Κατά 2,7% αυξήθηκαν το 2012 οι παγκόσμιες τιμές τροφίμων, φτάνοντας σε επίπεδα που δεν έχουμε δει από τη δεκαετία του 1960 και του 1970.
Εξακολουθούν ωστόσο, σύμφωνα με την «Εφημερίδα των Συντακτών», να βρίσκονται αρκετά κάτω από τη ραγδαία αύξηση των τιμών του 1974.
Μεταξύ του 2000 και του 2012, η αύξηση της παγκόσμιας τιμής των τροφίμων ανήλθε στο 104,5%, με μέσο ετήσιο ρυθμό 6,5%, σύμφωνα με τον Δείκτη Τιμών Τροφίμων της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Οι αυξήσεις των τιμών αντέστρεψαν μια προηγούμενη τάση, όταν οι τιμές των βασικών προϊόντων τροφίμων μειώθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 0,6% κατά την περίοδο 1960 - 1999 πλησιάζοντας σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Η συνεχής πτώση των τιμών μπορεί να αποδοθεί στην επιτυχημένη προσπάθεια των αγροτών να διατηρήσουν τις αποδόσεις των καλλιεργειών τροφίμων παγκοσμίως πριν από την αύξηση της ζήτησης.
Παρά το γεγονός ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξήθηκε κατά 3,8 δισεκατομμύρια ή 122,9% μεταξύ του 1961 και του 2010, υπήρξε κατά κεφαλήν αύξηση της παραγωγής τροφίμων κατά 49% στην ίδια περίοδο.
Οι πρόοδοι στην αναπαραγωγή των καλλιεργειών και την επέκταση της γεωργικής γης οδήγησαν σε αυτή την αύξηση της παραγωγής, καθώς οι αγρότες καλλιεργούσαν επιπλέον 434 εκατομμύρια εκτάρια μεταξύ του 1961 και του 2010.
Η αστάθεια των τιμών των τροφίμων έχει αυξηθεί δραματικά από το 2006. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών, η τυπική απόκλιση ή η μέτρηση της μεταβολής από τον μέσο όρο για τις τιμές των τροφίμων από το 1990 έως το 1999 ήταν 7,7 μονάδες του Δείκτη Τιμών, αλλά αυξήθηκε σε 22,4 μονάδες κατά την περίοδο 2000 - 2012.
Παρά το γεγονός ότι η αστάθεια των τιμών των τροφίμων έχει αυξηθεί κατά την τελευταία δεκαετία, δεν πρόκειται για νέο φαινόμενο. Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, η τυπική απόκλιση των τιμών των τροφίμων το 1960 - 1999 ήταν 11,9 μονάδες του δείκτη υψηλότερα από ό,τι στην περίοδο 2000 - 2012.
Κάποια αστάθεια των τιμών θεωρείται δικαιολογημένη στην παραγωγή αγροτικών αγαθών, αφού επηρεάζονται έντονα από τις καιρικές συνθήκες.
Όμως η πρόσφατη ανοδική τάση στις τιμές των τροφίμων και η αστάθεια μπορεί να αποδοθούν άλλους παράγοντες όπως η κλιματική αλλαγή, οι πολιτικές για την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων, η αύξηση των τιμών της ενέργειας και των λιπασμάτων, οι κακές σοδειές, οι εθνικοί περιορισμοί στις εξαγωγές, η αύξηση της συνολικής ζήτησης τροφίμων και τα χαμηλά αποθέματα τροφίμων.
Ως πιο σημαντική αιτία για την άνοδο των τιμών ίσως ήταν η αύξηση της παραγωγής βιοκαυσίμων κατά την τελευταία δεκαετία. Μεταξύ 2000 και 2011, η παγκόσμια αύξηση της παραγωγής βιοκαυσίμων ήταν πάνω από 500%, εν μέρει λόγω των υψηλότερων τιμών του πετρελαίου και της υιοθέτησης πολιτικών για τα βιοκαύσιμα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σύμφωνα με μελέτη του 2012 από το Κέντρο Ερευνών για την Ανάπτυξη του Πανεπιστημίου της Βόνης, εάν η παραγωγή βιοκαυσίμων συνεχίσει να επεκτείνεται σύμφωνα με τους τρέχοντες ρυθμούς, η τιμή των βασικών καλλιεργειών θα αυξηθεί περισσότερο από 11% έως το 2020.
Οι μεγάλης κλίμακας εισαγωγές γεωργικών προϊόντων κατά την περίοδο 2007 -2008 και το 2011 ήταν σημαντικοί παράγοντες στην παγκόσμια εκτίναξη των τιμών των τροφίμων σε αυτά τα χρόνια. Οι υψηλές εισαγωγές σόγιας από την Κίνα, για παράδειγμα, συνέβαλαν στην εκτίναξη του 2011.
Οι εθνικοί περιορισμοί των εξαγωγών, συμπεριλαμβανομένων των φόρων και των απαγορεύσεων, οδήγησαν επίσης στην άνοδο των τιμών των τροφίμων.
Οι περιορισμοί στις εξαγωγές θεσπίστηκαν την περίοδο 2007 - 2008 ως απάντηση στην εκτίναξη των τιμών, γεγονός που αύξησε τις τιμές των σιτηρών περίπου κατά 30%.
Για τους επιστήμονες υπάρχουν αρκετοί λόγοι για να πιστεύουν ότι οι τιμές των προϊόντων των βασικών τροφίμων θα είναι υψηλότερες και πιο ασταθείς στις δεκαετίες που έρχονται.
Δεδομένου ότι η αλλαγή του κλίματος αυξάνει τη συχνότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων, οι κλονισμοί στην παραγωγή θα γίνουν πιο συχνοί.
Επίσης, οι τιμές των τροφίμων είναι πιθανόν να επηρεαστούν από την αύξηση του πληθυσμού, την πιθανή αύξηση της συνολικής ευημερίας, τους ισχυρότερους δεσμούς μεταξύ της γεωργίας και των αγορών ενέργειας, καθώς και από την έλλειψη φυσικών πόρων.
ΠΗΓΗ: www.news247.gr