Ο 75χρονος σήμερα καταξιωμένος σκηνοθέτη Νίκος Τζίμας, μας έχει χαρίσει μοναδικές ταινίες σε σενάριο και σκηνοθεσία και κυρίως μπορούμε να απολαύσουμε μέσα από αυτές τον τόπο μας, όπως για παράδειγμα στα ''Χρόνια της Θύελλας'', ''ο Τάφος των ερατών'' που είναι σκηνοθετημένη στο Μεγαδένδρο, Μυρσίνη, Δάσος Λεκατσά, Καστροσυκιά και Αηδονιά και ''Οι νέοι θέλουν να ζήσουν'' που και αυτή είναι εν μέρει γυρισμένη, στην Κάτω Μυρσίνη Πρέβεζας και την γύρω περιοχή.
Όταν έφυγε από το ΜέγαΔέντρο, συνοικισμό της τότε Κοινότητας Μυρσίνης Πρεβέζης, στη σκιά του ηρωικού Ζαλόγγου, ο πατέρας του τον ορμήνεψε: «Παρά την προσπάθεια που θα κάνεις για να βγεις από τη φτώχεια, να μην ξεχάσεις ποτέ τις αξίες και τις αρχές σου. Αυτές είναι η μεγάλη μας περιουσία». Και φρόντισε να το κάνει πράξη.
Ο Νίκος Τζίμας σαν παραγωγός έχει κάνει 46 ταινίες και 8 τηλεοπτικές σειρές μέσω της εταιρίας του Athens Films Productions. Πριν ιδρύσει την εταιρία του, σκηνοθέτησε 5 ταινίες και 2 μικρού μήκους. Τελευταία του ταινία είναι η αγγλόφωνη «Το Πέταγμα του Κύκνου».
Ο Νίκος Τζίμας γεννήθηκε στο ΜέγαΔέντρο, συνοικισμό της Μυρσίνης Πρέβεζας, στη νοτιοδυτική Ήπειρο. Η Ήπειρος είναι μία επαρχία υπερβολικής ομορφιάς παρ' ότι είναι η φτωχότερη επαρχία της Ελλάδας. Μέχρι την προσάρτηση των δέκα νέων μελών στην Ευρωπαϊκή Ένωση τον Απρίλιο του 2003, ήταν η φτωχότερη περιοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ιστορία της Ηπείρου είναι γεμάτη με τις ιστορίες ανδρών και γυναικών των οποίων η ανεξαρτησία και το σθένος βοήθησαν στην δημιουργία του Έλληνικού κράτους. Το 1821 οι Σουλιώτισσες, χορεύοντας το χορό του Ζαλόγγου, προτίμησαν να πέσουν στο γκρεμό με τα παιδιά τους στα χέρια, παρά να παραδοθούν στις Οθωμανικές δυνάμεις. Οι Σουλιώτες ταξίδεψαν σε άλλες χώρες έτσι ώστε να μπορέσουν να συντηρήσουν τις οικογένειές τους. Κάποιοι κατάφεραν να κάνουν μεγάλες περιουσίες και επιστρέφοντας στην Ελλάδα, έγιναν οι κυριότεροι ευεργέτες του σύγχρονου κράτους. Το Ολυμπιακό Στάδιο, το Πανεπιστήμιο και η Βιβλιοθήκη, το Ζάππειο και οι Κήποι του, όλα αυτά δημιουργήθηκαν από Ηπειρώτες.
Μεγαλώνοντας σε ένα μικρό χωριό, τέταρτο παιδί μίας οικογένειας με 5 παιδιά, ο Νίκος Τζίμας έμαθε την ιστορία των προγόνων του και όλες του οι ταινίες είτε γυρίστηκαν στην Ήπειρο, είτε έχουν τα κύρια χαρακτηριστικά εκείνης της περιοχής. Αφού τελείωσε το σχολείο, πήγε στην Αθήνα, έχοντας σαν όνειρο να φοιτήσει στην σχολή κινηματογράφου. Δούλεψε διαδοχικά σε πολλές δουλειές, όχι μόνο για να συντηρήσει τον εαυτό του, αλλά και τις 2 αδερφές του. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του και με την υποστήριξη της οικογένειάς του, έγινε σκηνοθέτης.
