Του Χρίστου Α. Τούμπουρου
Η παράδοση είναι η παρουσία του λαού μέσα στο χρόνο και ακολουθεί τα δημιουργικά βήματά της ιστορίας του. Είναι μακραίωνη και ανθεκτική, αφού πολλά στοιχεία της αντέχουν στο χρόνο και παραμένουν αναλλοίωτα μέσα στις φάσεις της ελληνικής ιστορίας, γιατί δεν είναι κάτι το στατικό, αλλά χαρακτηρίζεται από το δυναμισμό της, μια και συνεχώς προσλαμβάνει, αποβάλλει και μεταπλάθει νέα πολιτισμικά δεδομένα, προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις κάθε εποχής.
Επομένως, μια και η ελληνική παράδοση διακρίνεται για τη δημιουργικότητα και τη μακροβιότητά της, πρέπει και αξίζει να διαφυλάξουμε τα στοιχεία της. Προκειμένου, όμως, να πετύχουμε κάτι τέτοιο οφείλουμε να διακρίνουμε τα παραδοσιακά στοιχεία σε εκείνα που πρέπει απλά και μόνο να τα διατηρήσουμε και σε αυτά που είναι ανάγκη να στηριζόμαστε και να τα υπολογίζουμε κάθε φορά που θέλουμε να κάνουμε ένα βήμα προς το μέλλον.
(Ηπειρώτες Ηλιούπολης. Λεβεντιά, χορός και μπεσαλίκι!) |
Συμπερασματικά οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα, τους ανήκει το παρελθόν τους. Η παράδοση είναι ένας από τους πολλού τρόπους για την ανάκληση του παρελθόντος και τη δημιουργία μιας νέας πολιτιστικής ταυτότητας.
Παράδοση όμως σημαίνει και ιδιαιτερότητα. Είναι η ατομική ψυχή, η υφασμένη στην πλάση, το προσωπικό βάσανο, αλλά και βάλσαμο, το μεράκι, ο σεβασμός «σ' όσους πέρασαν», η σύνθεση των βιωμάτων, από μικρά παιδιά, και η πορεία στην αναζήτηση της ομορφιάς. Συνδέονται όλα με τον τόπο, όπου γεννήθηκε κάποιος, εκεί όπου κυλάει πάντα το αίμα του.
Και ο τόπος αυτός για μας είναι η ΗΠΕΙΡΟΣ!
ΚΑΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΕΡΗΦΑΝΟΙ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΠΛΟΥΣΙΟΙ από το σεβασμό των μεταμορφώσεών του -το παλιό που γίνεται νέο- από τη λειτουργία των σκιών, των χρωμάτων, των ήχων στις ρεματιές, από το λειτουργικό, τέλος πάντων, ηπειρώτικο εποικοδόμημα.
Η Ήπειρος δεν έχει σχέση μόνο με γεωγραφικούς όρους και τοποθεσίες. Τζουμέρκα, Μουργκάνα, Ζαγόρια, Γιάννινα, χωριό του Κωνή, Σύβοτα και... πάει λέγοντας. Η Ήπειρος είναι η ψυχή, ο καημός, τα βάσανα, η φτώχια, ο αγώνας, η προκοπή, οι σχέσεις, οι χαρές και οι λύπες όλων μας.. όλων των Ηπειρωτών. Όπου γης! Κάθε τόπο, κάθε γωνιά και κάθε ηπειρώτικο απόσκιο θυμόμαστε με αγάπη, εκεί όπου όχι απλά ονειρευτήκαμε, αλλά και πλάσαμε φυλλωσιές ονείρων. Η Ήπειρος δεν περικλείεται σε σύνορα, αλλά φτάνει εκεί, όπου «περπατάει το αίμα μας».
(Ο πρωτοχορευτής Θωμάς Ντάσιος. Η προσωποποίηση της παράδοσης. Μοναδική η προσφορά του στον Ηπειρώτικο ΄χωρο) |
Κι αν θέλετε, εμείς δεν ντρεπόμαστε να το πούμε.
