Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί αδυνατούσαν διαχρονικά να απαλλαγούν από τον χαρακτηρισμό τους ως μία «αναγκαστική πληγή» για την οικονομία που στήριζε όμως την ανάπτυξη της Περιφέρειας. Δυστυχώς, η αδυναμία τους να οργανωθούν και να λειτουργήσουν σαν αυτόνομες σύγχρονες παραγωγικές εταιρείες έχει οδηγήσει τις περισσότερες από αυτές στη διάλυση, τις δε υπόλοιπες σε καθεστώς προβληματικής λειτουργίας με τη συνεχή στήριξη της Αγροτικής Τράπεζας και κατ' επέκταση του Έλληνα φορολογούμενου.
Οι λόγοι, για τους οποίους ένας θεσμός που συμβάλλει αποφασιστικά στην ανάπτυξη στην ευρωζώνη έχει αποτύχει στη χώρα μας, είναι λίγο πολύ γνωστοί. Δεν θα έπρεπε όμως η διαχρονική αυτή αποτυχία του συστήματος στην καθοδήγηση και έλεγχο των συνεταιρισμών να οδηγήσει σε νέα λάθη. Τη στιγμή δε που η αγροτική οικονομία πρέπει να αποτελέσει έναν από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης. Υπό το παραπάνω πρίσμα, η ιδιωτικοποίηση της γαλακτοβιομηχανίας «Δωδώνη» θα έπρεπε να αποτελέσει το πρώτο «πείραμα» επανεκκίνησης της υγιούς συνεταιριστικής επιχειρηματικότητας, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η πρόταση εξαγοράς από την κοινοπραξία των ΕΑΣ Ιωαννίνων, Θεσπρωτίας και Άρτας κατατέθηκε στην Αγροτική Τράπεζα σε συνεργασία με νέα υγιή ιδιωτικά επιχειρηματικά κεφάλαια.
Φαίνεται όμως πως η ιδιωτικοποίηση της γαλακτοβιομηχανίας που ανατέθηκε - λανθασμένα ως στρατηγική - στον εκκαθαριστή της ΑΤΕ, δημιουργεί πεδίο αντιπαραθέσεων αντί να αποτελεί παράδειγμα «νέας επιχειρηματικότητας». Κατ' αρχάς προκύπτει πως ο πρώην πρόεδρος της ΑΤΕ - καθ' υπέρβαση των αρμοδιοτήτων του - υπέδειξε ως καταλληλότερο αγοραστή το επιχειρηματικό σχήμα που εκείνος για δικούς του λόγους προέκρινε. Ένα επιχειρηματικό σχήμα που γεννά ερωτηματικά όμως ως προς το ορθό της αξιολόγησης. Σε δεύτερο επίπεδο προκύπτει πως οι συνεταιριστές που διεκδικούν την εταιρεία είχαν προβληματική σχέση με τους προμηθευτές γαλακτοκόμους. Ίσως κατάλοιπα της προγενέστερης παθογένειας του αγροτικού συνεταιριστικού γίγνεσθαι να προκάλεσαν δυσλειτουργίες στη σχέση αυτή. Σε τρίτο επίπεδο η αξιωματική αντιπολίτευση αμφισβητεί τη διαδικασία για όλους τους λάθος λόγους. Εμφανίζεται υπέρμαχος της επιχειρηματικότητας με μία ιδιότυπη αντίληψη όμως, που στην ουσία στηρίζει την μέχρι σήμερα αναχρονιστική λειτουργία των αγροτικών συνεταιρισμών.
