Ξεπερνούν τους 750 τόνους σε κέρματα οι παραγγελίες για το 2012 – Αυξάνονται όμως και τα προβλήματα των εργαζομένων
Πηγή ζωής για τους κατοίκους του ακριτικού Κεφαλόβρυσου αποτελεί σήμερα, εν μέσω κρίσης, η Μεταλλουργική Βιομηχανία Ηπείρου όπου κόβονται τα ελληνικά και κυπριακά ευρώ, και κατά καιρούς νομίσματα άλλων χωρών.
Όπως είναι γνωστό η υπό δημόσιο έλεγχο Μεταλλουργική Βιομηχανία είναι θυγατρική της εταιρείας αμυντικού υλικού Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα και κόβει δισκία κερμάτων ευρώ για την Τράπεζα της Ελλάδος και την κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, καθώς και κυάθια καλύκων.
Η μοναδική αυτή βιομηχανία στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια φαίνεται πως αντιστέκεται στην κρίση και το 2012, όπου οι παραγγελίες των βασικών πελατών της ανέρχονται σε συμβόλαια για 756 τόνους ευρώ εκ των οποίων οι 20 για ξένα νομίσματα.
Η Μεταλλουργική λειτουργεί στα Ελληνοαλβανικά σύνορα από το 1983 και σήμερα απασχολεί 67 εργαζόμενους αρκετοί από τους οποίους μένουν στο Κεφαλόβρυσο, ενώ άλλοι πηγαινοέρχονται καθημερινά από τα Γιάννινα, διανύοντας μια μεγάλη απόσταση.
Οι παλιοί εργαζόμενοι στη Βιομηχανία, όπως για παράδειγμα ο κ. Κωνσταντίνος Τσίνος, έχουν δει να περνούν από μπροστά τους πάρα πολλά εκατομμύρια ευρώ σε κέρµατα: µονόευρα, δίευρα αλλά και σέντς, όπως και πολύ περισσότερα εκατομμύρια δραχμές στο παρελθόν. Γνωρίζουν όμως, όπως εξήγησε μιλώντας στον «Α» ο κ. Τσίνος, πως με το χέρι τους δεν πρέπει να αγγίξουν ούτε ένα γιατί αν τα δάχτυλα ακουμπήσουν ένα από τα φρεσκοκομμένα κέρματα αυτό καταστρέφεται.
Τα χιλιάδες ή και εκατομμύρια κέρματα όταν φεύγουν από τη Μεταλλουργική Βιομηχανία, πηγαίνουν στην εκτυπωτική μηχανή του Νομισματοκοπείου Αθηνών όπου τυπώνονται στη συνέχεια οι γνωστές σε όλους ανάγλυφες παραστάσεις του ευρώ. Το κόστος κατασκευής ενός κέρµατος πάντως, όπως μας εξήγησε ο κ. Τσίνος, δεν είναι μικρό καθώς το δίευρο – που είναι πιο δύσκολο στην κατασκευή γιατί έχει «δακτυλίδι» και πυρήνα – κοστίζει 0,25 λεπτά.
Ουσιαστικά η εταιρεία άρχισε τη λειτουργία της το 1979 ως ιδιωτική για να φτιάχνει προϊόντα χύτευσης και επεξεργασίας χαλκού αλλά δεν μπόρεσε να προχωρήσει. Το 1983 οι μετοχές της αγοράσθηκαν από την ΕΒΟ και πήρε μπροστά κατασκευάζοντας έκτοτε κυάθια καλύκων και βολίδων πυροµαχικών και αλλά συναφή είδη και κόβοντας από δραχμές και τάλιρα μέχρι πορτογαλικά εσκούδος.
Μέχρι το 2011 ένας επίσης καλός πελάτης της Μεταλλουργικής ήταν και η Τράπεζα της Πολωνίας, η οποία είχε ζητήσει δεκάδες τόνους πολωνικών κερμάτων.
Τα προβλήματα των εργαζομένων
Από την άλλη σύμφωνα με τον Πρόεδρο του Σωματείου Εργαζομένων της Μεταλλουργικής, Δημήτρη Ντότη, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν αρκετά προβλήματα.
Ήδη υπάρχουν περικοπές στους μισθούς τους, ενώ, όπως μας ανέφερε ο κ. Ντότης, αν και οι παραγγελίες καλά κρατούν, το προσωπικό πολλές φορές δεν επαρκεί για να καλυφθούν και οι τρεις βάρδιες που πρέπει να δουλέψει η βιομηχανία.
Ο κ. Ντότης παράλληλα τόνισε πως ήδη αρκετοί εργαζόμενοι είναι μεγάλοι σε ηλικία και σύντομα θα βγουν στη σύνταξη χωρίς να υπάρχει πρόβλεψη για αντικατάστασή τους, ενώ όπως ανέφερε η Βιομηχανία μένει «ζωντανή» χάρη στο φιλότιμό τους, καθώς δεν είναι υψηλόμισθοι, αλλά εργάζονται κάτω από δύσκολες συνθήκες για μισθούς που δεν ξεπερνούν τα 1000 ευρώ.
