Tου Παπανικολάου Δημήτρη
Yπάρχει μία φράση που λένε στην Αμερική για
εμάς, με ειρωνικό τόνο: «μετά τα φώτα του πολιτισμού, οι Έλληνες ανακάλυψαν το
μεσημεριανό ύπνο!...», με σαφώς έντονα τα υπονοούμενα για την καλοπερασιά μας,
μάλλον με φθονερή διάθεση, κατά τη δική μας φυσική άποψη.
Όλη αυτή η φιλοσοφία του Ρωμιού περί
απόλαυσης της κάθε στιγμής, βασίζεται στην ανυπομονησία του, να μάθει τα πάντα.
Στους δικούς του όμως ρυθμούς, μακριά από το άγχος και την πίεση, θυσιάζει υπέρ
της προχειρότητας το αποτέλεσμα αν δεν μπορεί να τον αγγίξει κάτι, αυξάνοντας
όμως έτσι, την έντονα επαναστατική μας διάθεση προς πρότυπα και κανόνες και
τονίζοντας το δημιουργικό μας πνεύμα.Αυτό το ταπεραμέντο λοιπόν, ενέπνευσε από πολύ μεγάλα πράγματα και πράξεις, μέχρι ολιγοσήμαντες δημιουργίες, που ωστόσο επηρέασαν κατά πολύ τη καθημερινότητα μας.
Ένα καλό παράδειγμα που αφορά το θέμα μας είναι η ελληνικότατη «εφεύρεση» του φραπέ! Μάλιστα, ο φραπέ είναι πιο ελληνικός από τον «ελληνικό», καθώς στην πραγματικότητα η καταγωγή του είναι τούρκικης προέλευσης, όπως πιθανότατα έχετε ακούσει από τους μεγαλύτερους. Μόλις κατά την περίοδο της δικτατορίας, καθιερώθηκε να ονομάζεται έτσι, για όχι και τόσο «επιστημονικούς» λόγουν.
Που λέτε λοιπόν, όλα τα εθνογραφικά χαρακτηριστικά που προείpαμε, είναι η μαγιά για τη δημιουργία μιας τυχαίας και τόσο εύκολης παρασκευασίας, στο να γίνει το διασημότερο ρόφημα καφέ στην χώρα, κυρίως λόγο της απλότητάς τoυ.
Ο φραπέ ήταν δημιουργία του Δημήτρη Βακάνδιου, υπαλλήλου ενός αντιπρόσωπου ελβετικής εταιρείας στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.
Όταν θέλησε λοιπόν, να πιει έναν στιγμιαίο καφέ και δεν είχε ζεστό νερό, χρησιμοποίησε απλά ένα σέικερ με κρύο, μέλλοντας να εκθειαστεί στην Ελλάδα η τυχαία έμπνευση ενός απλού υπαλλήλου, την ώρα που παρουσιάζονταν ολόκληρες καμπάνιες ροφημάτων στην συγκεκριμένη έκθεση.
Τόσο πια ταυτίστηκε με την ιδιοσυγκρασία μας, ώστε να αναφέρει γνωστή ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια: «Ο φραπέ χαρακτηρίζει την «ανεμελιά» και τον «ωχαδερφισμό», που παρατηρείται συχνά στους Έλληνες, λόγω του γεγονότος ότι συνήθως πίνεται με αργούς ρυθμούς, με παρέα, με χαλαρή διάθεση, παίζοντας τάβλι ή συζητώντας «Περί ανέμων και υδάτων».
Η «ώρα του καφέ» για τους Έλληνες είναι μια στιγμή ιερή, πιο τελετουργική και από αυτή την «ώρα του τσαγιού» τα βρετανικά απογεύματα, καθώς συμβαίνει καθ' όλη τη διάρκεια της ημέρας, συνοδεύοντας τις διάφορες μορφές κοινωνικοποίησης αυτού του λαού, που κατάφερε να ταυτίσει την συζήτηση με τη φράση «να κάτσουμε να πιούμε έναν καφέ».
Αυτές τις ώρες λοιπόν, ξοδέψτε τις σε ένα ταξίδι εικόνων, σκέψεων, συναισθημάτων και ανταλλαγής απόψεων ενός puzzle, που στήνεται από κομμάτια ανθρώπων που ζουν γύρω μας και που τα «πράγματα» μας έχουν κάνει να έχουμε χάσει κλεισμένοι στους εαυτούς μας και στα σπίτια μας έτσι ώστε μην μπορούμε να έρθουμε σε επαφή και πάμε όλοι μαζί και λίγο παραπέρα σε αυτό τον τόπο.
Σαν πολλά να 'παμε πάλι...