Το κέντρο της Αθήνας, ιδιαίτερα η πλατεία Ομονοίας και οι πέριξ συνοικίες (Μεταξουργείο, Άγιος Παντελεήμων, Γκάζι, Πλατεία Αττικής κλπ.), τα τελευταία χρόνια έχουν μετατραπεί σε γειτονιές «γκέτο».
Οι Έλληνες κάτοικοι των περιοχών αυτών, που προέρχονταν από τα «μεσοστρώματα» έφυγαν βλέποντας τις περιοχές τους να συγκεντρώνουν πληθυσμούς μεταναστών, αναζητώντας περιοχές με καλύτερα σχολεία για τα παιδιά τους, καλύτερες υποδομές, μεγαλύτερη ασφάλεια κλπ.. Έτσι, δημιούργησαν χώρο για να συγκεντρωθεί ακόμα μεγαλύτερος αριθμός μεταναστών, καθώς τα ενοίκια ήταν χαμηλά, αλλά υπήρχε και το κίνητρο της γειτνίασης με ομοεθνείς. Σήμερα, λοιπόν, οι περιοχές αυτές κατοικούνται από κατώτερα ελληνικά στρώματα, που δεν έχουν τη δυνατότητα να πάνε κάπου αλλού και από μετανάστες, νόμιμους ή παράνομους, που αποτελούν ίσως πλέον και την πλειοψηφία των κατοίκων.
Τα αίτια αυτής της κατάστασης είναι πάρα πολλά και δεν είναι επί του παρόντος να αναλυθούν. Σημασία, έχει ότι η ελληνική Πολιτεία αδράνησε, δεν συνειδητοποίησε το πρόβλημα με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχει ο κίνδυνος για κοινωνικές συρράξεις μεταξύ ημεδαπών και αλλοδαπών σε ένα ιδιότυπο πόλεμο πόλεων ή συνοικιών. Η εγκληματικότητα, η ανασφάλεια και η ξενοφοβία είναι αυτονόητο ότι είναι εκτός ελέγχου. Παρά το γεγονός ότι η κατάσταση αυτή είναι πρωτόγνωρη για την ελληνική πραγματικότητα, εντούτοις δεν είναι πρωτόγνωρη για τις ευρωπαϊκές χώρες. Χώρες όπως η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Βέλγιο εδώ και δεκαετίες αντιμετώπισαν ανάλογα προβλήματα και διαμόρφωσαν πολιτικές αντιμετώπισης του φαινομένου. Από αυτές τις πολιτικές πρέπει και σήμερα η ελληνική Πολιτεία να αντλήσει καλές πρακτικές και να τις προσαρμόσει στη σημερινή πραγματικότητα και συγκυρία.
Η βασική διαφορά είναι ότι στην Ελλάδα το μεγαλύτερο μέρος των μεταναστών είναι παράνομοι και πως η Ελλάδα είναι χώρα αναγκαστικής διαμονής, καθώς οι μετανάστες δεν μπορούν να μεταβούν στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, όπως είναι η επιθυμία τους, εξαιτίας της συμφωνίας της Shengen και του Δουβλίνου ΙΙ, που δεσμεύει την προώθηση μεταναστών από τη μια ευρωπαϊκή χώρα στην άλλη. Από την άλλη το μεγάλο εύρος των θαλασσίων συνόρων καθιστά δύσκολη την αστυνόμευση, ενώ τα μεταναστευτικά ρεύματα αναζωπυρώνονται συνεχώς από τις συνθήκες πολέμου και αστάθειας που επικρατούν σ’ όλη τη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική και χώρες, όπως το Αφγανιστάν, Πακιστάν και το Μπαγκλαντές.
Ζητούμενο για την Πολιτεία πλέον είναι να διαμορφώσει πολιτικές. Καταρχήν να ξεκαθαρίσει ποιοι από τους μετανάστες μπορούν να πάρουν το καθεστώς του πρόσφυγα. Στη συνέχεια πρέπει να απομακρυνθούν από το κέντρο της Αθήνας όλοι οι παράνομοι μετανάστες, οι οποίοι ή θα πρέπει να επαναπροωθηθούν στις πατρίδες τους ή να συγκεντρωθούν σε ελεγχόμενα κέντρα φιλοξενίας με συγκεκριμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις.
Για τους νόμιμους πλέον μετανάστες που θα παραμείνουν σε αυτές τις περιοχές θα πρέπει να ακολουθηθούν μοντέλα κοινωνικής ένταξης, καθώς οι άνθρωποι αυτοί εργάζονται στη Ελλάδα, έχουν μόνιμη κατοικία και η Ελλάδα είναι ή πρέπει να γίνει η δεύτερη πατρίδα τους, όπως συμβαίνει με τα εκατομμύρια Ελλήνων της διασποράς.
