Στην Αμαλία Κ., που μπόρεσε να γίνει
η φωνή εκείνων που δεν είχαν φωνή.
Γράφει ο Θεόδωρος Κουτρούκης
Τους γνωρίζαμε από παλιά αλλά τώρα έχουμε λόγο να τους παρατηρούμε πιο προσεκτικά. Καθώς οι χριστουγεννιάτικές γιορτές πλησίαζαν η παρουσία τους μοιάζει να είναι πιο αισθητή παρά ποτέ. Θέλετε το γενικότερο κλίμα της κατήφειας; θέλετε η οικονομική ύφεση που φόρεσε τα χειρότερα της αξεσουάρ (ανεργία, δυσπραγία, απολύσεις, φτώχεια, ακρίβεια, λουκέτα); Εκείνοι ήταν παρόντες: στο παγκάκι του πάρκου, τη γιορτή του γηροκομείου, το προαύλιο του ειδικού σχολείου, την τραπεζαρία του ιδρύματος, το άσπρο δωμάτιο του νοσοκομείου, το συσσίτιο της ενορίας. Φαίνονται πλέον πιο οικείοι από ποτέ.
Αυτοί ήξεραν από κακουχίες, από διακρίσεις, από δυσκολίες, από πόνους καλύτερα από τον καθένα. Δεν συνήθιζαν όμως τις καταλήψεις, τις απεργίες, τις πορείες…
Απλώς έδειχναν τη δύναμη τους βιώνοντας τη δική τους προσωπική ιστορία.
Έχει λεχθεί ότι οι άνθρωποι είναι προικισμένοι με τη δύναμη να υποφέρουν πολλά, όσο μπορούν να υποφέρουν τον εαυτό τους. Μπορούν να ζήσουν δίχως ελπίδα, φίλους, βιβλία ακόμη και χωρίς μουσική, φτάνει να μπορούν να ακούν την σκέψη τους, το πουλί που κελαηδά στο παράθυρο και την απόμακρη μελωδία της θάλασσας.
Για τους παλιούς μας γνώριμους, τους ταπεινούς και καταφρονεμένους, η ζοφερή άχλη των κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων είναι «φίλη καρδιακή». Ωστόσο η παρέα είναι πλέον τώρα πολύ μεγαλύτερη καθώς έχουν προστεθεί νέα μέλη: απολυμένοι, νεόπτωχοι, δανειόπληκτοι, νέοι άστεγοι, όλοι θύματα της ύφεσης που μοιάζουν να ξεπήδησαν από το μουχλιασμένο έρεβος των βιβλίων του Ντίκενς. Αυτή τη φορά είναι τόσο πολλοί που δεν μπορούμε να προσποιηθούμε ότι δεν τους βλέπουμε.
Φέτος ο Αη-Βασίλης δεν είχε τίποτε για εκείνους στο σάκο του. Ίσως του χρόνου δε φέρει τίποτε και σε μας. Κι έτσι το δώρο μας να γίνει η ζεστή συντροφιά τους, το δώρο τους η δική μας συντροφιά. Ας τη χαρούμε!
Καλά Χριστούγεννα και Χρόνια Πολλά.