ΠΗΓΗ: http://www.epirusonline.gr
Πηγή ζωής για τους κατοίκους του ακριτικού Κεφαλόβρυσου αποτελεί σήμερα, εν μέσω κρίσης, η Μεταλλουργική Βιομηχανία Ηπείρου όπου κόβονται τα ελληνικά και κυπριακά ευρώ, και κατά καιρούς νομίσματα άλλων χωρών.
Όπως είναι γνωστό η υπό δημόσιο έλεγχο Μεταλλουργική Βιομηχανία είναι θυγατρική της εταιρείας αμυντικού υλικού Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα και κόβει δισκία κερμάτων ευρώ για την Τράπεζα της Ελλάδος και την κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, καθώς και κυάθια καλύκων.
Η μοναδική αυτή βιομηχανία στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια φαίνεται πως αντιστέκεται στην κρίση και το 2012, όπου οι παραγγελίες των βασικών πελατών της ανέρχονται σε συμβόλαια για 756 τόνους ευρώ εκ των οποίων οι 20 για ξένα νομίσματα.
Η Μεταλλουργική λειτουργεί στα Ελληνοαλβανικά σύνορα από το 1983 και σήμερα απασχολεί 67 εργαζόμενους αρκετοί από τους οποίους μένουν στο Κεφαλόβρυσο, ενώ άλλοι πηγαινοέρχονται καθημερινά από τα Γιάννινα, διανύοντας μια μεγάλη απόσταση.
Οι παλιοί εργαζόμενοι στη Βιομηχανία, όπως για παράδειγμα ο κ. Κωνσταντίνος Τσίνος, έχουν δει να περνούν από μπροστά τους πάρα πολλά εκατομμύρια ευρώ σε κέρµατα: µονόευρα, δίευρα αλλά και σέντς, όπως και πολύ περισσότερα εκατομμύρια δραχμές στο παρελθόν. Γνωρίζουν όμως, όπως εξήγησε μιλώντας στον «Α» ο κ. Τσίνος, πως με το χέρι τους δεν πρέπει να αγγίξουν ούτε ένα γιατί αν τα δάχτυλα ακουμπήσουν ένα από τα φρεσκοκομμένα κέρματα αυτό καταστρέφεται.
Τα χιλιάδες ή και εκατομμύρια κέρματα όταν φεύγουν από τη Μεταλλουργική Βιομηχανία, πηγαίνουν στην εκτυπωτική μηχανή του Νομισματοκοπείου Αθηνών όπου τυπώνονται στη συνέχεια οι γνωστές σε όλους ανάγλυφες παραστάσεις του ευρώ. Το κόστος κατασκευής ενός κέρµατος πάντως, όπως μας εξήγησε ο κ. Τσίνος, δεν είναι μικρό καθώς το δίευρο – που είναι πιο δύσκολο στην κατασκευή γιατί έχει «δακτυλίδι» και πυρήνα – κοστίζει 0,25 λεπτά.
Ουσιαστικά η εταιρεία άρχισε τη λειτουργία της το 1979 ως ιδιωτική για να φτιάχνει προϊόντα χύτευσης και επεξεργασίας χαλκού αλλά δεν μπόρεσε να προχωρήσει. Το 1983 οι μετοχές της αγοράσθηκαν από την ΕΒΟ και πήρε μπροστά κατασκευάζοντας έκτοτε κυάθια καλύκων και βολίδων πυροµαχικών και αλλά συναφή είδη και κόβοντας από δραχμές και τάλιρα μέχρι πορτογαλικά εσκούδος.
Μέχρι το 2011 ένας επίσης καλός πελάτης της Μεταλλουργικής ήταν και η Τράπεζα της Πολωνίας, η οποία είχε ζητήσει δεκάδες τόνους πολωνικών κερμάτων.
Τα προβλήματα των εργαζομένων
Από την άλλη σύμφωνα με τον Πρόεδρο του Σωματείου Εργαζομένων της Μεταλλουργικής, Δημήτρη Ντότη, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν αρκετά προβλήματα.
Ήδη υπάρχουν περικοπές στους μισθούς τους, ενώ, όπως μας ανέφερε ο κ. Ντότης, αν και οι παραγγελίες καλά κρατούν, το προσωπικό πολλές φορές δεν επαρκεί για να καλυφθούν και οι τρεις βάρδιες που πρέπει να δουλέψει η βιομηχανία.
Ο κ. Ντότης παράλληλα τόνισε πως ήδη αρκετοί εργαζόμενοι είναι μεγάλοι σε ηλικία και σύντομα θα βγουν στη σύνταξη χωρίς να υπάρχει πρόβλεψη για αντικατάστασή τους, ενώ όπως ανέφερε η Βιομηχανία μένει «ζωντανή» χάρη στο φιλότιμό τους, καθώς δεν είναι υψηλόμισθοι, αλλά εργάζονται κάτω από δύσκολες συνθήκες για μισθούς που δεν ξεπερνούν τα 1000 ευρώ.
ΠΗΓΗ: http://www.epirusonline.gr