Σε συνέχεια των παραπάνω με άξονα τα σχολεία πρέπει να εφαρμοστούν μοντέλα, όπως τα community schools με βάση το παράδειγμα του Liverpool, το ανοικτό σχολείο και άλλες παρεμβάσεις με διαπολιστισμικό περιεχόμενο (π.χ. στέκια νέων, περιστασιακή προσέγγιση κλπ.). Έλληνες και αλλοδαποί πρέπει να βοηθηθούν με συγκεκριμένα προγράμματα κοινωνικής παρέμβασης να ξαναχτίσουν μια νέα σχέση εμπιστοσύνης προκειμένου να μπορέσουν να συμβιώσουν στην ίδια περιοχή.
Η Περιφέρεια Αττικής θα πρέπει σε συνεργασία με Πανεπιστήμια και ΑΤΕΙ να σχεδιάσει μεθοδευμένα δράσεις παρέμβασης προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά και στο σκέλος καταπολέμησης της φτώχειας, γιατί η φτώχεια είναι ο δομικός παράγοντας που γεννά τη βία και τη ξενοβοφία. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι μέσα από το ΕΣΠΑ και συγκεκριμένα από το ΕΠΑΝΑΔ σε συνεργασία με το ΠΕΠ Αττικής θα πρέπει να σχεδιάσουν παρεμβάσεις, να ανοίξουν προσκλήσεις και να διατεθούν κονδύλια (τουλάχιστον 20.000.000 ευρώ) για την υποβολή προτάσεων από ιδρύματα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης σε σύμπραξη με Οργανώσεις, στα πλαίσια αναβάθμισης της ποιότητας ζωής συνοικιών της Αθήνας.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΜΕΡΟΣ
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΑΝΑΤ. ΑΤΤΙΚΗΣ
(πρ. ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΠΑΛΛΗΝΗΣ)
(πρ. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΝΟΜΟΥ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ)
Σαλαμίνος 12 – Παλλήνη Τ.Κ. 15351
Τηλ. Γραφ : 213-2023401-402
210-6034800-900
FAX : 2106034990
Κιν. : 6932294100
e-mail : gsmeros@hacsnet.gr
website : www.gsmeros.gr
Οι Έλληνες κάτοικοι των περιοχών αυτών, που προέρχονταν από τα «μεσοστρώματα» έφυγαν βλέποντας τις περιοχές τους να συγκεντρώνουν πληθυσμούς μεταναστών, αναζητώντας περιοχές με καλύτερα σχολεία για τα παιδιά τους, καλύτερες υποδομές, μεγαλύτερη ασφάλεια κλπ.. Έτσι, δημιούργησαν χώρο για να συγκεντρωθεί ακόμα μεγαλύτερος αριθμός μεταναστών, καθώς τα ενοίκια ήταν χαμηλά, αλλά υπήρχε και το κίνητρο της γειτνίασης με ομοεθνείς. Σήμερα, λοιπόν, οι περιοχές αυτές κατοικούνται από κατώτερα ελληνικά στρώματα, που δεν έχουν τη δυνατότητα να πάνε κάπου αλλού και από μετανάστες, νόμιμους ή παράνομους, που αποτελούν ίσως πλέον και την πλειοψηφία των κατοίκων.
Τα αίτια αυτής της κατάστασης είναι πάρα πολλά και δεν είναι επί του παρόντος να αναλυθούν. Σημασία, έχει ότι η ελληνική Πολιτεία αδράνησε, δεν συνειδητοποίησε το πρόβλημα με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχει ο κίνδυνος για κοινωνικές συρράξεις μεταξύ ημεδαπών και αλλοδαπών σε ένα ιδιότυπο πόλεμο πόλεων ή συνοικιών. Η εγκληματικότητα, η ανασφάλεια και η ξενοφοβία είναι αυτονόητο ότι είναι εκτός ελέγχου. Παρά το γεγονός ότι η κατάσταση αυτή είναι πρωτόγνωρη για την ελληνική πραγματικότητα, εντούτοις δεν είναι πρωτόγνωρη για τις ευρωπαϊκές χώρες. Χώρες όπως η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Βέλγιο εδώ και δεκαετίες αντιμετώπισαν ανάλογα προβλήματα και διαμόρφωσαν πολιτικές αντιμετώπισης του φαινομένου. Από αυτές τις πολιτικές πρέπει και σήμερα η ελληνική Πολιτεία να αντλήσει καλές πρακτικές και να τις προσαρμόσει στη σημερινή πραγματικότητα και συγκυρία.
