Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Π. ΦΩΤΕΙΝΗΣ, Καθηγητής Φιλοσοφίας
Η ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς Ιωαννίνων είναι αποκλειστικό έργο της μεγαλοφυίας και καλοκαγαθίας του μακαριστού Σπυρίδωνος Βλάχου, Μητροπολίτη Βελλάς και Κονίτσης, Ιωαννίνων και Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος. Η ιδιοφυία, η σωφροσύνη, η οξυδέρκεια, η σύνεση, η σοφία και η ευέλικτη διπλωματία είναι τα σπάνια προτερήματα, που συγκροτούν την ηγετική προσωπικότητα του Ηπειρώτη Ιεράρχη, ο οποίος υπόσχεται πλούσιο εκκλησιαστικό, φιλανθρωπικό, κοινωνικό και εθνικό έργο.
Ο αοίδημος Μητροπολίτης της ακριτικής Μητροπόλεως Βελλάς και Κονίτσης, εμφορούμενος με αγαθά εθνικά και ανθρωπιστικά οράματα, από την αρχή της ποιμαντορίας του επιδίδεται “ψυχή τε και σώματι” στο θεάρεστο έργο της παιδείας. Το κίνητρο που ωθεί το ρασοφόρο ηγέτη της Ηπείρου στο έργο της παιδείας είναι το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του για την τύχη του Ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου, διότι γνωρίζει σαφώς ότι το πολιτικό μέλλον της είναι αμφίβολο. Εντούτοις, οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου, παρά τα πολλά εμπόδια και τις δυσκολίες στην άμεση συμμετοχή τους στην ελληνική κουλτούρα, κατόρθωσαν να διαφυλάξουν ανέπαφη την ελληνικότητά τους και να κρατήσουν αμόλυντα τα ήθη και έθιμα των προγόνων τους.
Η επιτακτική ανάγκη για τη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας, της ελληνορθόδοξης παράδοσης και της χριστιανικής πίστης των Βορειοηπειρωτών, στην οποία συνέβαλαν τα μέγιστα οι ιεραποστολικές περιοδείες του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, αφυπνίζει το ανθρωπιστικό φρόνημο του Μητροπολίτη Βελλάς και Κονίτσης Σπυρίδωνος, που φιλοδοξεί να ιδρύσει μια αξιομνημόνευτη Σχολή στην ακριτική περιοχή της Ηπείρου.
Ο μεγαλοπράγμων Ιεράρχης το Σεπτέμβριο του 1911 αξιώνεται να εγκαινιάσει τη Σχολή του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς, η οποία εξελίσσεται βαθμιδόν σε ένα προοδευτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα, που συμπεριλαμβάνει Πρότυπο Δημοτικό Σχολείο, διετές Γυμνάσιο και εξατάξιο Ιεροδιδασκαλείο.
Το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς είναι ένα απαράμιλλο πνευματικό Ίδρυμα, το οποίο λειτουργεί σύμφωνα με το αναλυτικό πρόγραμμα, που περιλαμβάνει όλα τα μαθήματα της Στοιχειώδους, της Μέσης και της Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως. Το πρόγραμμα των δύο τελευταίων τάξεων του Ιεροδιδασκαλείου είναι εμπλουτισμένο με τα απαραίτητα μαθήματα της Παιδαγωγικής, της Διδακτικής, της Ψυχολογίας, της Φιλοσοφίας και της Θεολογίας για την πλήρη επιστημονική κατάρτιση και διαπαιδαγώγηση των διδασκάλων και ιερέων.
Ο πρωταρχικός σκοπός της ίδρυσης του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς είναι η αποφοίτηση πεπαιδευμένων, μορφωμένων και κατηχημένων διδασκάλων και ιερέων για την επάνδρωση των ελληνικών σχολείων, και των χριστιανικών εκκλησιών της Βορείου Ηπείρου. Γι’ αυτό η επιλογή των ιεροσπουδαστών γίνεται ως επί το πλείστον από υποψήφιους Βορειοηπειρώτες, ώστε, αφού γαλουχηθούν με τα ελληνικά γράμματα, τα ιδανικά της μητρός Ελλάδος και τα νάματα της χριστιανικής παράδοσης, να επιστρέψουν στην πατρίδα τους για να επιτελέσουν το ιερό καθήκον της αποστολής τους.
Οι πρώτοι δέκα ιεροσπουδαστές της τάξης του 1926-27, που αποφοίτησαν το 1932 είναι Βορειοηπειρώτες, στους οποίους προστίθενται πολύ λίγοι Νοτιοηπειρώτες στις επόμενες τάξεις. Δηλαδή, το 75% περίπου των αποφοίτων της προπολεμικής περιόδου, από το 1932 μέχρι το 1943, είναι Βορειοηπειρώτες, πολλοί από τους οποίους επέστρεψαν στην πατρίδα τους, και προσέφεραν επαξίως την υπηρεσία τους στα Ελληνικά σχολεία. Μεταξύ των διακεκριμένων διδασκάλων, που εργάστηκαν στη Βόρειο Ήπειρο, είναι ο Νικόλαος Παπανικολάου, προϊστάμενος Παιδείας των Αγίων Σαράντα, ο Θωμάς Σταθάς, διευθυντής του Λυκείου Τσερκοβιτσών, ο Βασίλειος Παρτάλης, διευθυντής του Λυκείου Αγίων Σαράντα, ο Σπυρίδων Τζιάς, δημοσιογράφος και συγγραφέας, και άλλοι αντάξιοι στα εκπαιδευτικά τους καθήκοντα.