Η πρώτη του ταινία μικρού μήκους με τίτλο «Γι'αυτές τις ηρωίδες» γυρίστηκε στο χωριό του και την γύρω περιοχή και αντικατόπτριζε την σκληρή ζωή των γυναικών στα χωριά. Γυναίκες σαν την μητέρα του, που παρ' όλη τη φτώχεια τους, κατάφερναν να κρατάνε τα σπίτια τους αψεγάδιαστα, τους κήπους τους γεμάτους λουλούδια και την οικογένεια χορτάτη από το τίποτα. Η ταινία κέρδισε το Βραβείο Καλυτέρας Ταινίας Μικρού Μήκους στο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Η δεύτερή του ταινία, «Το Κορίτσι με το Ράδιο» κέρδισε επίσης το Βραβείο Καλυτέρας Ταινίας Μικρού Μήκους στο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
«Οι Νέοι Θέλουν Να Ζήσουν» ήταν η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους του Νίκου Τζίμα. Η ιστορία ενός Ηπειρώτη που έρχεται στην Αθήνα ελπίζοντας να μπει στο Πανεπιστήμιο και να γίνει μαθηματικός. Έρχεται αντιμέτωπος με την ανεργία και την ανωνυμία της πόλης. Συναντάει μία κοπέλα, την ερωτεύεται, όμως αναγκάζεται να εγκαταλείψει και αυτήν και τα όνειρά του για να μεταναστεύσει στην Γερμανία και να γίνει εργάτης.
Αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στο Διεθνές Φεστιβάλ της Μόσχας και βραβεύθηκε για πρωτοεμφανιζόμενο σκηνοθέτη. Στην Ελλάδα η ταινία απαγορεύτηκε από την Χούντα εξαιτίας της μουσικής της από τον Μίκη Θεοδωράκη που φυλακίστηκε και εξορίστηκε από την δικτατορία.
«Ο Τάφος των Εραστών» ήταν ένα παθιασμένο ερωτικό τρίγωνο που έλαβε χώρα σε ένα μικρό ηπειρώτικο χωριό. Ήταν η ελληνική συμμετοχή στο φεστιβάλ των Καννών που όμως ακυρώθηκε εκείνη τη χρονιά λόγω των φοιτητικών διαδηλώσεων που ταρακούνησαν τη Γαλλία. Στην Ελλάδα εν τω μεταξύ, η ταινία απαγορεύτηκε. Ο Νίκος Τζίμας συνελήφθει από τη Χούντα, τέθηκε υπό κράτηση και στη συνέχεια βασανίστηκε. Είχε καταδικαστεί σε 5 χρόνια φυλάκισης, όμως αφέθηκε ύστερα από 6 μήνες με τη γενική αμνηστία.
Η ειρωνία είναι ότι η ταινία διανεμήθηκε σε όλο τον κόσμο και τα χρήματα που έλαβε του επέτρεψαν να γυρίσει την επόμενή του ταινία «Αστραπόγιαννος». Εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια των αγροτικών επαναστάσεων που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα το 1912. Έγινε εμπορική επιτυχία στην Ελλάδα και διανεμήθηκε και αυτή σε όλο τον κόσμο. Πήρε βραβείο Καλυτέρας Ταινίας, Αρτιοτέρας Παραγωγής και Πρώτου Ανδρικού Ρόλου στο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Η αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα επέτρεψε στον Νίκο Τζίμα να σκηνοθετήσει το «Ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο». Το 1950 πρωθυπουργός της ήταν ο Νικόλαος Πλαστήρας, ήρωας και των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, ο οποίος ήρθε αντιμέτωπος με το καθήκον να ενώσει μία χώρα διαμελισμένη από τον σκληρό Εμφύλιο Πόλεμο. Ήταν η αρχή του Ψυχρού Πολέμου και ο ΜακΚαρθισμός μαινόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η CIA εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα ως η πραγματική δύναμη της χώρας, έχοντας στην δούλεψή της πολιτικούς και αξιωματικούς του στρατού.