Ήμασταν η γενιά του περίμενε.
Αναμονή και «μούγκα στη στρούγκα».
Tα Χριστούγεννα να πάρουμε παπ'τσάκια και καμιά κάλτσα, τι μας είχαν φάει τα τσιουρέπια. Τσίμπαγαν τα άτιμα, λες και είχαν αγκίδες ελατίσιες.
Τα Χριστούγεννα, μπας και πάρουμε κανένα βρακί, τι είχαμε βγάλει εκζέματα από εκείνες τις μπακούλες της Untra! Είχαν επάνω τη στάμπα Untra αντί Victoria's Secret.
Την Πρωτοχρονιά να κονομήσουμε κανένα χαρτζιλίκι, όσο δυο χωνιά στραγάλια.
Τα Φώτα για τα Φωτίκια από το νονό.
Αναμονή, χωρίς φως στο τούνελ.
Τις απόκριες να φάμε και κανένα κοκορέτσ'. Το Πάσχα κανένα κοψίδ'. Κι όταν το τρώγαμε - μας είχε σκίσει η νηστεία της Σαρακοστής- «παθαίναμαν» τέτοιο τσιρλοκοπιό, που με το συμπάθιο μας ερχόταν να «χ.με» όλο το χωριό». Δεν ξέραμε τότε τι θα πει γαστρεντερίτιδα.
Περιμέναμε, περιμέναμε.
Πότε. πότε., πότε, τέλος πάντων, θα τελειώσουμε, το Σχολείο, να φύγουμε.
Το τελειώσαμε και φύγαμε!!!
Και που φύγαμε; Α, ναι, ξέχασα. Αστικοποιηθήκαμε!
Γευόμαστε πλέον την εξέλιξη, την τεχνολογία και την «ποιότητα ζωής», που καθορίζουν το νέφος, η ανασφάλεια και ο άνισος και βάρβαρος -εν πολλοίς- αγώνας για τον επιούσιο.
Γευόμαστε την «αφθονία» και τις σύγχρονες όψεις της απανθρωποίησης, αφού φτιάξαμε ένα κόσμο πάμπολλων αντικειμένων.
Έναν κόσμο που δεν ελέγχουμε τη ζωή μας και δεν τη διαμορφώνουμε, ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες και τις επιθυμίες μας. Αυτές οι πλαστές ανάγκες κατευθύνουν τη ζωή μας και μας μεταβάλλουν σε καταναλωτικές μηχανές.
Και τώρα κοιτάζουμε πίσω και αναπολούμε!
Δεν είχαμε εμείς ιδιόκτητα αυτοκίνητα. Ταξιδεύαμε μέσα σε εκείνα τα σαραβαλάκια. Ώρες ατελείωτες. Γίδες, κατσίκες, πρατίνες και επιβάτες. Όλα μαζί. Ξεχνούσαμε και τα ονόματά μας: Κοπελή, Νυφούλα, Κανούτα.. Γι' αυτό και όταν φτάναμε στον προορισμός μας είχαμε όλοι μια όψη. Προβατοειδή!!!
Δεν είχαμε έτοιμα παιχνίδια. Ό,τι παιχνίδι είχαμε το φτιάχναμε μόνοι μας. Και μια χαρά παίζαμε.
Δεν είχαμε πέντε επί πέντε γηπεδάκια. Παίζαμε μπάλα όπου είχε ίσιωμα. Παίζαμε όμως.
Δεν είχαμε.., δεν είχαμε..
Και μεγαλώσαμε. Κι αρχίσαμε τη σύγκριση.. Τότες και τώρα.
Συγκρίσεις, αναμνήσεις, βιώματα.
Αυτό ζήσαμε στο Θέατρο της Πέτρας!
Κι αυτό διατρανώσαμε:
«Η πιο καλή πατρίδα, είναι η καρδιά.»
Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ που μόνιμα χτυπάει στην Ήπειρο!!!
Ευχαριστούμε την Πανηπειρωτική, για όσα μας πρόσφερε!