα, έντεχνα και λογοτεχνικά
το αναφέρει: «Επηρεασμένος απ’ όσα έχω διαβάσει, έχω ζήσει και κυρίως έχω ακούσει
από τους συντοπίτες μου που έζησαν μαζί τους στον ίδιο χώρο, προσπαθώ να
αναπλάσω μυθιστορηματικά τις σχέσεις χριστιανών και μουσουλμάνων μέσα από
ιστορίες μίσους, αγάπης και έρωτα.»
Έχουμε, λοιπόν, και λέμε:
«H ιστορία του πρώτου παιδιού που γεννήθηκε στην
Ελεύθερη Παραμυθιά στις 23 Φεβρουαρίου 1913 και η ζωή του μέχρι τα
εκατοντάχρονα Ελευθέρια της πόλης το Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013
24 Φεβρουαρίου 2013: Ο Μάνος, υπαστυνόμος στο νομό
Θεσπρωτίας, συλλαμβάνει τον εκατοντάχρονο παππού του, Μανόλη. Έναν αιώνα και
μία νύχτα πριν, στις 23 Φεβρουαρίου 1913, την ημέρα απελευθέρωσης της
Παραμυθιάς από τους Τούρκους, το πρώτο παιδί που γεννήθηκε στην περιοχή ήταν ο
Μανόλης. Γεννήθηκε στο Ζελεσό Παραμυθιάς,
μέσα στην σπηλιά του Άη-Θανάση και η γέννηση του
γιορτάστηκε από όλους τους Έλληνες, αφού συνδέθηκε με το ιστορικό γεγονός και
τον βάφτισε ο ίδιος ο μητροπολίτης.
Το 1917 οι γονείς του πεθαίνουν και ο Μανώλης
μεγαλώνει πλάι στους θετούς του γονείς στο Σεβαστό. Όταν τελείωσε το Δημοτικό
πήγε στο πρώτο Γυμνάσιο που λειτούργησε στην απελευθερωμένη περιοχή, στην
Παραμυθιά. Με τον Μανώλη ήταν ερωτευμένη μια χωριανή του, η Αγγελική, ενώ
εκείνος ερωτεύτηκε την Εμινέ, μιας και οι περισσότεροι από τους μουσουλμάνους
συνέχισαν να ζούνε στην περιοχή μέχρι το 1944. Μόλις όμως ο πατέρας της το
κατάλαβε, βιάστηκε να την παντρέψει με τον γιο του Βελή Αγά στο Καρβουνάρι. Η
μοίρα λοιπόν γι' αυτούς τους δύο έχει χαράξει διαφορετικό δρόμο. Ή μήπως όχι;
Παρακολουθούμε τη ζωή του Μανώλη μέχρι τα
εκατοντάχρονα που έγιναν για την απελευθέρωση της Παραμυθιάς το Σάββατο 23
Φεβρουαρίου 2013, μέσα από ιστορίες μίσους, αγάπης και έρωτα ανάμεσα σε δυο
θρησκείες, δυο γυναίκες και μια πατρίδα.»
2. Η δομή του μυθιστορήματος.
Η υπόθεση είναι καλά αρχιτεκτονημένη και δομημένη
σε 21 επιμέρους ενότητες, που διακρίνονται από τη συνοχή και τη συνάφεια μεταξύ
τους, καθώς και τη νοηματική επάρκεια. Όλες οι ενότητες συνιστούν ένα
καλοχτισμένο σύνολο που με ικανοποιητική αρχιτεκτονική o συγγραφέας δένει τα
επιμέρους στοιχεία. Έτσι το ενδιαφέρον του αναγνώστη διατηρείται αδιάπτωτο,
άλλοτε με τις αλλεπάλληλες περιπέτειες και τις απρόβλεπτες εξελίξεις, άλλοτε με
τις συγκρούσεις των προσώπων και την ψυχογράφησή τους, ενώ συχνά θίγει μεγάλα
και σοβαρά ηθικά και κοινωνικά θέματα. Έρωτας, αγάπη, θρησκεία, Ήθη και έθιμα,
ιστορικές καταστάσεις, συνύπαρξη και συμβίωση ετερόδοξων, εμφύλιος σπαραγμός,
μετανάστευση, όλα συμφερόμενα με το υποκειμενικό στοιχείο του ανθρωπισμού και
της συγγραφικής ικανότητας του Αλέξανδρου Νίκα παράγουν ένα εξαίρετο
δημιούργημα και κατάλληλα δομημένο μυθιστορηματικά.
2. Το ύφος είναι απλό, άμεσο και συγκροτημένο.
Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η ουδετερότητα της
περιγραφής.