Ο Πλαστήρας, θέλοντας να εξυγειάνει το Έθνος άρχισε να ανακαλεί τις διαταγές εκτέλεσης για κάποιους πρώην κομμουνιστές. Ο Νίκος Μπελογιάννης ήταν ένας ιδεαλιστής που διώχθηκε από τον Κομμουνιστικό κόμμα λόγω «εσφαλμένων πεποιθήσεων». Ο πρωθυπουργός κίνησε τις διαδικασίες απονομής χάρητος για τον Μπελογιάννη. Μία μυστική στρατιωτική δίκη έλαβε χώρα στις 4 το πρωί, με πρόεδρο τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, ο οποίος θα γινόταν και ένας από τους αρχηγούς της Χούντας. Ο Μπελογιάννης καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε. Ο Πρωθυπουργός έμαθε για τον θάνατό του το επόμενο πρωί. Μετά από κάποιους μήνες η κυβέρνηση του έπεσε.
«Ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο» κέρδισε το Μέγα Ειδικό Βραβείο στο Διεθνές Φεστιβάλ της Μόσχας και το βραβείο Καλυτέρας Ταινίας FIPRESI. Επίσης κέρδισε το βραβείο Καλυτέρας Ταινίας στο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Η ταινία έκανε ρεκόρ εισπράξεων και διανεμήθηκε σε όλο τον κόσμο.
Η διεθνής κοινότητα κινηματογράφου αγκάλιασε τις ταινίες του Νίκου Τζίμα και έγιναν προτάσεις για συμπαραγωγές με Ιταλούς και Άγγλους παραγωγούς πράγμα το οποίο οδήγησε τον Έλληνα σκηνοθέτη να δουλέψει με ταλέντα όπως η Τζούλι Κρίστι, η Φλόριντα Μπολκάν, και ο Τζιάν Μαρία Βολοντέ. Δυστυχώς όμως η Χούντα, αφαιρώντας το διαβατήριο από τον Ν. Τζίμα, απέτρεψε την συνεργασία με τις δύο αυτές μεγάλες ηθοποιούς. Ο Βολοντέ είχε υπογράψει συμβόλαιο για να πρωταγωνιστήσει στο «Ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο» όμως εισήχθη επειγόντως στο νοσοκομείο για εγχείρηση στον πνεύμονα, μετά από ολιγοήμερα γυρίσματα.
Με το «Πέταγμα του Κύκνου» ο Νίκος Τζίμας επιστρέφει στην πατρίδα του, την Ήπειρο όπου η ασυλλόγιστη εξέλιξη οδηγεί σε μία περιβαλλοντολογική καταστροφή. Ο Τζίμας γνωρίζει ότι η γενέτειρα του είναι τόπος φτωχός και ότι εξέλιξη και ανάπτυξη σημαίνουν θέσεις εργασίας, όμως πιστεύει ότι η εξέλιξη που σέβεται τη φύση είναι αυτή που θα φέρει αποτελέσματα που δεν θα καταποντιστούν σε μία καταιγίδα.
Ο Νίκος Τζίμας ξεπέρασε τις καταιγίδες της Δικατορίας και της φτώχειας και πιστεύει ότι μία νέα ταινία τοποθετημένη στην ιδιαίτερή του πατρίδα την Ήπειρο, στην σημερινή εποχή της νεομετανάστευσης και της νεοφτώχειας, που σκέφτεται να σκηνοθετήσει, μπορεί να αγγίξει τους ανθρώπους όλου του κόσμου.
ΠΗΓΗ: www.atpreveza.gr