Ενώ, το 90% των αποφοίτων της μεταπολεμικής περιόδου, από το 1953 μέχρι το 1987, που καταργήθηκε το Παιδαγωγικό Τμήμα το Ιεροδιδασκαλείου, είναι Νοτιοηπειρώτες, οι οποίοι ως εκλεκτοί διδάσκαλοι προσφέρουν την υπηρεσία τους στα σχολειά της Ηπείρου, και κατ’ επέκταση της ελληνικής επικράτειας. Αλλά, είναι αρκετοί οι φιλόδοξοι απόφοιτοι του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς, που ακολούθησαν ανώτατες σπουδές, και κατόρθωσαν να γίνουν καθηγητές Μέσης Εκπαιδεύσεως, Παιδαγωγικών Ακαδημιών και Πανεπιστημίων, καθώς και γιατροί, δικηγόροι, οικονομολόγοι και πολιτικοί.
Τέλος, ένας μικρός αριθμός αποφοίτων του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς, ως διδάσκαλοι καθηγητές, προσέφεραν την υπηρεσία τους στα σχολεία του απόδημου ελληνισμού, μεταξύ των οποίων δίδαξαν στα ελληνικά σχολεία της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αμερικής.
Συγκεκριμένα, κατά τη δεκαετία του 1960 παράλληλα με τις σπουδές μου για το πτυχίο φιλολόγου, Master’s και διδάκτορος της φιλοσοφίας, υπηρέτησα ως διδάσκαλος στο απογευματινό Σχολείο του Αγίου Δημητρίου της Νέας Υερσέης, ως καθηγητής στη Σχολή Αργυρίου Φάντη και στην Ακαδημία του Αγίου Βασιλείου, και ως διευθυντής στη Σχολή Αγίου Δημητρίου της Νέας Υόρκης, καθώς επίσης το 1975-76 στη Σχολή Κοραή του Σικάγου.
ΠΗΓΗ: www.proinoslogos.gr
Η ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς Ιωαννίνων είναι αποκλειστικό έργο της μεγαλοφυίας και καλοκαγαθίας του μακαριστού Σπυρίδωνος Βλάχου, Μητροπολίτη Βελλάς και Κονίτσης, Ιωαννίνων και Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος. Η ιδιοφυία, η σωφροσύνη, η οξυδέρκεια, η σύνεση, η σοφία και η ευέλικτη διπλωματία είναι τα σπάνια προτερήματα, που συγκροτούν την ηγετική προσωπικότητα του Ηπειρώτη Ιεράρχη, ο οποίος υπόσχεται πλούσιο εκκλησιαστικό, φιλανθρωπικό, κοινωνικό και εθνικό έργο.
Ο αοίδημος Μητροπολίτης της ακριτικής Μητροπόλεως Βελλάς και Κονίτσης, εμφορούμενος με αγαθά εθνικά και ανθρωπιστικά οράματα, από την αρχή της ποιμαντορίας του επιδίδεται “ψυχή τε και σώματι” στο θεάρεστο έργο της παιδείας. Το κίνητρο που ωθεί το ρασοφόρο ηγέτη της Ηπείρου στο έργο της παιδείας είναι το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του για την τύχη του Ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου, διότι γνωρίζει σαφώς ότι το πολιτικό μέλλον της είναι αμφίβολο. Εντούτοις, οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου, παρά τα πολλά εμπόδια και τις δυσκολίες στην άμεση συμμετοχή τους στην ελληνική κουλτούρα, κατόρθωσαν να διαφυλάξουν ανέπαφη την ελληνικότητά τους και να κρατήσουν αμόλυντα τα ήθη και έθιμα των προγόνων τους.
Η επιτακτική ανάγκη για τη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας, της ελληνορθόδοξης παράδοσης και της χριστιανικής πίστης των Βορειοηπειρωτών, στην οποία συνέβαλαν τα μέγιστα οι ιεραποστολικές περιοδείες του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, αφυπνίζει το ανθρωπιστικό φρόνημο του Μητροπολίτη Βελλάς και Κονίτσης Σπυρίδωνος, που φιλοδοξεί να ιδρύσει μια αξιομνημόνευτη Σχολή στην ακριτική περιοχή της Ηπείρου.