Η περίπτωση της «Δωδώνη» αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα το τι πρέπει να αποφεύγεται σε αυτή τη φάση των ιδιωτικοποιήσεων και ποια σημεία πρέπει να χαρακτηρίζουν τη στοχευμένη νέα προσέγγιση της ανάπτυξης. Καθίσταται σαφές πλέον πως οι ιδιωτικοποιήσεις πρέπει να προχωρήσουν με ταχείς ρυθμούς. Το κράτος όμως, εφόσον εκχωρεί τον συντονιστικό ρόλο είτε σε οργανισμούς είτε σε εκκαθαριστές, πρέπει να οριοθετήσει σαφείς παραμέτρους της επενδυτικής δραστηριότητας. Απαιτείται γι' αυτό «εθνική επενδυτική στρατηγική» όπου κάθε σκέλος αυτής δεν θα αντιμετωπίζεται ενιαία αλλά με βάση συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες και στοχεύσεις. Θα πρέπει κατά συνέπεια να οριοθετηθεί εκ νέου το πλαίσιο επιχειρηματικής δημιουργίας για τους στοχευμένους τομείς ανάπτυξης μεταξύ δε αυτών και του «συνεταιριστικού επιχειρείν». Για τον λόγο αυτό θα είναι λάθος η μη εξάντληση των ορίων για να πωληθεί η «Δωδώνη» στους συνεταιριστές αποκλείοντάς τους με τη λογική της «απλής εκκαθάρισης» ή λόγω διαδικαστικών ατελειών. Η πώληση της εταιρείας αυτής δεν πρέπει να ενταχθεί στην ίδια λογική με τις προσπάθειες πώλησης της Βιομηχανίας Ζάχαρης και της ΣΕΚΑΠ.Οι λόγοι, για τους οποίους ένας θεσμός που συμβάλλει αποφασιστικά στην ανάπτυξη στην ευρωζώνη έχει αποτύχει στη χώρα μας, είναι λίγο πολύ γνωστοί. Δεν θα έπρεπε όμως η διαχρονική αυτή αποτυχία του συστήματος στην καθοδήγηση και έλεγχο των συνεταιρισμών να οδηγήσει σε νέα λάθη. Τη στιγμή δε που η αγροτική οικονομία πρέπει να αποτελέσει έναν από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης. Υπό το παραπάνω πρίσμα, η ιδιωτικοποίηση της γαλακτοβιομηχανίας «Δωδώνη» θα έπρεπε να αποτελέσει το πρώτο «πείραμα» επανεκκίνησης της υγιούς συνεταιριστικής επιχειρηματικότητας, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η πρόταση εξαγοράς από την κοινοπραξία των ΕΑΣ Ιωαννίνων, Θεσπρωτίας και Άρτας κατατέθηκε στην Αγροτική Τράπεζα σε συνεργασία με νέα υγιή ιδιωτικά επιχειρηματικά κεφάλαια.
Φαίνεται όμως πως η ιδιωτικοποίηση της γαλακτοβιομηχανίας που ανατέθηκε - λανθασμένα ως στρατηγική - στον εκκαθαριστή της ΑΤΕ, δημιουργεί πεδίο αντιπαραθέσεων αντί να αποτελεί παράδειγμα «νέας επιχειρηματικότητας». Κατ' αρχάς προκύπτει πως ο πρώην πρόεδρος της ΑΤΕ - καθ' υπέρβαση των αρμοδιοτήτων του - υπέδειξε ως καταλληλότερο αγοραστή το επιχειρηματικό σχήμα που εκείνος για δικούς του λόγους προέκρινε. Ένα επιχειρηματικό σχήμα που γεννά ερωτηματικά όμως ως προς το ορθό της αξιολόγησης. Σε δεύτερο επίπεδο προκύπτει πως οι συνεταιριστές που διεκδικούν την εταιρεία είχαν προβληματική σχέση με τους προμηθευτές γαλακτοκόμους. Ίσως κατάλοιπα της προγενέστερης παθογένειας του αγροτικού συνεταιριστικού γίγνεσθαι να προκάλεσαν δυσλειτουργίες στη σχέση αυτή. Σε τρίτο επίπεδο η αξιωματική αντιπολίτευση αμφισβητεί τη διαδικασία για όλους τους λάθος λόγους. Εμφανίζεται υπέρμαχος της επιχειρηματικότητας με μία ιδιότυπη αντίληψη όμως, που στην ουσία στηρίζει την μέχρι σήμερα αναχρονιστική λειτουργία των αγροτικών συνεταιρισμών.
Πρέπει να γίνει σαφές πλέον ότι είναι ανάγκη να αναπτυχθεί άμεσα η επιχειρηματικότητα στην χώρα μας στη βάση νέων μοντέλων προωθώντας ταυτόχρονα τη στήριξη μικτών σχημάτων. Η συνεργασία δήμων, Περιφερειών, συνεταιρισμών και ιδιωτικής πρωτοβουλίας θα δημιουργήσουν τις βάσεις για την επιτυχή ολοκλήρωση του παραπάνω εγχειρήματος.
Το επενδυτικό El Dorado στο οποίο αναφέρθηκε πρόσφατα ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ ως προοπτική της ελληνικής οικονομίας, απαιτεί καινοτομίες, ρίξεις και εμπιστοσύνη σε νέους θεσμούς επιχειρηματικότητας που προωθούνται σταδιακά. Ας αποτελέσει λοιπόν η ιδιωτικοποίηση της «Δωδώνη» το πρώτο επιτυχημένο παράδειγμα της νέας αντίληψης για την ανάπτυξη και τις ιδιωτικοποιήσεις.
Του ΗΡΑΚΛΗ ΡΟΥΠΑ, Οικονομολόγου
ΠΗΓΗ: http://www.kerdos.gr/default.aspx?id=1802735&nt=103