Η βασική διαφορά είναι ότι στην Ελλάδα το μεγαλύτερο μέρος των μεταναστών είναι παράνομοι και πως η Ελλάδα είναι χώρα αναγκαστικής διαμονής, καθώς οι μετανάστες δεν μπορούν να μεταβούν στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, όπως είναι η επιθυμία τους, εξαιτίας της συμφωνίας της Shengen και του Δουβλίνου ΙΙ, που δεσμεύει την προώθηση μεταναστών από τη μια ευρωπαϊκή χώρα στην άλλη. Από την άλλη το μεγάλο εύρος των θαλασσίων συνόρων καθιστά δύσκολη την αστυνόμευση, ενώ τα μεταναστευτικά ρεύματα αναζωπυρώνονται συνεχώς από τις συνθήκες πολέμου και αστάθειας που επικρατούν σ’ όλη τη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική και χώρες, όπως το Αφγανιστάν, Πακιστάν και το Μπαγκλαντές.
Ζητούμενο για την Πολιτεία πλέον είναι να διαμορφώσει πολιτικές. Καταρχήν να ξεκαθαρίσει ποιοι από τους μετανάστες μπορούν να πάρουν το καθεστώς του πρόσφυγα. Στη συνέχεια πρέπει να απομακρυνθούν από το κέντρο της Αθήνας όλοι οι παράνομοι μετανάστες, οι οποίοι ή θα πρέπει να επαναπροωθηθούν στις πατρίδες τους ή να συγκεντρωθούν σε ελεγχόμενα κέντρα φιλοξενίας με συγκεκριμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις.
Για τους νόμιμους πλέον μετανάστες που θα παραμείνουν σε αυτές τις περιοχές θα πρέπει να ακολουθηθούν μοντέλα κοινωνικής ένταξης, καθώς οι άνθρωποι αυτοί εργάζονται στη Ελλάδα, έχουν μόνιμη κατοικία και η Ελλάδα είναι ή πρέπει να γίνει η δεύτερη πατρίδα τους, όπως συμβαίνει με τα εκατομμύρια Ελλήνων της διασποράς.
Σε συνέχεια των παραπάνω με άξονα τα σχολεία πρέπει να εφαρμοστούν μοντέλα, όπως τα community schools με βάση το παράδειγμα του Liverpool, το ανοικτό σχολείο και άλλες παρεμβάσεις με διαπολιστισμικό περιεχόμενο (π.χ. στέκια νέων, περιστασιακή προσέγγιση κλπ.). Έλληνες και αλλοδαποί πρέπει να βοηθηθούν με συγκεκριμένα προγράμματα κοινωνικής παρέμβασης να ξαναχτίσουν μια νέα σχέση εμπιστοσύνης προκειμένου να μπορέσουν να συμβιώσουν στην ίδια περιοχή.
Η Περιφέρεια Αττικής θα πρέπει σε συνεργασία με Πανεπιστήμια και ΑΤΕΙ να σχεδιάσει μεθοδευμένα δράσεις παρέμβασης προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά και στο σκέλος καταπολέμησης της φτώχειας, γιατί η φτώχεια είναι ο δομικός παράγοντας που γεννά τη βία και τη ξενοβοφία. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι μέσα από το ΕΣΠΑ και συγκεκριμένα από το ΕΠΑΝΑΔ σε συνεργασία με το ΠΕΠ Αττικής θα πρέπει να σχεδιάσουν παρεμβάσεις, να ανοίξουν προσκλήσεις και να διατεθούν κονδύλια (τουλάχιστον 20.000.000 ευρώ) για την υποβολή προτάσεων από ιδρύματα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης σε σύμπραξη με Οργανώσεις, στα πλαίσια αναβάθμισης της ποιότητας ζωής συνοικιών της Αθήνας.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΜΕΡΟΣ
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΑΝΑΤ. ΑΤΤΙΚΗΣ
(πρ. ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΠΑΛΛΗΝΗΣ)
(πρ. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΝΟΜΟΥ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ)
Σαλαμίνος 12 – Παλλήνη Τ.Κ. 15351
Τηλ. Γραφ : 213-2023401-402
210-6034800-900
FAX : 2106034990
Κιν. : 6932294100
e-mail : gsmeros@hacsnet.gr
website : www.gsmeros.gr