Ο μεγαλοπράγμων Ιεράρχης το Σεπτέμβριο του 1911 αξιώνεται να εγκαινιάσει τη Σχολή του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς, η οποία εξελίσσεται βαθμιδόν σε ένα προοδευτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα, που συμπεριλαμβάνει Πρότυπο Δημοτικό Σχολείο, διετές Γυμνάσιο και εξατάξιο Ιεροδιδασκαλείο.
Το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς είναι ένα απαράμιλλο πνευματικό Ίδρυμα, το οποίο λειτουργεί σύμφωνα με το αναλυτικό πρόγραμμα, που περιλαμβάνει όλα τα μαθήματα της Στοιχειώδους, της Μέσης και της Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως. Το πρόγραμμα των δύο τελευταίων τάξεων του Ιεροδιδασκαλείου είναι εμπλουτισμένο με τα απαραίτητα μαθήματα της Παιδαγωγικής, της Διδακτικής, της Ψυχολογίας, της Φιλοσοφίας και της Θεολογίας για την πλήρη επιστημονική κατάρτιση και διαπαιδαγώγηση των διδασκάλων και ιερέων.
Ο πρωταρχικός σκοπός της ίδρυσης του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς είναι η αποφοίτηση πεπαιδευμένων, μορφωμένων και κατηχημένων διδασκάλων και ιερέων για την επάνδρωση των ελληνικών σχολείων, και των χριστιανικών εκκλησιών της Βορείου Ηπείρου. Γι’ αυτό η επιλογή των ιεροσπουδαστών γίνεται ως επί το πλείστον από υποψήφιους Βορειοηπειρώτες, ώστε, αφού γαλουχηθούν με τα ελληνικά γράμματα, τα ιδανικά της μητρός Ελλάδος και τα νάματα της χριστιανικής παράδοσης, να επιστρέψουν στην πατρίδα τους για να επιτελέσουν το ιερό καθήκον της αποστολής τους.
Οι πρώτοι δέκα ιεροσπουδαστές της τάξης του 1926-27, που αποφοίτησαν το 1932 είναι Βορειοηπειρώτες, στους οποίους προστίθενται πολύ λίγοι Νοτιοηπειρώτες στις επόμενες τάξεις. Δηλαδή, το 75% περίπου των αποφοίτων της προπολεμικής περιόδου, από το 1932 μέχρι το 1943, είναι Βορειοηπειρώτες, πολλοί από τους οποίους επέστρεψαν στην πατρίδα τους, και προσέφεραν επαξίως την υπηρεσία τους στα Ελληνικά σχολεία. Μεταξύ των διακεκριμένων διδασκάλων, που εργάστηκαν στη Βόρειο Ήπειρο, είναι ο Νικόλαος Παπανικολάου, προϊστάμενος Παιδείας των Αγίων Σαράντα, ο Θωμάς Σταθάς, διευθυντής του Λυκείου Τσερκοβιτσών, ο Βασίλειος Παρτάλης, διευθυντής του Λυκείου Αγίων Σαράντα, ο Σπυρίδων Τζιάς, δημοσιογράφος και συγγραφέας, και άλλοι αντάξιοι στα εκπαιδευτικά τους καθήκοντα.
Ενώ, το 90% των αποφοίτων της μεταπολεμικής περιόδου, από το 1953 μέχρι το 1987, που καταργήθηκε το Παιδαγωγικό Τμήμα το Ιεροδιδασκαλείου, είναι Νοτιοηπειρώτες, οι οποίοι ως εκλεκτοί διδάσκαλοι προσφέρουν την υπηρεσία τους στα σχολειά της Ηπείρου, και κατ’ επέκταση της ελληνικής επικράτειας. Αλλά, είναι αρκετοί οι φιλόδοξοι απόφοιτοι του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς, που ακολούθησαν ανώτατες σπουδές, και κατόρθωσαν να γίνουν καθηγητές Μέσης Εκπαιδεύσεως, Παιδαγωγικών Ακαδημιών και Πανεπιστημίων, καθώς και γιατροί, δικηγόροι, οικονομολόγοι και πολιτικοί.
Τέλος, ένας μικρός αριθμός αποφοίτων του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς, ως διδάσκαλοι καθηγητές, προσέφεραν την υπηρεσία τους στα σχολεία του απόδημου ελληνισμού, μεταξύ των οποίων δίδαξαν στα ελληνικά σχολεία της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αμερικής.
Συγκεκριμένα, κατά τη δεκαετία του 1960 παράλληλα με τις σπουδές μου για το πτυχίο φιλολόγου, Master’s και διδάκτορος της φιλοσοφίας, υπηρέτησα ως διδάσκαλος στο απογευματινό Σχολείο του Αγίου Δημητρίου της Νέας Υερσέης, ως καθηγητής στη Σχολή Αργυρίου Φάντη και στην Ακαδημία του Αγίου Βασιλείου, και ως διευθυντής στη Σχολή Αγίου Δημητρίου της Νέας Υόρκης, καθώς επίσης το 1975-76 στη Σχολή Κοραή του Σικάγου.
ΠΗΓΗ: www.proinoslogos.gr