«Οι συγχωριανοί πότε κοιτούσαν τον παπά και πότε
τον δάσκαλο. Ένας από τους απαχθέντας ήταν ο μικρός γιος του παπά, ενώ ανάμεσά
τους δεν υπήρχε κανένας συγγενής του δασκάλου. Ο παπάς δεχόταν να
διακινδυνεύσουν τη ζωή του γιου του, ενώ ο δάσκαλος δεν ήθελε να κινδυνέψει
καμιά ζωή. Ο δεύτερος απαχθείς ήταν ο Νάσιος, ο παιδικός φίλος του Μανόλη και
γιος του προέδρου, που δεν είπε τίποτε αφού βρισκόταν στη δύσκολη θέση του
πατέρα που έχουν απαγάγει το μοναχοπαίδι του. Ο τρίτος ήταν ο Κώστας, που
κάποτε ο Νάσιος τον είχε πυροβολήσει επειδή του έκλεβε το νερό από το χωράφι
του. Τώρα και οι δυο ήταν έρμαια στις διαθέσεις των Τσάμηδων, που και αυτές
εξαρτιόνταν από το πώς θα αντιδρούσαν οι συγχωριανοί τους. Ο Μανόλης στράφηκε
προς τον Ψαρή και με πόνο καρδιάς τον αγκάλιασε, τον φίλησε και του ψιθύρισε
στο αυτί: «Για να φέρουμε πίσω τον Νάσιο και τ’ άλλα παιδιά. Θα σε ξαναπάρω
όμως, να είσαι σίγουρος γι’ αυτό !».
3. Η πλοκή.
Η εξέλιξη της δράσης και η κλιμάκωση των γεγονότων,
τα στοιχεία της περιπέτειας και η λύση του έργου… συγκροτούν ικανοποιητικά την
πλοκή του μυθιστορήματος. Ο αφηγητής δεν συμμετέχει καθόλου στην ιστορία που
διηγείται. Επομένως πρόκειται για ετεροδιηγητικό αφηγητή με τριτοπρόσωπη
αφήγηση. Ο αφηγητής είναι παντογνώστης, αφού βρίσκεται παντού και πάντα, ακόμα
και στις απόκρυφες σκέψεις των προσώπων της αφήγησης.
4. Η αφήγηση είναι συνεχής, χωρίς νοηματικά-
ουσιαστικά χάσματα και χαρακτηριστικά κενά.
5. Η γλώσσα είναι απλή. Οι περιγραφές γλαφυρές. Δεν
επιζητεί να εντυπωσιάσει με κραυγαλέους τόνους, παρά μόνο σε περιοριστικά
αριθμούμενες περιπτώσεις που έχουμε συναισθηματική έξαρση των πρωταγωνιστών.
Αισθάνεται ο αναγνώστης ότι ο συγγραφέας θέλει να
επικοινωνήσει κατευθείαν μαζί του.
Ενίοτε η λογοτεχνική ικανότητα του συγγραφέα του
επιτρέπει να συνθέτει κείμενα (χωρία) όπου συνυπάρχουν η περιγραφή, ο διάλογος,
τα σχόλια και ταυτόχρονα εναλλάσσεται ο ευθύς και ο πλάγιος λόγος προσδίδοντας
στο μυθιστόρημα αμεσότητα, ζωντάνια και αληθοφάνεια.
Το γενικό συμπέρασμα:
Το έργο διαθέτει μια αφηγηματική τεχνική συνειδητά
χαλαρή, όπως πρέπει να διαθέτει κάθε μυθιστόρημα, ώστε να δίνεται στον
συγγραφέα η δυνατότητα παρουσίασης ενός μεγάλου αριθμού προσώπων και εικόνων.
Έχουμε τρία (3) διακεκριμένα φαινόμενα που
συναντώνται εξαιρετικά στο έργο:
Την ίδια την πραγματικότητα
Την πραγματικότητα του συγγραφέα
Και την πραγματικότητα του αναγνώστη.
Ο συγγραφέας αναπαράγει την πραγματικότητα και
συγχρόνως παράγει πραγματικότητα που διακρίνεται από την πειστικότητα
συνολικά του έργου, με το μάτι φυσικά του
αναγνώστη.
Πίσω από το ρεαλιστικό υπόστρωμα προβάλλει η
ψυχογραφική διάθεση του συγγραφέα.
Εν κατακλείδι
Η διαύγεια, η καθαρότητα και η ευκρίνεια των
νοημάτων
Η χάρις και η σαφήνεια του ύφους
Η διαφάνεια των εικόνων
Η αφθονία των λεπτομερειών
Κυρίως,
Το ευχερές και αυθόρμητο των περιγραφών και των
αφηγήσεων.
Όλα αυτά κάνουν το μυθιστόρημα να
Διαβάζεται από την αρχή μέχρι το τέλος με πολύ
ενδιαφέρον.
Φίλε Αλέξανδρε.
Ολόκληρο το έργο, το μυθιστόρημα «Ένας αιώνας και
μια νύχτα» είναι ένα συνεχές σχόλιο για τη ζωή, τη μνήμη, τα αισθήματα, τη
συνείδηση, τη συνήθεια, το θάνατο, αλλά και την αβεβαιότητα της γνώσης και την
αμφιβολία για τις ανθρωπιστικές, λεγόμενες, αρχές.
Είναι η τρυφερότητα της αγάπης των απλών,
καθημερινών ανθρώπων, που απαλύνει τον πόνο και κάνει τις δυσκολίες να
φαντάζουν ασήμαντες.
Είναι όμως και μια κραυγή αγωνίας, αγανάκτησης,
αλλά και θύμησης ενάντια στην αδικία και τον κατατρεγμό.
Γι’ αυτό το έργο σου και για τόσα άλλα που
αποτυπώνουν και τον χαρακτήρα σου είμαι περήφανος, που είμαι φίλος σου.
Θερμά συγχαρητήρια.
Καλοτάξιδο.
Κώστας
Κωνής